Home > Πρώτο Θέμα > «Χάρτινες Ιστορίες» και σπαράγματα από παλιά βιβλία και μνήμες-Ο εικαστικός Θοδωρής  Λάλος μιλάει στον «Π.Τ.»

«Χάρτινες Ιστορίες» και σπαράγματα από παλιά βιβλία και μνήμες-Ο εικαστικός Θοδωρής  Λάλος μιλάει στον «Π.Τ.»

Ο εικαστικός Θοδωρής  Λάλος μιλάει στον «Π.Τ.»

«Χάρτινες Ιστορίες»

και σπαράγματα

από παλιά βιβλία και μνήμες

Η έκθεση στη GALLERY 13 θα διαρκέσει μέχρι και 8 Νοεμβρίου

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ενδιαφέρουσα έκθεση έργων τέχνης, του καταξιωμένου εικαστικού Θοδωρή Λάλου, φιλοξενείται αυτές τις μέρες στη Δράμα, στην GALLERY 13. Τίτλος της έκθεσης είναι «Χάρτινες Ιστορίες» και τα εγκαίνιά της έγιναν το βράδυ του περασμένου Σαββάτου. Η έκθεση θα παραμείνει ανοικτή για το κοινό μέχρι και 8 Νοεμβρίου.

Οι «Χάρτινες Ιστορίες», είναι μια έκθεση με έργα του Θοδωρή Λάλου, που έχουν  να κάνουν με το βιβλίο μέσα από μια διαφορετική θέαση. Ο καλλιτέχνης, χρησιμοποιεί σύνθετες τεχνικές όπως ζωγραφική, κατασκευές από διάφορα αντικείμενα, φωτογραφίες και σπαράγματα παλαιών βιβλίων, δίνοντας έτσι μια διαφορετική χρήση του βιβλίου. Εξώφυλλα βιβλίων, κιτρινισμένες σελίδες, χειρόγραφες σημειώσεις και άλλα, συνθέτουν μια διαφορετική εικόνα και θέαση για τους λάτρεις του βιβλίου και όχι μόνο. Στο σημερινό ψηφιακό κόσμο, το βιβλίο ιδωμένο μέσα από μια διαφορετική ματιά, θα προσδώσει στο  θεατή μια νέα ματιά σε ένα παιχνίδι με τη μνήμη και την καλλιτεχνική δημιουργία.

Ο Θοδωρής Λάλος μίλησε για το έργο του στον «Π.Τ», δίνοντάς μας ενδιαφέροντα στοιχεία γύρω από τις τεχνικές που ακολουθεί, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται την ώρα που δημιουργεί.

 

Έρχεστε για πρώτη φορά στη Δράμα;

«Στη Δράμα πρώτη φορά εκθέτω. Συνεργαζόμαστε εδώ με τον χώρο που έχει ανοίξει ο Δημήτρης Γούδας, την GALERY 13, και είναι πολύ ωραία. Ο Δημήτρης Γούδας, ασχολείται με τα βιβλία, τις βιβλιοδεσίες, τα χαρτιά, τις ραφές και όλα αυτά τα υλικά που χρησιμοποιώ κι εγώ στη δουλειά μου. Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μου, αφορά τα εικαστικά βιβλία, το βιβλίο ως μια άλλη θέαση, έναν άλλο τρόπο να χρησιμοποιηθεί για να μεταφέρει τις δικές μου ιδέες και τις δικές μου δημιουργίες και την σκέψη πάνω στην τέχνη. Χρησιμοποιώ γραφές, παλιές φωτογραφίες, αντικείμενα ένθετα. Όλα αυτά συνθέτουν ένα νέο πλαίσιο, πάνω στην έννοια του εικαστικού βιβλίου. Όσον αφορά δηλαδή τη θέαση της τέχνης. Βιβλία, είτε ραμμένα, με την κλασσική βιβλιοδεσία, την βυζαντινή ή την γιαπωνέζικη βιβλιοδεσία ή τύπου ακορντεόν που χρησιμοποιώ, είτε βιβλία που τα χρησιμοποιώ ένθετα για να δημιουργήσω κατασκευές, χώρους κτλ.».

