Home > Αρθρα > «Φύλακες γρηγορείτε»! Γράφει ο κ.Θωμάς Π. Πέννας

«Φύλακες γρηγορείτε»! Γράφει ο κ.Θωμάς Π. Πέννας

«Φύλακες γρηγορείτε»!

μας συνέστησε η Υφυπουργός Εσωτερικών και Μακεδονίας – Θράκης κ.Μαρία Κόλλια – Τσαρουχά

και επιβεβαίωσε ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας Ρούμεν Ράντεφ!

 

Γράφει ο κ.Θωμάς Π. Πέννας

Πρόεδρος της Ιστορικής και Λαογραφικής

Εταιρίας Σερρών – Μελενίκου

 

Από όλη την Ελληνική και γενικά ΔυτικοΕυρωπαϊκή έγκυρη ειδησεογραφία και αρθογραφία, ιστοριογραφία, νομοθεσία και όλες τις αντίστοιχες σχετικές πρωτογενείς πηγές τών Κρατικών Αρχείων τών παραπάνω χωρών καταδεικνύεται ότι οι Βούλγαροι και στις τρεις κατοχές τους της Ανατολικής Μακεδονίας μας (Νομοί Σερρών, Δράμας και Καβάλας) κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα (Οκτώβριος 1912 – Ιούλιος 1913, Αύγουστος 1916 – Οκτώβριος 1918 και Μάϊος 1941 – Οκτώβριος 1944) υπήρξαν – εκτός άλλων επαχθών χειροτέρων που διέπραξαν – και εμμονικά πληθωρικοί άρπαγες και πλιατσικολόγοι.

Εκτός από την απόσπαση χρημάτων και τιμαλφών, άρπαζαν τις σοδιές, τα ζώα, κάθε είδους μηχανήματα και οικοσκευές γενικά. Ξήλωναν, από τα Μακεδονικά αρχοντικά ακόμα και τα υαλοπαράθυρα (vitreux) και τα δοκάρια με τα κεραμίδια από τις στέγες. Επίσης καταλήστευαν μεθοδευμένα την κινητή περιουσία όλων των εκκλησιών και Μονών.

THOMAS PENNAS

Στην καταλήστεψη αυτή περιλαμβάνονται κυρίως τα ανυπολόγιστης αξίας βυζαντινά και μεταβυζαντινά κειμήλια, σκεύη, χειρόγραφα, περγαμηνές κ.ά. των Ιερών Μονών Τιμίου Προδρόμου Σερρών (όπου μόνασε στο τέλος τής ζωής του, συγγράφοντας, και ετάφη ο Γεώργιος Σχολάριος Γεννάδιος, πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση της Πόλης) και της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας Παγγαίου.

Τόσο για τη σπουδαιότητα και την καταλήστεψη των κειμηλίων μας, όσο και για τις μετέπειτα ενέργειες Ελλάδας και Βουλγαρίας για την επιστροφή τους έχουν γραφτεί πλείστα όσα.1

Ό,τι για όλους εμάς τους Έλληνες είναι η αφαίρεση των γλυπτών τού Παρθενώνα, είναι ιδιαίτερα και για εμάς τους ΑνατολικοΜακεδόνες η αρπαγή των παραπάνω εκκλησιαστικών κειμηλίων, η οποία, μάλιστα, ειδικά αναφέρεται στη Διεθνή Συνθήκη του Νεϊγύ (Neuilly, 14/27 Νοεμβρίου 1919) σύμφωνα με τις διατάξεις τής οποίας (άρθρα 125 και 126) η Βουλγαρία υποχρεώνεται να επιστρέψει ό,τι λήστεψε κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και από την Ελλάδα.

