Home > Αρθρα > Η ΔΡΑΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΚΑΙ ΤΙΜΑ του Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

Η ΔΡΑΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΚΑΙ ΤΙΜΑ του Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

 

Η ΔΡΑΜΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΚΑΙ ΤΙΜΑ

 του Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

 

Στις κηδείες και τα  μνημόσυνα ακούγεται μεταξύ άλλων και η ευχή « να την θυμάσαι-να τον θυμάσαι». Η λαϊκή εθιμοτυπία από τα αρχαιότατα χρόνια, εκδηλώνει με ιερές τελετουργίες  το σεβασμό προς εκείνους  που περνούν από  οποιαδήποτε αιτία  (γήρας, ασθένεια, αιφνίδιο ή προμελετημένο  θάνατο), στην ειρήνη ή τον πόλεμο, από τη μια ζωή στην άλλη. Τελεί δηλαδή εκδηλώσεις μνήμης οι οποίες, πέρα από το σεβασμό στον ίδιο τον άνθρωπο, αντιμάχονται τη λήθη. Πολύ εύστοχα, επομένως, λέγεται ότι πεθαίνουν μόνο όσοι λησμονούνται.

Φέτος, στις 28 Σεπτεμβρίου η κοινωνία της Δράμας τίμησε τους νεκρούς της από τη σφαγή του άμαχου πληθυσμού το 1941. Οι εκδηλώσεις μνήμης αυτής της θηριωδίας των Βουλγάρων, που στοίχισαν χιλιάδες θύματα στην πόλη και το Νομό, κινδύνευαν να χάσουν την ιερότητα, το κύρος, τη σημασία  και την πάνδημη λαϊκή συμμετοχή που τις  αξίζει, στη δεκαετία του’90, επί δημαρχίας Σωκράτη Δημητριάδη, όταν αποφασίστηκε η μεταφορά της τελετής μνήμης έξω από την πόλη της Δράμας, στους πρόποδες το Κορυλόβου. Στήθηκε –τότε-στην αρχή του άλσους, ανάμεσα στα πεύκα, ένα μνημείο αναντίστοιχο με το πλήθος των θυμάτων και το αίμα των αθώων συμπολιτών μας που έρευσε στους δρόμους της πόλης, στην περιοχή του Ινστιτούτου Καπνού, στο πευκόδασος βόρεια της Δράμας και στην περιοχή του Γυμνασίου Αρρένων και αλλού.  Καλούνταν με πρόσκληση οι αρχές της πόλης και του Νομού και ύστερα από σύντομη ομιλία και ένα μνημόσυνο κατέθεταν στεφάνια και μετά από τον Εθνικό Ύμνο, έληγε η τελετή.

Η πόλη κοιμόταν και μόνο οι συγγενείς των θυμάτων έχυναν μαύρα δάκρυα πάνω από τους τάφους των θυμάτων. Αυτό ήταν όλο.

Άλλοι απορούσαν, άλλοι ανησυχούσαν και όσοι είχαν θύματα εξοργίζονταν.

Επί δημαρχίας κ. Θωμά Μαργαρίτη, έγινε κατανοητό ότι επρόκειτο για επιλογή που θα οδηγούσε στην υποβάθμιση των σκληρών βιαιοτήτων, μαρτυρίων και θανάτων που επιβλήθηκαν από τους Βουλγάρους, τρεις φορές μέσα στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, κατά του άμαχου ελληνικού πληθυσμού της Ανατολικής Μακεδονίας -Θράκης.