Σε μια εποχή που έχουμε το διαδίκτυο και ο κόσμος στρέφεται σε μια διαφορετική θέαση του βιβλίου με την έννοια ότι διαβάζω κάτι χωρίς να έχω χαρτί στα χέρια μου, ποια είναι η σχέση μ’ αυτό που κάνετε εσείς;

«Είναι πολύ ωραία ερώτηση, γιατί στις μέρες της εικόνας και της ψηφιακής πληροφορίας ως επί το πλείστον, το βιβλίο ως έννοια, εμφανίζεται λίγο πίσω, λίγο παρελθόν. Δίνοντας αυτή τη θέαση του βιβλίου, προσπαθώ να το εξυψώσω, γιατί για μένα αποτελεί ένα μνημείο της σκέψης του ανθρώπου, της μεταφοράς των ιδεών ανά τους αιώνες και έχει βοηθήσει την ανθρωπότητα να πάει μπροστά, να προχωρήσει».

Στην ουσία θα λέγαμε ότι, το βιβλίο είναι αυτό που μας οδήγησε στο διαδίκτυο κουβαλώντας όλη αυτή τη γνώση.

«Ακριβώς. Και φτάσαμε ως εκεί, ουσιαστικά πάλι μ’ αυτόν τον τρόπο. Στα έργα μου χρησιμοποιώ το βιβλίο, όχι με μια θέση αναδρομής ή παρελθοντική. Ίσα-ίσα, το προβάλω την έννοια του βιβλίου, το τι έχει μεταδώσει και τι μπορεί να μεταδώσει, τη δύναμη του βιβλίου. Και βέβαια με μια εικαστική ματιά, έτσι όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ».

Σε όλα σας τα έργα βλέπει κάποιος μια πολυσύνθετη τεχνική. Ζωγραφική, φωτογραφία, κολάζ και άλλες τεχνοτροπίες. Για ποιο λόγο αυτός ο πλουραλισμός των τεχνικών;

«Είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό μέρος της τεχνικής που δουλεύω. Δηλαδή, προσπαθώ να συντονίσω, να συνθέσω πάρα πολλά πράγματα, πάρα πολλές τεχνικές, αλλά να φαίνεται το έργο πολύ απλό. Και αυτό είναι πολύ δύσκολο. Γιατί, ναι μεν υπάρχουν πάρα πολλά και πολύπλοκα πράγματα μέσα, αλλά στην τελική βλέποντας ένα έργο, βλέπεις κάτι πάρα πολύ απλό. Αυτός είναι ο δικός μου εικαστικός τρόπος, είναι πολύ αναγνωρίσιμος. Και όπως είπατε, βλέποντας ένα έργο κάποιος, καταλαβαίνει κατευθείαν ότι προέρχεται από τα δικά μου χέρια. Και αυτό είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό. Η αναγνωρισιμότητα δηλαδή που μπορεί να έχει ένας καλλιτέχνης. Έτσι λοιπόν, χρησιμοποιώ χαρακτική, ζωγραφική, σχέδιο, κολάζ, ένθετα πράγματα, γραφές, παλιές φωτογραφίες. Παρ’ όλα αυτά, τα χρησιμοποιώ με ένα τρόπο – επειδή έχουν δουλευτεί υπάρχει ένα μπαγκράουντ πίσω πολύ δυνατό – με τρόπο ώστε να φαίνονται πάρα πολύ απλά. Γιατί όντως, όταν τα δουλεύω, τα δουλεύω πολύ γρήγορα, σχεδόν χωρίς να σκέφτομαι και υπάρχει μια ροή, όπως το ασυνείδητο φεύγει σε μια γραφή αυτόματη. Και υπάρχει μια πολύ μεγάλη σχέση των έργων, καθώς χρησιμοποιώ πολύ την λογοτεχνία, την ιστορία. Οπότε πάλι το βιβλίο, η γνώση και ότι περιέχει ένα βιβλίο, επανέρχονται στο έργο. Χρησιμοποιώ πολλά στοιχεία που προέρχονται πάλι από το ίδιο το βιβλίο».