Συνακόλουθα, για να καταλήξω στο τέλος τού παρόντος κειμένου μου με τις πρόσφατες σχετικές δηλώσεις του Προέδρου τής γείτονός μας ομοδόξου Βουλγαρίας κυρίου Ρούμεν Ράντεφ, πρέπει πρώτα να αναφερθώ στα ακόλουθα:

Τον Ιούλιο του 1913, οι Βούλγαροι βλέποντας ότι ο ακήρυκτος Β’ Βαλκανικός Πόλεμος – τον οποίον με υπεροψία και αλαζονία προκάλεσαν απρόκλητα κατά Ελλήνων και Σέρβων – οδηγούνταν σε συντριβή τους, ζήτησαν – καίγοντας και σφάζοντας αμάχους κατά την υποχώρησή τους – τη βοήθεια των τότε Μεγάλων Δυνάμεων κι έτσι διασώθηκαν με την υπογραφή τής συνθήκης τού Βουκουρεστίου (στις 29 Ιουλίου – με το παλαιό ημερολόγιο – ή στις 10 Αυγούστου – με το νέο – τού έτους εκείνου).

Της υπογραφής τής Συνθήκης, έχει προηγηθεί δεκαήμερη ανακωχή και δύο ημέρες πριν ο βουλγαρικός στρατός, λόγω και έλλειψης πυρομαχικών, είχε αρχίσει να επιστρέφει αποδεκατισμένος (και από χολέρα), εξαθλιωμένος (το ένα πέμπτο των στρατιωτών ήταν ξυπόλυτοι) και εξαγριωμένος κατά της ηγεσίας του (άλλα τμήματά του αρνούνταν να επιστρέψουν πεζή και κατελάμβαναν αμαξοστοιχίες, άλλα καθ’οδόν πυροβολούσαν και έβριζαν Κυβέρνηση και Βασιλέα τους, και άλλα, στον Σιδηροδρομικό Σταθμό τής Σόφιας, τραυμάτισαν βαρειά τον Στρατηγό Ζελάφσκη και τον Διοικητή τους, και λιθοβόλησαν τον βοηθό τού Αρχιστρατήγου Βασιλέα τους, Στρατηγό Ράδκο Δημήτριεφ).

Η βουλγαρική Κυβέρνηση, για να αποφύγει εξέγερση, άρχισε να αφοπλίζει τον στρατό και να τον αποστρατεύει, και για να μετριάσει την αντιδημοτικότητα του γερμανικής προέλευσης Βασιλιά τους Φερδινάνδου οργάνωσε αμέσως στη Σόφια και αλλού επινίκειες (!) παρελάσεις και δοξολογίες με τον ταλαιπωρημένο λαό να διαπορεί και να δυσφορεί με τη σουρεαλιστική εκείνη πανηγυρική επίδειξη.

Επιστέγασμα της κωμικοτραγικής εκείνης προπαγάνδας ήταν η «ΔΙΑΤΑΓΗ» (Αριθ. 120 της 28ης Ιουλίου 1913) την οποία ο Αρχιστράτηγος – Βασιλέας Φερδινάνδος απηύθυνε ως χαιρετισμό στα απολυόμενα στρατεύματά του.

Παραθέτω αποσπάσματα:

«Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί και στρατιώται, … ερρίφθητε εις τον αγώνα με αυταπάρνησην ανταξίαν έθνους ζωτικού και φιλελευθέρου… εξεπλήξατε τον κόσμον δια της υμετέρας ανδρείας, πειθαρχίας και των άλλων στρατιωτικών αρετών. Ανεστήσατε την δόξαν τού Κρούμου, του Συμεών, του Σαμουήλ, του Καλογιάννη και του Ιβάν Ασσέν. Αιώνες θα διηγούνται τα κατορθώματά σας…

Γενναίοι ήρωες!

