Home > Αρθρα > 25η Μαρτίου 1821 Γράφει ο Ιωάννης Μ. Ασλανίδης

25η Μαρτίου 1821 Γράφει ο Ιωάννης Μ. Ασλανίδης

25η Μαρτίου 1821

 

Γράφει ο Ιωάννης Μ. Ασλανίδης

Εφέτος εορτάζουμε τα 200 χρόνια της παλιγγενεσίας του Ελληνικού Έθνους. Με την ευκαιρία αυτή, ας αναφερθούμε σχετικά για την Ελλάδα, τους αγώνες τις και τη προβλήματα της.

  1. Ιστορικό

Εις την ωραία αυτή γαλανή γωνία της γης, με τον λαμπρό και ζείδωρο ήλιο της, επί πέντε χιλιάδες  (5.000) χρόνια τώρα, όσα μέχρι σήμερα έχει αριθμήσει η σκαπάνη του αρχαιολόγου, εγεννήθη, εξετράφη και έζησε η ελληνική φυλή.  Οι έλληνες είναι αυτόχθονες εις την γην αυτήν.

Μέσα στην μακραίωνη αυτή ιστορία του Ελληνικού έθνους, αναφέρονται ορισμένες ημερομηνίες προ των οποίων οι μεταγενέστερες γενεές στέκονται με ευλάβεια και θαυμασμό.

Η 25η Μαρτίου του 1821 είναι μια ημερομηνία σταθμός από τις τόσες άλλες, που έχει να παρουσιάσει το ελληνικό έθνος στην μακραίωνη ιστορία του.

Μετά την πτώση της βασιλεύουσας και την κατάκτηση της υπολοίπου Ελλάδος, το έθνος έχει χάσει εντελώς την πολιτική του ανεξαρτησία και ζει κάτω από τον  ζυγό του αλλόφυλου και αλλόθρησκου κατακτητή.  Κατά την περίοδο αυτή ο ελληνικός λαός έδειξε αξιοθαύμαστη αντοχή.

Συσπειρωμένο στα χρόνια της σκλαβιάς το ελληνικό έθνος, γύρω από τους εθνικούς θεσμούς, την μεγάλη εκκλησία και τις κοινότητες με στήριγμα την ορθόδοξη πίστη και την εθνική συνείδηση κατόρθωσε να  επιζήσει. Οι διωγμοί, οι σφαγές, ο βίαιος εξισλαμισμός το παιδομάζωμα για τους γενίτσαρους,  δεν μπόρεσαν να επιτύχουν την εξαφάνιση του ελληνισμού.

Έτσι περνούσαν τα χρόνια και οι αιώνες για τους σκλαβωμένους έλληνες που ποτέ δεν έπαψαν να πιστεύουν, να ελπίζουν και να αγωνίζονται για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού.

Η πυριτιδαποθήκη που χρόνια σιγά άναβε το φιτίλι της υπομονής και της επιμονής του έθνους για την απόκτηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας του, επιτέλους ανατινάχθηκε το πρωϊνό  εκείνο της 25ης Μαρτίου του 1821, την ημέρα ακριβώς του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Όταν! ο δοξασμένος εκείνος πατριάρχης Παλαιών  Πατρών Γερμανός, ύψωνε το λάβαρο της ελευθερίας και βροντοφωνούσε την απόφαση των ελλήνων να ζήσουν ελεύθεροι ή να πεθάνουν.

«Όταν αποφασίσουμε να κάνουμε την επανάσταση έλεγε, ο γέρος του Μοριά, δεν συλλογιστήκαμε ούτε πόσοι είμαστε, ούτε πως οι Τούρκοι είναι πολλοί και κρατούν τα κάστρα, σαν βροχή έπεσε σε όλους μας ο πόθος για την ελευθερία και όλοι μαζί μικροί και μεγάλοι σε αυτόν τον κόσμο αποφασίσαμε να ελευθερωθούμε ή να πεθάνουμε».  Παντού ο αγώνας των Ελλήνων  πήρε τότε μορφή ιερή και συγκινητική.  Εκεί όμως που ο αγώνας τους εκείνος παρουσίασε την ιερότερη και συγκινητικότερη μορφή του, υπήρξε το Μεσολόγγι.  Εκεί, η ανθρώπινη δυνατότητα έφθασε στα όρια του μυθικού.  Εκεί οι πολιορκημένοι με την θυσία τους δίδαξαν την ανθρωπότητα, πως δεν υπάρχει στον κόσμο τούτο πολυτιμότερο αγαθό από την ελευθερία.

Έτσι η μεγάλη ιδέα που χρόνια και αιώνες παρέμεινε ο ρομαντισμός ενός ονειροπαρμένου έθνους, μετά από ένα εννιάχρονο επικό αγώνα όλων των Ελλήνων, έγινε πραγματικότητα.  Η Ελλάδα και τυπικά πλέον απέκτησε την ελευθερία της με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου του 1830.

