Home > Αρθρα > Ένα μνημειώδες βιβλίο για τη Δράμα, που κινδυνεύει να περιπέσει στη λήθη «ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1941) Εξέγερση ή προβοκάτσια;»

Ένα μνημειώδες βιβλίο για τη Δράμα, που κινδυνεύει να περιπέσει στη λήθη «ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1941) Εξέγερση ή προβοκάτσια;»

«ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΣ (ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1941)

Εξέγερση ή προβοκάτσια;»

Ένα μνημειώδες βιβλίο για τη Δράμα,

που κινδυνεύει να περιπέσει στη λήθη

 

Γράφει ο Δημήτρης Σφακιανάκης

 

Η πρώτη, συστηματική και αμερόληπτη απογραφή της τραγικής σφαγής. Πρόκειται για ανεπανάληπτο [έργο]  εθνικής αυτογνωσίας φτάνει να διαβαστεί και να εκτιμηθεί όσο του πρέπει.  (Δημήτρης Μαρωνίτης, Το Βήμα, 6-6-2010).

*****

Η προσπάθεια να λυθεί το ερώτημα σχετικά με  τα γεγονότα της Δράμας μού έκανε μεγάλη εντύπωση και η απάντηση των  συγγραφέων είναι  η πλησιέστερη προς την αλήθεια. Ο αναλυτικός κατάλογος των θυμάτων ρίχνει φως και προσφέρει τεκμηρίωση που ούτε καν την φανταζόμασταν. Οι συγγραφείς έκαναν εμπεριστατωμένη έρευνα, αλλά και  η έκδοση  από τη ΔΕΚΠΟΤΑ αποτελεί σημαντική προσφορά του Δήμου Δράμας και αληθινό μνημείο για  τη  Δράμα. 

(Ντίνος Χριστιανόπουλος, απόσπασμα από ιδιόχειρη, χειρόγραφη επιστολή προς τη ΔΕΚΠΟΤΑ Δράμας, 15-9-2000).

*****

Ακόμη μια φορά αποδεικνύεται ότι για μια σοβαρή μελέτη απαιτείται μόχθος, χρόνος, υπομονή και τρέξιμο, για να τεκμηριωθούν τα γραφόμενα […] Ο λόγος του βιβλίου είναι επιστημονικός (= ο της αλήθειας) και τα αναγραφόμενα τεκμηριώνονται. Αυτό είναι μεγάλη αρετή!

(Βασίλης Άτσαλος, απόσπασμα από ιδιόχειρη συγχαρητήρια επιστολή  προς τον Δημήτρη Πασχαλίδη, 3-2-2004).

*****

Το βιβλίο βασίστηκε σε εκτεταμένη έρευνα σε ελληνικά βουλγαρικά και αμερικανικά αρχεία και σε στοιχεία από προσωπικές συνεντεύξεις. Το έργο αποτελεί αξιοσημείωτη προσπάθεια και διαφωτίζει με αντικειμενικότητα και συστηματικό τρόπο ένα από τα δραματικά επεισόδια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

(Από το σκεπτικό της βράβευσης του βιβλίου από την Ακαδημία Αθηνών το 2004).

Ένας ενδεικτικός πίνακας από την ονομαστική κατάσταση των  2.140 συνολικά νεκρών των βουλγαρικών αντιποίνων, με  αναλυτικά στοιχεία για κάθε θύμα. 