Είθε ο Ύψιστος να σας ανταμείψη διά παν το υφ’υμών πραχθέν…

Διηγείσθε εις τα τέκνα και τους εγγονούς υμών το θάρρος τού Βουλγάρου στρατιώτου και παρασκευάσατε αυτούς να συμπληρώσωσι μίαν ημέραν το ένδοξον έργον, όπερ υμείς αρχίσατε…».2

Όμως οι απόγονοι του Κρούμου δεν χρειάστηκε να προπαρασκευάσουν τα τέκνα τους. Δύο περίπου χρόνια μετά (τέλη Σεπτεμβρίου 1915) ο Βασιλιάς τους Φερδινάνδος συμμάχισε με τις Κεντρικές Δυνάμεις (Αυστρουγγαρία και Γερμανία) και ο, κατ’αυτόν, γενναίος στρατός του, ακολουθώντας τον γερμανικό στρατό – όπως οι ύαινες τα λεοντάρια – εισέβαλε στις 17 Αυγούστου 1916 στην Ανατολική Μακεδονία μας και την κατέλαβε αμαχητί, λόγω των σχέσεων του Βασιλιά τής Ελλάδας με τον Κάϊζερ της Γερμανίας.

Αμέσως η κατοχή της παραχωρήθηκε από τους Γερμανούς στους Βουλγάρους και η υπερδιετής διάρκειά της (μέσα Αυγούστου 1916 – μέσα Οκτωβρίου 1918) φέρει όλα εκείνα τα γεγονότα που χαρακτηρίζουν τη γενοκτονία, με κύρια: Διώξεις κάθε είδους και λιμοκτονία τού ντόπιου πληθυσμού, αιχμαλωσία του (κυρίως ηλικίες 15 έως 75 ετών αρρένων, αλλά και γυναικοπαίδων) σε στρατόπεδα στη Βουλγαρία με υποχρεωτική εξοντωτική εργασία, καταλήστεψη κάθε είδους κρατικής, εκκλησιαστικής και ιδιωτικής περιουσίας, όπως των παραπάνω Μονών Τιμίου Προδρόμου και Εικοσιφοίνισσας το 1917… Και ακόμα, σε σύνολο 439 κατεχομένων πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών ξεθεμελίωσαν, χωρίς στρατιωτικό λόγο, πλέον των 100!

Τον Σεπτέμβριο του 1918, και ενώ ο Μεγάλος (Α΄ Παγκόσμιος) Πόλεμος μαινόταν, οι Βούλγαροι – ηττημένοι και πάλι – εγκατέλειψαν τους συμμάχους τους Γερμανούς και στις 29 εκείνου του μήνα υπέγραψαν άνευ όρων συνθηκολόγηση με τον Αρχιστράτηγο της Αντάντ στο Μακεδονικό Μέτωπο Φρανσέ Ντ’ Εσπεραί, στο στρατηγείο του στη Θεσσαλονίκη.3

Από το πλήθος των σημαντικότατων γεγονότων, που επακολούθησαν, περιορίζομαι στα ακόλουθα τρία, χαρακτηριστικά τών απογόνων τού Κρούμου:

1ον.-Οι ηττημένοι στρατιώτες, που επέστρεφαν στη Βουλγαρία, όχι μόνο εξακολουθούσαν να ληστεύουν απ’όπου περνούσαν στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, αλλά έμπαιναν στα τρένα που επέστρεφαν με τους Έλληνες αιχμαλώτους και όπου υπήρχαν γυναίκες τις βίαζαν.4

2ον.-Η απόκρυψη, από τους Βουλγάρους, των ανηλίκων παιδιών που είχαν απαγάγει, ώστε να μη βρεθούν από την Ελληνική Στρατιωτική Αποστολή και τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, για να μην επιστραφούν.5 Και 3ον.-Η επιμονή των ηττημένων Βουλγάρων να πείσουν τους νικητές συμμάχους τής Αντάντ να τους συμπεριλάβουν στους νικητές!, ισχυριζόμενοι θρασύτατα ότι η αιτία της συνθηκολόγησής τους προέρχονταν από τα φιλικά αισθήματά τους προς την Αντάντ!6