Η φετινές εκδηλώσεις για την τελευταία κατοχή, όπως κορυφώθηκαν με το μνημόσυνο που τελέστηκε μετά τη θεία λειτουργία, στη μνήμη των θυμάτων στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Δράμας από το σεβασμιότατο Μητροπολίτη κ.κ.  Παύλο, με την παρουσία των πολιτικών και στρατιωτικών, αρχών,  πολιτιστικών συλλόγων, μαθητών σχολείων και πλήθος κόσμου και με τη σχετική εμπεριστατωμένη ομιλία του κ. Δημάρχου της πόλης κ. Χ. Μαμσάκου, ικανοποίησαν σε ικανό βαθμό το οφειλόμενο αίσθημα τιμής και μνήμης προς τα χιλιάδες αδικοχαμένα θύματα της βουλγαρικής θηριωδίας.

Προσωπικά αισθάνθηκα ξεχωριστή χαρά και ικανοποίηση, που βρέθηκα όχι μεταξύ των «εν εξορία και ομηρία θανόντων» αλλά μεταξύ των εν εξ’ ομηρίας επιζησάντων.

Στη συνέχεια, μπορεί να ειπωθεί χωρίς επιφυλάξεις ότι η φετινή αθρόα παρουσία των συμπολιτών μας  στο μνημείο σφαγιασθέντων και ιδίων μαθητών και νέων, αποτελεί απαρχή μιας προσπάθειας, η οποία, με μεδοδικότερη οργάνωση,  θα φέρει όχι το επιθυμητό, αλλά την υποχρέωση του λαού της Δράμας να τιμήσει τα χιλιάδες θύματα,  που μόνο όσο τα θυμόμαστε, θα παραμένουν ζωντανά μέσα και γύρω μας, όπως το αξίζουν.

Ως απλοί άνθρωποι, πολίτες κάτοικοι αυτού του πολύπαθου, ευλογημένου από τη φύση τόπου, με βιώματα ή μνήμες από την μαύρη κατοχή, μετέχουμε στις εκδηλώσεις αυτές και μοιραζόμαστε στο βαθμό που μας αναλογεί τη  θλίψη και τις αναμνήσεις των πασχόντων συμπολιτών μας.

Σε ό,τι αφορά το βαθύτερο νόημα και την ουσία των πραγματικών γεγονότων τα οποία κατέληξαν στις σφαγές χιλιάδων αθώων ανθρώπων από τις 29 Σεπτεμβρίου 1941ως το τέλος Ιανουαρίου 1942, αποδείχτηκε ότι είχαν αφετηρία την έκκληση του Στάλιν της 3.7.1941 για συνεργασία στην οργάνωση ανταρτοπόλεμου κατά του Άξονα.  Μετά το 1989 και την είσοδο της Βουλγαρίας στην Ε.Ε., αποκαλύφθηκε ότι το ΚΚΕ αγνοήθηκε τόσο τη συμφωνία των ποσοστών των Τσόρτσιλ-Στάλιν (9.10.1944), όσο και τη συμφωνία του Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944),   παγιδεύτηκε από το ΚΚΒ με το οποίο συνεργαζόταν πολύ πριν ακόμη και από την μεταξική περίοδο και υπό το ένοχο βλέμμα του φασιστικού καθεστώτος   Μπόρις Γ΄, έδωσε τη μεγάλη ευκαιρία στη Βουλγαρία νε εφαρμόσει  το προμελετημένο σχέδιο εξόντωσης του ελληνικού πληθυσμού της Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, που αποτελούσε πάγιο στόχο και σκοπό τους.