Θα ρωτούσε κανείς, δυσχέρειες δεν υπήρξαν που καθιστούσαν την έκρηξη της επανάστασης και λογικώς επικίνδυνη;  Ασφαλώς και υπήρχαν. Γράφει ο Φωτάκος με την απλή λογική του:  «Φαίνεται δε τότε, ότι είχε μεθύσει τους ανθρώπους ο Θεός, να πιστεύουν τα ψέματα ως αληθινά;»

Σπανίως οι μεγάλες πράξεις της ανθρωπότητας θα ήσαν δυνατές αν εκείνοι που τις δημιούργησαν άφηνα μόνη τη λογική των πραγμάτων να ενεργήσει τη ήρεμη εξέλιξή των.

Κιβωτός του Νώε υπήρξε η εκκλησία στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς, πάνω της αρπάχτηκε το γένος των Ελλήνων και γλίτωσε τον αφανισμό.

Αυτή και μόνο κατόρθωσε να εξασφαλίσει τη συνέχεια της παράδοσης, κράτησε ζωντανή μέσα στις ψυχές των υπόδουλων την εθνική τους ταυτότητα.  Ο ιερέας έγινε και δάσκαλος και παιδαγωγός και σημαιοφόρος της εθνικής ιδέας.

Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος, προστάζει προκήρυξη του Υψηλάντη.  Ο Κολοκοτρώνης θα πει το περίφημο: «Ο Θεός έδωσε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδος και δεν την παίρνει πίσω».

Το ’21 δεν θα είχε γίνει αν είχε αποκοπή η ψυχή του γένους από την παράδοση και από τις ρίζες. Τα ονόματα των καραβιών ήταν βγαλμένα από το θρυλικό παρελθόν όπως ‘ΑΡΗΣ’, ‘ΚΙΜΩΝ’, ‘ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ’, ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ’, ‘ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ’, ‘ΗΡΑ’, ‘ΚΛΕΙΩ’,  ‘ΑΦΡΟΔΙΤΗ’, κλπ.

Ο Νικηταράς στα Δολιανά φωνάζει στους Τούρκους: «Σταθείτε Πέρσαι να πολεμήσουμε», έτσι δρασκελίζει 24 αιώνες Ελληνικής ιστορίας.

Λέγει ο Μακρυγιάννης: «Πάμε να ιδούμε τους έλληνες εις το μέρος όπου κατοικούνε να βρούμε το γέρο Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Θεμιστοκλή, τον λεβέντη Λεωνίδα και να τους ειπούμε, της χαροποιές ειδήσεις, ότι αναστήθηκαν οι απόγονοί τους».

Μήνυμα που προστάζουν οι ήρωες του ’21: «Προστατέψτε τις παραδόσεις μας, είναι ο ομφάλιος λώρος που μας  συνδέει με την ζωοδότρα μήτρα του ελληνισμού. Αρπαχτείτε γερά από τις ρίζες μας.  Είναι  φυλακτό για την διατήρηση του ελληνικού έθνους».

Όμως, καιρός είναι να έλθουμε στο τελευταίο και πιο δραματικό δίδαγμα του ’21.  Ας μιλήσουμε με θάρρος και τόλμη για την εθνική μας αρρώστια την διχόνοια.

Το ’21 για την διχόνοια δεν μιλάει απλώς, δεν διδάσκει απλώς, δεν κραυγάζει απλώς, αλλά αναθεματίζει, μαστιγώνει, εξορκίζει, και την χαρακτηρίζει κατάρα κωδικοποιημένη στα χρωματοσώματα και τα γονίδιά μας.

Θα ήταν άσκοπο να παρακολουθήσουμε στην μακραίωνη ιστορία της πατρίδος μας τα ματωμένα αχνάρια της διχόνοιας.  Ας έλθουμε όμως κατ’ ευθείαν στο 1821:

Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά.  Οι επαναστάτες ενωμένοι, μονιασμένοι, νικούσαν τον Τούρκο.  Μόλις όμως απομακρύνθηκε κάπως ο κίνδυνος, ξέσπασε η επιδημία, άρχισε η φαγωμάρα.

Άνοιξη του 1825, στο Ναύπλιο ο Παλαιών Πατρών Γερμανός λέγει στον Παπαφλέσσα: «δεν θέλουμε να εννοήσουμε ότι τίποτε δεν εκάμαμε νικήσαντες τους Τούρκους, αν δεν νικήσουμε και σύντομα μάλιστα τα πάθη μας.    Η διχόνοια, να ο μεγάλος εχθρός.  Αυτή ξεθεμελιώνει σπίτια, ρημάζει λαούς και βασίλεια.  Αυτή θα μας φάει…».