Ευτυχώς, δεν εισακούστηκαν σ’αυτό από τους Συμμάχους και στις 14/27 Νοεμβίου 1919, στο Νεϊγύ τού Σηκουάνα, 21 χώρες, μεταξύ των οποίων οι νικήτριες της Αντάντ και η Ελλάδα, υπέγραψαν Συνθήκη με την ηττημένη Βουλγαρία, με την οποία Συνθήκη ρυθμίζονταν κυρίως θέματα σε βάρος τής ηττημένης Βουλγαρίας, μεταξύ των οποίων η παραίτησή της από τη Δυτική Θράκη (που είχε αποκτήσει με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου), η υποχρέωσή της να καταβάλει αποζημιώσεις και σε Έλληνες, τις οποίες δεν κατέβαλε ποτέ και (σύμφωνα με το άρθρο 126) «να βρει και να επιστρέψει χωρίς καθυστέρηση στην Ελλάδα, στη Ρουμανία και τη Σερβία έγγραφα ή αρχεία και αντικείμενα αρχαιολογικού, ιστορικού και καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, που είχαν απομακρυνθεί από τα εδάφη των παραπάνω χωρών κατά τη διάρκεια του πολέμου».

Το 1923, μετά από πίεση της Ελληνικής Κυβέρνησης για εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 125 και 126 κλπ. της παραπάνω Συνθήκης του Νεϊγύ, οι Βούλγαροι παρέδωσαν στην προς τούτο Ελληνική αντιπροσωπεία λίγα κιβώτια ως περιέχοντα το σύνολο δήθεν των διαρπαγέντων κειμηλίων από τις παραπάνω δύο Μονές, με τον όρο τα κιβώτια να μην ανοιχτούν εντός βουλγαρικού εδάφους.

Η Ελληνική αντιπροσωπεία, αν και αντιλήφθηκε τον εμπαιγμό και τη συνεχιζόμενη ληστεία των Βουλγάρων, πήρε εκούσα άκουσα τα κιβώτια εκείνα, τα οποία περιείχαν κάποιες δεκάδες μόνο χειρογράφων, από το σύνολο εκατοντάδων κειμηλίων.

Έκτοτε, οι Βούλγαροι ισχυρίζονταν σταθερά ότι ό,τι είχαν πάρει, μας τα έδωσαν το 1923 και ό,τι άλλα τους ζητούσαμε με αδιάσειστα στοιχεία, τα είχαν πάρει Τούρκοι άτακτοι! Ο ισχυρισμός αυτός έχει και το καλό ότι οι Βούλγαροι έτσι αναγνώριζαν ότι είχαν ληστευτεί όσα ισχυριζόμαστε.

Η τρίτη κατοχή τής Ανατολικής Μακεδονίας αποκτήθηκε από τους Βουλγάρους και πάλι αμαχητί, κατά παραχώρηση των Γερμανών τον Μάϊο του 1941 εγγράφως με υπογραφή τού Χίτλερ.

Κατά τη διάρκειά της, εκτός τής σωρείας τών εγκλημάτων πολέμου που διέπραξαν πάλι οι Βούλγαροι, αποτελείωσαν και τη λεηλασία εκκλησιών και Μονών.

Η Μονή του Τιμίου Προδρόμου Σερρών λεηλατήθηκε πάλι το 1942, με τις οδηγίες τού αρχαιολόγου τους Ivan Dujcev.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στο Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι το 1946, οι και πάλι ηττημένοι Βούλγαροι ισχυρίστηκαν ότι δεν ηττήθηκαν, αλλά ότι ήταν και αυτοί νικητές, γιατί είχαν καταλάβει τα Ελληνικά και Σερβικά εδάφη για να τα διαφυλάξουν από τη Γερμανική κατοχή (!), παρουσίασαν τη Βουλγαρία ως συμμέτοχο των αγώνων κατά του Ναζισμού(!) και γι’αυτό αξίωσαν να τους παραχωρηθεί η Δυτική Θράκη, της οποίας ο πληθυσμός τότε ανέρχοταν σε 360.000 με μόνο 150 Βούλγαρους!7 Ευτυχώς, οι ισχυρισμοί και οι αξιώσεις τους απορρίφθηκαν.