Κύριε Λάλο, είστε ένας καταξιωμένος καλλιτέχνης και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με πολλές εκθέσεις. Υπάρχει κάποιο μυστικό θα έλεγα, το οποίο οδηγεί έναν εικαστικό στην καταξίωση του χώρου του;

«Σίγουρα είναι η δουλειά. Γιατί, αυτό που φαίνεται απλό και μπορεί να βγαίνει εύκολα… – όπως έλεγε ο Πικάσο, ότι για να βγει αυτή η γραμμή, από πίσω της υπάρχουν 40 χρόνια δουλειάς –  είναι σίγουρα η δουλειά. Είναι πολλές ώρες που παιδεύομαι πάνω στα υλικά, πάνω στις τεχνικές. Ένα παιχνίδι δηλαδή που κάνω με ό,τι μπορεί να μου κεντρίσει τη φαντασία. Είμαι ανοικτός σε πολλά πράγματα. Παρακολουθώ, βλέπω, κάτι που μπορώ να το προσαρμόσω με ένα δικό μου τρόπο στο έργο και νομίζω ότι η επιμονή που έχω στην τεχνική και τεχνολογία των υλικών και στο πώς αυτά μπορώ να τα μετατρέψω και να με βοηθήσουν στο εικαστικό αποτέλεσμα, είναι αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε ως μυστικό. Ούτε κάποιο ταλέντο, ούτε κάτι άλλο. Μυστικό είναι σίγουρα η σκληρή δουλειά».

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δίνετε μέσα από τα έργα σας κάποιο μήνυμα προς το θεατή; Υπάρχουν μηνύματα που βγαίνουν από τα έργα σας στο σύνολο μιας έκθεσης για παράδειγμα;

«Πολλές φορές τα μηνύματα, όταν έρχονται οι θεατές και βλέπουν τα έργα, είναι πολλαπλά. Και είναι ανάλογα με το βίωμα που έχει ο καθένας. Σίγουρα έχουν πολλά στοιχεία της ιστορίας, του παρελθόντος, πολλά στοιχεία που ο θεατής βλέπει και καθρεφτίζεται ο ίδιος μέσα, την παιδική του ηλικία. Γιατί δουλεύω και με πολλές παιδικές αναμνήσεις δικές μου, αλλά συγχρόνως αγγίζουν πολύ κόσμο, γιατί μπορεί να είναι αναμνήσεις συναφείς και δικές τους. Εγώ όταν δουλεύω, δίνω ένα δικό μου τρόπο θέασης, αλλά από εκεί και πέρα αφήνω το θεατή να κάνει κι αυτός ένα βήμα παραπέρα. Σκέφτομαι πολλές φορές ότι έχω τοίχο μπροστά μου και έχω μπαλάκι του τένις. Και το πετάω πάνω από τον τοίχο, χωρίς να ξέρω τι έχει από πίσω. Και ξαφνικά κάποιος μου πετάει από πίσω δύο μπαλάκια. Υπάρχει δηλαδή μια τέτοια συνομιλία –από την στιγμή που βγαίνουν τα έργα από το εργαστήριο για να εκτεθούν – ενός καραβιού που πάει μέσα σε ένα ποτάμι και δεν ξέρεις πού θα φτάσει. Υπάρχει μια ροή δηλαδή και αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Πολλοί έρχονται και μου λένε πράγματα για τα έργα, που μπορεί εγώ να μην τα είχα σκεφτεί».

Ουσιαστικά δηλαδή, όταν είναι «τελειωμένο» ένα έργο – γιατί φαντάζομαι ότι ένα έργο δεν μπορεί να τελειώνει κάπου συγκεκριμένα – ουσιαστικά αυτό στη συνέχεια φεύγει από τα χέρια σας. Είναι ένα αντικείμενο τελείως διαφορετικό από αυτό που είχατε αρχικά στο μυαλό σας μέχρι την έκθεσή του.

«Ναι είναι τελείως διαφορετικό. Έχει ένα δρόμο. Από την στιγμή που τελειώνει, μετά φεύγει από εμένα. Αυτό είναι το ωραίο».

Όταν λοιπόν «φεύγει» το έργο από τα χέρια σας. Πώς το βλέπετε; Βλέπετε κάτι διαφορετικό;

«Δεν το έχω σκεφτεί έτσι. Ο καθένας βλέπει κάτι δικό του σε κάθε έργο».

Κύριε Λάλο, έχετε σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης και αποφοιτήσατε με άριστα. Τι ήταν εκείνο που σας ώθησε να ακολουθήσετε αυτό το δρόμο;

«Σίγουρα μια ευαισθησία που έχω για τις ανθρώπινες καταστάσεις, σίγουρα η αγάπη μου για την ιστορία, τη λογοτεχνία, την ποίηση. Όλα αυτά υπάρχουν στα έργα μου και σίγουρα είναι ένας τρόπος για μένα να μιλήσω. Γιατί γενικά δεν είμαι ένας άνθρωπος που μιλάει πολύ. Παρ’ όλα αυτά, βρήκα ένα τρόπο, στα έργα μου να πω κάτι παραπάνω. Να πω πράγματα και να κάνω μια διάδραση με τους ανθρώπους για να μπορέσω να έχω μια επικοινωνία. Ένας δικός μου τρόπος επικοινωνίας σ’ αυτό τον ψηφιακό κόσμο –που λέγαμε πριν –που ζούμε».

