Home > νέα > Στον «Π.Τ.» ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας: Αίτηση αναστολής ακύρωσης για την εγκατάσταση POS από δικηγόρους

Στον «Π.Τ.» ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας: Αίτηση αναστολής ακύρωσης για την εγκατάσταση POS από δικηγόρους

Από τους Δικηγορικούς Συλλόγους Δράμας και Σερρών

Αίτηση αναστολής ακύρωσης

για την εγκατάσταση POS από δικηγόρους

Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας: Αντισυνταγματικό μέτρο ενώ προσβάλει το απόρρητο του πελάτη – εντολέα

 

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

 

ΑΙΤΗΣΗ αναστολής εκτελέσεως της υπουργικής απόφαση για τοποθέτηση μηχανημάτων POS στους ελεύθερους επαγγελματίες δικηγόρους, έχουν καταθέσει οι Δικηγορικοί Σύλλογοι Δράμας και Σερρών, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Η αίτηση αυτή αναμένεται να εκδικαστεί τις επόμενες ημέρες, πιθανότατα και την επόμενη εβδομάδα.

Τι σημαίνει όμως αυτό πρακτικά; «Αυτό σημαίνει ότι αν η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) είναι θετική προς το παρόν, θα μπορέσουμε να μπλοκάρουμε την όλη διαδικασία τοποθέτησης των POS», τονίζει στον «Πρωινό Τύπο» ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας κ. Αναστάσιος Πούλιος.

Στο μεταξύ, η αίτηση ακύρωσης κατά της υπουργικής απόφασης που έχουν ταυτόχρονα καταθέσει, αναμένεται να συζητηθεί τον Οκτώβριο. Ακόμα και αν η απόφαση του ΣτΕ είναι θετική για τους δικηγόρους και μπλοκάρει τη διαδικασία εγκατάστασης των POS, «δεν σημαίνει ότι θα είναι πρόκριμα για την κρίση της αίτησης ακύρωσης», επισημαίνει ιδιαίτερα ο κ. Πούλιος.

Tasos_Poulios

Η αίτηση αναστολής ακύρωσης κατά των POS

Όπως εξηγεί μιλώντας στον «Πρωινό Τύπο» ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας κ. Πούλιος, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι Δράμας και Σερρών είχαν ασκήσει αίτηση ακύρωσης από τις αρχές Ιουνίου κατά της υπουργικής απόφασης, με την οποία υποχρεώνονται μεταξύ άλλων και οι δικηγόροι, να εγκαταστήσουν μηχανές POS στα δικηγορικά τους γραφεία.

«Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι, αν γίνει δεκτή μέχρι τη συζήτηση της αίτησης ακυρώσεως που θα γίνει τον Οκτώβριο, θα μπλοκαριστεί όλη η διαδικασία, εάν πάντα γίνει δεκτή από το ΣτΕ.

Αν θα γίνει δεκτή ή όχι βέβαια, εξαρτάται από ένα πολλούς παράγοντες και δεν αποτελεί πρόκριμα για την κρίση της αίτησης ακύρωσης. Ενδεικτικά υπενθυμίζω ότι, η περίφημη ιστορία με τη τηλεοπτικές άδειες, ο νόμος Παππά κτλ., ασκήθηκαν 8 αιτήσεις αναστολής, απορρίφθηκαν όλες, αλλά όταν έφτασε η ώρα συζήτησης της αίτησης ακύρωσης έγινε δεκτή και ακυρώθηκες  όλος ο διαγωνισμός που είχε γίνει μέχρι τότε. Δεν αποτελεί πρόκριμα δηλαδή, όσον αφορά την κρίση για την αίτηση ακύρωσης.

Παρ’ όλα αυτά, εμείς θεωρήσαμε ότι έπρεπε να προχωρήσουμε σ’ αυτή την ενέργεια, γιατί από την στιγμή που ασκήσαμε μια αίτηση ακύρωσης, και είναι στα πλαίσια των νομίμων δικαιωμάτων να ασκείς και αίτηση αναστολής, θέσαμε στον εαυτό μας το ερώτημα, αν θα πρέπει να εξαντλήσουμε όλα τα μέσα που μας δίνει ο νόμος. Και το πράξαμε.»