Έκτοτε, το ζήτημα των παραπάνω κειμηλίων περιστασιακά έρχονταν στο προσκήνιο, όπως όταν κάποια από αυτά εντοπίστηκαν στην Πράγα ή όταν διαπιστώθηκε ότι ο χρυσοποίκιλτος Επισκοπικός Θρόνος της Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών βρίσκεται στο Μοναστήρι της Ρίλας στη Βουλγαρία.

Αίφνης το 1990, οι Βούλγαροι παρουσίασαν στο νεοπαγές ΄Ιδρυμα Σλαβο – Βυζαντινών Σπουδών «IVAN DUJCEV» ένα μεγάλο μέρος τών παραπάνω κειμηλίων μας, ισχυριζόμενοι ότι δεν είναι τα δικά μας, παρόλον ότι απ’όλα τα έγκυρα και αξιόπιστα στοιχεία καταδεικνύεται πλέον αναμφίβολα ότι είναι τα αρπαγέντα δικά μας.

Επειδή, από επισήμους και μη, διασήμους και μη, λέγεται και ξαναλέγεται, γράφεται και ξαναγράφεται ότι πρέπει να διατηρούμε την ιστορική μνήμη διότι κ.τ.λ. κ.τ.λ., στα παραπάνω σύντομα και ενδεικτικά, που γράφω, προσθέτω ότι η Βουλγαρία είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα, η οποία – κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα – όχι μόνο ηττήθηκε τρεις φορές, αφού προηγουμένως διέπραξε το σύνολο σχεδόν των εγκλημάτων πολέμου (τα οποία έμειναν ατιμώρητα), αλλά δεν έχει ζητήσει ούτε μία έστω απλή συγνώμη, κρατώντας μάλιστα ακόμα τον μεγάλο όγκο των ανεκτίμητων κειμηλίων μας, που καταλήστεψε…

Και ήρθε πρόσφατα ο νεοεκλεγείς Πρόεδρός της κ.Ρούμεν Ράντεφ και μας είπε – στη συνέντευξή του που έδωσε στον κ. Βασίλη Νέδο, στο περιθώριο της επίσημης επίσκεψής του στην Αθήνα, η οποία (συνέντευξη) δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», την Κυριακή 25 Ιουνίου 2017 (σελ. 13) – ότι τα κειμήλια αυτά, όχι ότι είναι δημιουργήματα δικά τους, αλλά ότι «… αποτελούν νόμιμη ιδιοκτησία τού βουλγαρικού κράτους, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Νεϊγί και την ΕλληνοΒουλγαρική Συμφωνία τού 1964, με την οποία έχουν διευθετηθεί όλες οι αμοιβαίες αξιώσεις»!;

Δηλαδή ότι η Βουλγαρία απέκτησε τα εν λόγω κειμήλια από το 1919 και μετά!