Στις εκθέσεις που έχετε κάνει μέχρι σήμερα, ποιες είναι γενικά οι αντιδράσεις που έχετε συναντήσει; Έχετε συναντήσει ποτέ κάποια έντονη αντίδραση; Με την έννοια, πέρα από τα καλά λόγια φυσικά, ίσως κάποιες διαφορετικές αντιδράσεις στο γιατί έγινε έτσι αυτό κτλ.

«Οι περισσότεροι μένουν στα ερωτήματα που λέτε. Γιατί το έκανες αυτό, τι θέλεις να πεις εδώ, γιατί έβαλες αυτό. Αλλά όχι ότι υπάρχει αντίδραση. Είναι περισσότερο μια ερώτηση, μια περιέργεια πολλές φορές. Κι αυτό που απαντάω είναι ότι, πολλές φορές η περιέργεια η δικιά μου μπορεί να μην είναι μια περιέργεια για κάποιον άλλο, αλλά κάτι που σου κεντρίζει το ενδιαφέρον. Γιατί αυτό είναι η ουσία της τέχνης. Να σκεφτείς λίγο παραπέρα, να δημιουργήσεις κάτι που δεν το έχεις αντιληφθεί και καλό είναι που μπορεί να έρθει κάποιος και ν’ αρχίσει να ρωτάει, που σημαίνει ότι ενδιαφέρεται, ότι θέλει να μάθει, να δει τι υπάρχει πίσω απ’ αυτό. Κι αυτό γιατί υπάρχουν πολλά πράγματα πίσω από τα έργα. Τα έργα έχουν μια πολυπλοκότητα, μια θεατρικότητα. Υπάρχουν πολλά πράγματα που θα μπορούσες να δεις. Πολλά κρυφά που θα μπορούσες να δεις ξαναβλέποντας το έργο και δυο και τρεις φορές. Είναι άνθρωποι που έρχονται και δύο και τρεις φορές σε εκθέσεις, ανακαλύπτουν πράγματα, μιλάνε και μου παίρνουν τηλέφωνο και μιλάμε. Ειδικά στα εικαστικά βιβλία που μπορείς να τα ξεφυλλίσεις. Οπότε χρειάζεσαι χρόνο για να ανακαλύψεις. Κι αυτό είναι σημαντικό, να θέλεις δηλαδή χρόνο για να δεις ένα έργο τέχνης και αυτό έρχεται σε αντιδιαστολή και αντίθεση με τον ψηφιακό κόσμο που αναφέραμε πριν, όπου όλα τα περνάμε πάρα πολύ γρήγορα. Πρέπει να αφιερώσεις χρόνο. Όπως για να ακούσεις ένα μουσικό κομμάτι από την αρχή μέχρι το τέλος. Έτσι και το εικαστικό βιβλίο. Πρέπει να το ξεφυλλίσεις, να έχεις παύσεις, ώστε να μπορέσεις να το δεις σαν ολοκληρωμένο έργο. Και αυτό θέλει χρόνο και διάθεση».

Ο Θοδωρής Λάλος γεννήθηκε το 1976. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης και συντήρηση έργων τέχνης στην Αθήνα και τη Ρώμη. Έχει στο ενεργητικό του 5 ατομικές εκθέσεις. Έχει πάρει μέρος σε πλήθος ομαδικών εκθέσεων και Μπιεννάλε σε Σουηδία, Ιταλία, Ολλανδία, Τουρκία, Μεξικό, Αίγυπτο, Λιθουανία. Συμμετείχε το 2012 στο workshop Σύνθεση – Κατασκευή – Παραγωγή Ρώσικη Πρωτοπορία και Σύγχρονη Τέχνη του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Έχει σχεδιάσει σκηνικά κοστούμια για το θέατρο. (Ομάδα Τρίτο Στούντιο). Έργα του υπάρχουν στη μόνιμη συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, Μουσείο Καβάφη Αλεξάνδρεια Αιγύπτου, Stedelijk Van Abbemuseum Αϊντχόβεν Ολλανδίας καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.