 

Τρεις λόγοι για την αίτηση ακύρωσης

Όπως λέει στον «Πρωινό Τύπο» ο κ. Πούλιος, «στην αίτηση ακύρωσης έχουμε τρεις λόγους για τους οποίους προσβάλουμε αυτή την υπουργική απόφαση. Ο ένας λόγος λέει ότι είναι μη νόμιμη η υπουργική απόφαση, διότι δεν υπήρχε εξουσιοδότηση στο νόμο, προκειμένου να βγει αυτή η απόφαση Οι υπουργικές αποφάσεις εκδίδονται από υπουργούς, όταν υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση στο νόμο στον οποίον αναφέρονται.

Η συγκεκριμένη εξουσιοδότηση είναι παντελώς αόριστη. Και μάλιστα, αυτός ο λόγος, έγινε δεκτός και από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, η οποία έβγαλε και σχετική απόφαση γνωμοδότησης, η οποία λέει αυτό ακριβώς: επειδή η εξουσιοδοτική διάταξη είναι αόριστη, γι’ αυτό το λόγο και η υπουργική απόφαση είναι μη νόμιμη.

Ένας δεύτερος λόγος, είναι ότι κάθε ενέργεια που γίνεται στα πλαίσια του τραπεζικού συστήματος της χώρας, απαιτεί με βάση κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης προηγούμενη έκφραση γνώμης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Γεγονός που δεν έχει συμβεί στην συγκεκριμένη περίπτωση. Η ελληνική κυβέρνηση δεν ζήτησε την γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και προχώρησε στο μέτρο αυτό από μόνη της. Πράγμα που προσβάλει το Ενωσιακό Δίκαιο.

Και υπάρχει και ένας τρίτος λόγος ο οποίος είναι και ο ποιος ουσιαστικός, είναι η αρχή της αναλογικότητας. Δηλαδή, όταν έχουμε ένα αριθμό τεράστιο, που υπερβαίνει το 50% δικηγόρων στην Ελλάδα, οι οποίοι ουσιαστικά βρίσκονται σε μια φάση ανεργίας, για να το θέσουμε κομψά, έχουν δηλαδή λιγότερες από δέκα παραστάσεις το χρόνο, που σημαίνει ότι δεν μπορούν να συντηρήσουν ούτε το γραφείο τους μ’ αυτή τη διαδικασία, θεωρούμε ότι είναι εξαιρετικά υπερβολικό ο επαγγελματίας αυτός να εγκαταστήσει μηχάνημα POS, με ό,τι επιβαρύνσεις συνεπάγεται αυτό και κάποιες επιβαρύνσεις οι οποίες δεν είναι γνωστές.»

 

Επαγγελματικό απόρρητο

Ανάμεσα στα άλλα, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας, επισημαίνει έναν ακόμα λόγο για τον οποίο η εγκατάσταση POS, θα προκαλέσει προβλήματα στις συναλλαγές με τους εντολείς – πελάτες τους. Πρόκειται για το επαγγελματικό απόρρητο μεταξύ των δύο μερών και μας εξηγεί σχετικά:

«Ως γνωστόν, οι δικηγόροι έχουν αυτό που λέγεται επαγγελματικό απόρρητο. Η σχέση με τους πελάτες τους, με τους εντολείς, καλύπτεται από επαγγελματικό απόρρητο, το οποίο είναι διατυπωμένο και εκφρασμένο σε όλα τα νομοθετικά κείμενα και στον Κώδικα Δικηγόρων της Ελληνικής Πολιτείας. Εάν η συναλλαγή που γίνεται μεταξύ εντολέα και δικηγόρου καταγράφεται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος POS, όπως είναι ευνόητο καταπατάται αυτή η αρχή, διότι σε αόριστο αριθμό ατόμων, θα γίνει γνωστή αυτή η συναλλαγή αυτή. Με αποτέλεσμα το δικηγορικό απόρρητο να τίθεται σε πολλά ερωτηματικά για το πώς θα διαφυλαχθεί αυτό. Και στα πλαίσια του νόμου και της υπουργικής απόφασης, δεν υπάρχει εξασφάλιση γι’ αυτό».