Δεδομένου ότι με καμία διάταξη της συνθήκης του Νεϊγύ του 1919, η Βουλγαρία απέκτησε δικαίωμα κυριότητας στα εν λόγω κειμήλια, αλλά αντίθετα επισήμως επιβεβαιώθηκε και διεθνώς η καταλήστεψή τους και δεδομένου ότι στην ΕλληνοΒουλγαρική Συμφωνία του 1964 ουδεμία αναφορά άμεση ή έμμεση υπάρχει στα παραπάνω αρπαγέντα κειμήλιά μας και επομένως ουδεμία σχέση η Συμφωνία αυτή έχει με αυτά – καθόσον ειδικότερα η Συμφωνία περιλαμβάνει δώδεκα επιμέρους συμφωνίες σχετικές μόνο με: μείωση των Βουλγαρικών αποζημιώσεων προς την Ελλάδα, συνεργασία στους τομείς οικονομίας, εμπορίου, πολιτισμού, μεταφορών οδικών, σιδηροδρομικών και αεροπορικών, συγκοινωνιών, τουρισμού, παροχή τελωνειακών διευκολύνσεων και εχέγγυων ότι η Βουλγαρία θα έπαυε να διεκδικεί ελληνικά εδάφη(!),8 – μπαίνει το ερώτημα γιατί ο Πρόεδρος Ράντεφ – ο οποίος θα γνωρίζει καλά ιστορία, δεδομένου μάλιστα ότι διετέλεσε και Αρχηγός τής Πολεμικής Αεροπορίας τής χώρας του – έκανε αυτές τις αβάσιμες δηλώσεις και κραυγαλέα αναληθείς αναφορές σε συνδυασμό με την επισήμανσή του ότι «Το παρελθόν αποτελεί για εμάς πολύτιμο διδάσκαλο…».

Συνακόλουθα, λοιπόν, μας δημιουργούνται εύλογες ανησυχίες – γιατί δεν ξεχνάμε, εμείς οι Ανατολικομακεδόνες, το παρελθόν σε σχέση με τους γείτονες μας απογόνους του Κρούμου – οι οποίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι με τις παραπάνω δηλώσεις του, ο Πρόεδρος Ράντεφ επιβεβαιώνει ό,τι ένα μήνα πριν μας συνέστησε η Υφυπουργός Εσωτερικών και Μακεδονίας – Θράκης κ.Μαρία Κόλλια – Τσαρουχά.

Συγκεκριμένα στις 27 Μαΐου τρ. έ., η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρία Σερρών – Μελενίκου παρουσίασε στη Θεσσαλονίκη τον 18ο Τόμο τού βραβευμένου από την Ακαδημία Αθηνών επιστημονικού περιοδικού συγγράμματός της «ΣΕΡΡΑΪΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», Επετειακού τής Αιχμαλωσίας τών ΑνατολικοΜακεδόνων στη Βουλγαρία 1916 – 1918.

Για την εν λόγω παρουσίαση, η Υφυπουργός Εσωτερικών και Μακεδονίας – Θράκης κ.Μαρία Κόλλια – Τσαρουχά, η οποία είχε λάβει εγκαίρως ανάτυπο του Τόμου και είχε προσκληθεί, έστειλε «Χαιρετισμό», ο οποίος αναγνώστηκε πριν από την παρουσίαση και δημοσιεύτηκε μετά στις εφημερίδες τών Σερρών «Η ΠΡΟΟΔΟΣ» και «Φωνή του Μπέλλες».

Στον Χαιρετισμό της αυτόν, η Σερραία κ.Κόλλια – Τσαρουχά, η οποία διακρίνεται για την ιστορική γνώση και ορθή κρίση της, τον ειλικρινή πατριωτισμό της και τις σχετικές ευαισθησίες της, που εκφράζει αρκούντως, μετά τα επαινετικά λόγια της για τον 18ο Τόμο και τους συντελεστές τής έκδοσής του, συνεχίζει με τα ακόλουθα πολύ σημαντικά και επίκαιρα: «Με την έκδοση του 18ου τόμου των Σερραϊκών Χρονικών και το εξαιρετικό υλικό που παρέχεται ως περιεχόμενό της, γινόμαστε μάρτυρες μέσω αξιόπιστων πηγών και στοιχείων για την αιχμαλωσία ΑνατολικοΜακεδόνων στη Βουλγαρία την ιδιαίτερη περίοδο 1916 – 1918.

Πιστεύω ότι τα έθνη τής Ελλάδας και της Βουλγαρίας έχουμε αφήσει πίσω μας πολλές από τις ιστορικές διαφορές μας και διαμορφώνουμε από κοινού καλές συνθήκες συνεργασίας και γειτονίας.