 Οι τρεις δημιουργοί και η πρωτοποριακή συμβολή τους

Τρεις άνθρωποι μόχθησαν για πέντε σχεδόν χρόνια με καθημερινή επίπονη δουλειά, χωρίς κανένα υλικό κίνητρο, παρά μόνο για να ολοκληρώσουν ένα έργο που έγινε σκοπός ζωής: να διερευνήσουν, να συνθέσουν και να ερμηνεύσουν  τα γεγονότα που οδήγησαν στα πιο αιματηρά και βάναυσα αντίποινα που γνώρισε η κατεχόμενη Ελλάδα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το όλο εγχείρημα ήταν εξαιρετικά φιλόδοξο και δυσχερές. Και αυτό γιατί οι αιτίες, τα κίνητρα, τα  γεγονότα της εξέγερσης και ό,τι ακολούθησε μετά, πέρασαν μέσα από τα φίλτρα της στρατευμένης ιστοριογραφίας. Διαφορετικές οπτικές προσεγγίσεις με τον δικό τους διαφορετικό ιδεολογικό και πολιτικό χρωματισμό συσκότιζαν παρά διαφώτιζαν κρίσιμες πτυχές των γεγονότων.  Οι συντελεστές του έργου αποφεύγοντας την εκβιαστική εξαγωγή συμπερασμάτων κατέθεσαν μια ερμηνευτική πρόταση που ανέτρεψε πεποιθήσεις  κυρίαρχες για δεκαετίες, οι οποίες μάλιστα στο σύνολό τους δεν προέρχονταν από την επιστημονική κοινότητα.  «Επειδή το κίνημα της 28ης Σεπτεμβρίου σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από την τοπική (ή ίσως και την περιφερειακή) ηγεσία του Κομμουνιστικού κόμματος, η δεξιά ιστοριογραφία επιδίωξε εξαρχής να διαβάλει τις προθέσεις και τις επιδιώξεις των επαναστατών και να αποδώσει το κίνημα  ή σε βουλγαρική προβοκάτσια ή -ακόμα χειρότερα- σε συνειδητή συνεργασία της κομμουνιστικής ηγεσίας με τις βουλγαρικές αρχές κατοχής. Αυτή είναι η μια όψη του κίβδηλου νομίσματος. Η άλλη είναι η αριστερή εκδοχή: επειδή το κίνημα το ακολούθησαν, όπως είναι γνωστό, τα απάνθρωπα βουλγαρικά αντίποινα και επειδή ή ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν θέλησε να φορτωθεί την ευθύνη για το θάνατο τόσων αθώων ανθρώπων, γι’ αυτό όχι μόνο βιάστηκε να αποκηρύξει το κίνημα αλλά και το διέσυρε συνειδητά μέσω της κομματικής ιστοριογραφίας, χαρακτηρίζοντας το και αυτή ως αποτέλεσμα βουλγαρικής προβοκάτσιας». (Από ομιλία του Μαργαρίτη Τζίμα -δημάρχου Δράμας 1991-2004- για τις εκδηλώσεις μνήμης,   30 Σεπτεμβρίου 2003)[1].

Ένα έργο αφοσίωσης και ανιδιοτέλειας

Το έργο ως τελικό αποτέλεσμα όχι μόνο δικαίωσε αλλά υπερέβη τις προσδοκίες των τριών δημιουργών του. «Τα γεγονότα της Δράμας», 20 χρόνια μετά την πρώτη τους έκδοση, καταξιώνονται ως ένα έργο μνημειώδες, βιβλίο αναφοράς για το πεδίο έρευνας   της τοπικής ιστορίας κάθε περιοχής. Η  δικαίωση βέβαια είχε έρθει από την Ακαδημία Αθηνών πολύ γρήγορα, ένα χρόνο μετά την πρώτη έκδοσή του.

Αξίζει νομίζω να δούμε πώς εκκολάφθηκε, μέσα από την επίπονη δουλειά του καθενός των τριών δημιουργών του, το μνημειώδες αυτό  έργο.

Ο Τάσος Χατζηαναστασίου, διδάκτορας ιστορίας, επεξεργάστηκε τον βασικό πυρήνα του βιβλίου αξιοποιώντας το ερευνητικό υλικό της  διδακτορικής του διατριβής για την Εθνική Αντίσταση στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη[2]. Ανέλαβε και το κύριο βάρος της αναδίφησης στο διαθέσιμο, εκτεταμένο αρχειακό υλικό.  Παράλληλα, ο Δημήτρης Πασχαλίδης, ερευνητής της τοπικής ιστορίας, ολοκλήρωσε την έρευνα −που είχε ήδη αρχίσει από τη δεκαετία του 1970− αξιοποιώντας  πληροφορητές από τη Δράμα και όλα τα χωριά της ευρύτερης περιοχής. Έτσι, με επιτόπια έρευνα ανευρέθηκαν και καταγράφηκαν τα θύματα ένα προς ένα.  Η καταγραφή, που έγινε σε συνεργασία με τον Χρήστο Φαράκλα, ήταν   πολυσύνθετο έργο, και αποτελεί πρωτοτυπία σε διεθνές επίπεδο. «Η καταγραφή αυτή δεν έχει μόνο συναισθηματική αξία για τους συγγενείς των θυμάτων. Έχει σημασία τόσο εθνική ως προσκλητήριο πεσόντων όσο και επιστημονική ως πρότυπο για ανάλογα εγχειρήματα στο μέλλον»[3]. Σχετικά με την ερευνητική  διαδρομή του Πασχαλίδη, δεν θα πρέπει να αγνοούμε ότι: οι πιο σκοτεινές και μοιραίες φάσεις της τοπικής μας ιστορίας,  οι τρεις βουλγαρικές κατοχές, φωτίστηκαν, για πρώτη φορά με τη δική του ακοίμητη ερευνητική προσήλωση[4]. Αποτελεί επίτευγμα κορυφαίο για έναν ερευνητή τοπικής ιστορίας που δεν διαθέτει ακαδημαϊκές περγαμηνές. Έχει ωστόσο καταθέσει πρωτογενές  έργο τοπικής ιστορίας στο οποίο υποκλίνονται πλείστοι ιστορικοί ακαδημαϊκοί.