 

Οι χρεώσεις ανά συναλλαγή

Ο κ. Πούλιος αναφέρεται επίσης στις χρεώσεις των τραπεζικών ιδρυμάτων που είναι εξαιρετικά υψηλές επισημαίνοντας ότι, «ανά συναλλαγή με τις τράπεζες αγγίζουν το 0,80% – 2,5%. Που σημαίνει ότι, κάτω από τις σημερινές συνθήκες και με το κόστος της Δικαιοσύνης, προσθέτουμε ένα ακόμα κόστος επιπλέον, το οποίο καταντά να είναι πλέον δυσβάστακτο και για τον πολίτη ο οποίος επιδιώκει να βρει το δίκιο του μέσω της διαδικασίας της Δικαιοσύνης, αλλά και για τον δικηγόρο ο οποίος θα πρέπει και αυτό, αναγκαστικά να το απορροφήσει μαζί με όλα τα υπόλοιπα που έχουν έρθει τον τελευταίο καιρό.»

 

Και δικηγόροι στην αίτηση

Ρωτήσαμε τον κ. Πούλιο, για το αν έχουν καταθέσει και μεμονωμένοι συνάδελφοί τους και τι σημαίνει αυτό. Όπως τονίζει, «το θέμα είναι καθαρά τεχνικό. Πράγματι, δεν κάναμε μόνο ως Δικηγορικοί Σύλλογοι, παρ’  όλο που είχαμε το δικαίωμα, την κάναμε και ατομικά ως δικηγόροι, ακριβώς για τον λόγο να έχουμε τη δυνατότητα να μπορέσουμε μετά να διεκδικήσουμε, όπως και κάναμε και την αίτηση αναστολής εκτέλεσης.

Διότι αν ασκούσαμε την αίτηση αναστολής ακύρωσης μόνο ως νομικά πρόσωπα, θα υπήρχε μεγάλο πρόβλημα να προχωρήσουμε σε μια αίτηση αναστολής εκτέλεσης, γιατί για τα νομικά πρόσωπα είναι πολύ δύσκολο να διεκδικήσουν και αίτηση αναστολής εκτέλεσης, ενώ ατομικά είναι σχετικά ποιο εύκολο.»

 

Η Ολομέλεια και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών

Σε ερώτηση για ποιο λόγο δεν προχώρησε αυτή η αίτηση ακύρωσης αναστολής από το Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών ή και από την Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, ο κ. Πούλιος εξηγεί σχετικά:

«Υπήρξε ένα θέμα εδώ και καλά κάνετε και το ρωτάτε. Εμείς επανειλημμένα θέσαμε το ζήτημα στην Ολομέλεια των προέδρων, και εγώ και ο συνάδελφος του Δικηγορικού Συλλόγου Σερρών.

Δυστυχώς η Ολομέλεια αρκέστηκε μόνο στο να ζητήσει την έκφραση γνώμης από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων, η οποία πράγματι και εκδόθηκε. Σωστή η ενέργεια, αλλά δυστυχώς έμεινε μόνο εκεί. Με αποτέλεσμα, και ενώ η προθεσμία για την υποχρεωτική εγκατάσταση POS λήγει στις 27 Ιουλίου, οι συνάδελφοι δεν γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν να προχωρήσουν ή όχι. Ακούγονται κάποιες φήμες για παράταση της προθεσμίας χωρίς τίποτα να είναι σίγουρο, οπότε θεωρήσαμε, ότι παρ’ όλο που έγινε όπως θα έπρεπε να γίνει μια τέτοια ενέργεια από την Ολομέλεια των προέδρων, θα προχωρούσαμε μόνοι μας, προκειμένου να προσπαθήσουμε να επιτύχουμε ένα θετικό αποτέλεσμα για τους συναδέλφους εγκαίρως, πριν τη λήξη της προθεσμίας.

Κανονικά θα έπρεπε αυτή η διαδικασία να γίνει από το ανώτερο συνδικαλιστικό μας όργανο την Ολομέλεια, η οποία όμως δυστυχώς αδράνησε στο σημείο αυτό και δεν προχώρησε, παρ’ όλο που ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών έχει ασκήσει και αυτός αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ αλλά δεν έχει προχωρήσει παραπέρα.»