Παρόλα αυτά, το ιδιαίτερο θέμα του 18ου τόμου των Σερραϊκών Χρονικών, μας δίνει ανεκτίμητα στοιχεία για την κατανόηση των ιστορικών σχέσεων και αντιπαραθέσεών μας, μας επιτρέπουν να συνειδητοποιήσουμε τα χαρακτηριστικά τής γεωπολιτικής δυναμικής και μας παρέχουν εργαλεία για τη σχεδίαση της μελλοντικής μας διακρατικής πολιτικής».

Μας συνιστά, δηλαδή, να μην εφησυχάζουμε με τις παρούσες καλές φαινομενικά συνθήκες συνεργασίας και γειτονίας με τη Βουλγαρία, αλλά να αναζητούμε συνεχώς τα χαρακτηριστικά τής γεωπολιτικής δυναμικής και τα εργαλεία για τη σχεδίαση της μελλοντικής μας διακρατικής πολιτικής.

Πιστεύω ότι η σύσταση αυτή δεν αφορά μόνον τους απλούς Έλληνες πολίτες… Και αυτό κάνει τη σύσταση θαρραλέα και εύστοχη…

Είθε να εισακουστεί και γενικά οι φύλακες να γρηγορούν.

  1. α) Βασίλης Κατσαρός «Τα χειρόγραφα …»(1995): http://www.serres. gr/index.php/ /istoria/ta-xeirografa-tis-monis-prodromou# d2.

β) Μυστικές Διμερείς συνομιλίες μεταξύ Αθήνας και Σόφιας για τα κειμήλια 2014): https://www.sakketosaggelos.gr/Article/5297/.

γ) Βασίλης Γιαννογλούδης: Academia EDU, Ιούλιος 2017, «100 χρόνια από τη λεηλασία…».

  1. «Σερραϊκά Χρονικά», Τόμος Δέκατος Έκτος – Αθήνα 2007. Διονύσης Μαυρόγιαννης «Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913)», σελ. 45 – 56.
  2. «Σερραϊκά Χρονικά», Τόμος Δέκατος Όγδοος – Αθήνα 2017. Θωμάς Π. Πέννας «ΙΙ.

Εικόνες από το τέλος της Δεύτερης Βουλγαρικής Κατοχής στην Ανατολική Μακεδονία (Σεπτέμβριος 1918 – Απρίλιος 1919)», υπότιτλος: «1.Η Συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας την 29η Σεπτεμβρίου 1919», σελ. 137-141.

  1. Ό.π. υπότιτλος: «2. Στοιχεία της συμπεριφοράς τών Βουλγάρων μετά τη συνθηκολόγησή τους», σελ. 145 (τρεις πρώτες σειρές).
  2. Ό.π. σελ. 145, παρ. Β.
  3. Ό.π. σελ. 143.
  4. Βλ. παραπάνω υποσημείωση 2, σελ. 42.
  5. α) Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 19.5.2002: Σπ. Κουζινόπουλος «Τα Ελγίνεια της Μακεδονίας» http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=142670

β) Εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» 29.9.2016: Ευάγγελος Κατσάρας «Η ελληνοβουλγαρική συμφωνία».

γ) Ιερά Μητρόπολη Σερρών & Νιγρίτης «Η “Οδύσσεια” των Ιερών Κειμηλίων Σερρών» – http://www.imsn.gr/mitropoli/istoria/keimilia

δ) Ανακοίνωση (Ιούνιος – Ιούλιος 2017) Ιεράς Μητρόπολης Δράμας – imdramas@otenet.gr.

ε) Εφημερίδα Σερρών «Η ΠΡΟΟΔΟΣ», 4.7.2017: Χαράλαμπος Βουρουτζίδης «Από πού και έως πού “νόμιμη ιδιοκτησία” σας τα έργα του Ελληνικού Πολιτισμού Πρόεδρε της Βουλγαρίας;».__