Όσο υπήρχε το «σιδηρούν παραπέτασμα» και παρέμενε σιδηροδέσμια η αλήθεια, το ΚΚΕ είχε τη δυνατότητα να γεμίζει της ελληνικές βιβλιοθήκες με κατορθώματα ηρωισμού από το «κίνημα» της Δράμας, που διαδίδονταν με τη βοήθεια των «συμμάχων» (που μας οδήγησαν στη συνέχεια στον εμφύλιο) σε ολόκληρο τον κόσμο. Ενώ επρόκειτο για καθαρή απερισκεψία των ανθρώπων του Μακεδονικού Γραφείου.  «Με ποιο στρατηγικό σκοπό. Δεν είχαν καμιά συγκεκριμένη κατεύθυνση, εκτός από την έκκληση του Στάλιν… Ξεκίνησαν χωρίς σχέδιο, χωρίς προοπτική, με μόνη απόφαση να χτυπήσουν. Και με τη βεβαιότητα ότι μέσα στο χειμώνα η Σοβιετική Ένωση θα συνέτριβε το γερμανικό κριό. Μιαν ορφανή, ανερμάτιστη πράξη, χωρίς καμιά δυνατότητα επιτυχίας, η οποία στοίχισε τόσο αίμα και επέδρασε ανασταλτικά στην Αντίσταση της Ανατολικής Μακεδονίας», όπως γράφει ο Σόλων Γρηγοριάδης, στο βιβλίο του «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, τόμος Α΄, σελ. 106-107).

Ο ι σημερινές σχέσεις μας με τους γείτονές μας είναι πολύ καλές. Ανήκουμε ισότιμα στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια και κάτω από πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης ασχολούμαστε με  την προκοπή των χωρών μας. Έχουμε όμως ιερή και απαράβατη υποχρέωση να μη λησμονούμε την ιστορία μας, η οποία συντηρεί και προάγει την επίγνωση και την αυτογνωσία των λαών μας και τους προφυλάσσει από τυχόν παλινδρομήσεις σε λάθη του παρελθόντος.

Εμείς δεν πρόκειται ποτέ να λησμονήσουμε την απόφαση του βορικού φασιστικού καθεστώτος οι άνθρωποι του οποίου ήρθαν όχι ως κατακτητές στην πατρίδα μας, όπως οι Γερμανοί και οι Ιταλοί, αλλά παίρνοντας ως δώρο την περιοχή από τους Γερμανούς για τη συμμετοχή τους στον Άξονα και αμέσως (τον Ιούνιο κιόλας 1941)  την ενσωμάτωσαν στο βουλγαρικό κράτος. Εκτόπισαν πάνω από 100 χιλιάδες πληθυσμό πέρα από το Στρυμόνα, εξόντωσαν το ένα τρίτο των ανθρώπων που έστειλαν «τουρτουβάκια» σε κάτεργα στη Βουλγαρία και άλλο  ένα τρίτο από αυτούς πέθανε μετά τον πόλεμο, εξαντλημένο από ασθένειες, ξυλοδαρμούς και κακουχίες. Θανάτωσαν  δεκάδες χιλιάδες του άμαχου πληθυσμού και εγκατέστησαν με σκανδαλώδη φορολογικά κίνητρα περί τις εκατό χιλιάδες Βουλγάρους στην Ανατολική Μακεδονία-Θράκη. Επέβαλαν δηλαδή  βίαια  σχέδιο με χαρακτηριστικά γενοκτονίας.

Σε ό,τι μας αφορά, θέλουμε να γνωρίζουν πως, για να αποκατασταθούν πλήρως οι φιλικές μας σχέσεις και να ζήσουμε όπως το επιβάλλουν οι σχέσεις αμοιβαίας συνεργασίας και κατανόησης, τους περιμένουμε, έστω από του χρόνου τέτοιες μέρες, να έρθουν οι σημερινοί εκπρόσωποί τους, να καταθέσουν στεφάνια στα μνημεία σφαγιασθέντων και να ζητήσουν μια απλή συγγνώμη.

Αυτή, θα απαλλάξει σε μεγάλο βαθμό τους ίδιους από  το βάρος  της ντροπής που φόρτωσαν στις πλάτες τους οι πρόγονοί τους  και θα ελαφρύνει κάπως και τις δικές μας ψυχές.

Έτσι, θα απολαμβάνουμε μαζί τα φυσικά και πολιτιστικά αγαθά των χωρών μας ειρηνικά και με απόλυτα αμοιβαίο  σεβασμό στην εθνική κυριαρχία και  ανεξαρτησία της κάθε πλευράς.