Ο φιλόλογος και μεταφραστής Χρίστος Φαράκλας ανέλαβε την επιμέλεια και εποπτεία του υλικού, συστηματοποιώντας το και καθιστώντας το λειτουργικό και εύχρηστο για τον αναγνώστη. Ο Φαράκλας −από τους κορυφαίους Έλληνες επιμελητές κειμένων−  αξιοποίησε τη γλωσσομάθειά του, τη βαθιά φιλολογική γνώση  και την πολύχρονη θητεία του στην επιμέλεια κειμένων, για να συνθέσει και να παρουσιάσει το κρισιμότερο μέρος του βιβλίου,  τους πίνακες και τον αναλυτικό κατάλογο των θυμάτων των βουλγαρικών αντιποίνων στα χωριά και στην πόλη. Πρόκειται για 400 περίπου σελίδες με υποδειγματική γραφιστική απεικόνιση, αποτέλεσμα της τελειομανίας του Φαράκλα[5].

Το βιβλίο κατέχει πανελλήνιο ρεκόρ στη χρήση προφορικών μαρτυριών (εκατοντάδες), ενώ η αξιοποίηση βουλγαρικών, ελληνικών, γερμανικών, αμερικανικών, γιουγκοσλαβικών και βρετανικών πηγών είναι άθλος για μια έρευνα χωρίς χρηματοδότηση, πραγματοποιημένη από τρεις μόνο ανθρώπους.

Έργα όπως αυτό δεν γράφονται χωρίς  κατάθεση ψυχής, χωρίς εκείνη την «παράλογη» εσωτερική ώθηση των ανθρώπων που δημιουργούν, πασχίζοντας να φέρουν στο φως το νέο και άγνωστο.  Εδώ οι τρεις συντελεστές κατέθεσαν μεράκι, γνώση και ακοίμητο δημιουργικό οίστρο. Κινητήριος μοχλός υπήρξαν οι εμπειρίες  που βίωσαν από την ερευνητική τους δραστηριότητα: Ενσωματώθηκαν στο σκηνικό εκείνης της εποχής και ξανάζησαν τα γεγονότα μέσα από τους ήρωες-θύματα της εξέγερσης. Όπως αναφέρει ο Τάσος Χατζηαναστασίου με πολλή συγκίνηση, στον χαιρετισμό του κατά την παρουσίαση του βιβλίου, «Κάναμε και οι τρεις το  κέφι μας αφιλοκερδώς, κι αυτό ούτε μετριέται ούτε μοιράζεται… Βιβλίο σαν αυτό δεν έχει καμία ανταλλακτική αξία σε κανένα χρηματιστήριο αξιών. «Tα γεγονότα της Δράμας» είναι η ιστορία μιας ηρωικής αλλά κακά σχεδιασμένης εξέγερσης και των σκληρών αντιπoίνων που ακολούθησαν. Προσπαθώντας να αποκαταστήσουμε αυτή την ιστορία και να την παραδώσουμε πίσω σε αυτούς που τους ανήκει: στον δραμινό αλλά και σε όλο τον ελληνικό λαό, την ξαναζήσαμε και οι τρεις μας ώρα με την ώρα, μέρα με τη μέρα. Γίναμε ένα με τους πρωταγωνιστές των γεγονότων και μοιραστήκαμε τη φλόγα της λευτεριάς και της επανάστασης που τους έκαψε την καρδιά και τους συνεπήρε. Κλάψαμε με τους συγγενείς των θυμάτων πάνω από τα μνήματα και τα μνημεία των πεσόντων. Κάναμε το ετεροχρονισμένο μνημόσυνο των θυμάτων που ανακαλύψαμε μόνοι μας και που δεν είχαν καταγραφεί από κανέναν. Ισχύει λοιπόν και για τους τρεις μας αυτό που είπε κάποτε ο Χρίστος Φαράκλας, όταν του ετέθη το ερώτημα πώς κάνει όλο αυτόν τον κόπο χωρίς να δέχεται αμοιβή: «αυτό το βιβλίο το αγάπησα» ήταν η απάντησή του. Έτσι κι εγώ, ένας Κύπριος που έζησε παιδί την τουρκική εισβολή του ’74, αγάπησα τη Δράμα και την περιοχή της, τους ανθρώπους και τα μεράκια τους, τις μνήμες και την ιστορία τους Κι  αυτή την αγάπη προσπάθησα να την κάνω ιστορικό βιβλίο».

«Όταν οι Βούλγαροι στρατιώτες με τα κάρα έμπαιναν στη Δράμα τον Απρίλιο του 1941 κραυγάζοντας “ούρα” [ζήτω], ο Μούκιος πήδηξε από τον εξώστη του σπιτιού του στον δρόμο θέτοντας με αυτόν τον τραγικό τρόπο τέλος στη ζωή του». Ο Χαρίλαος Μούκιος (τρίτος από δεξιά στους καθήμενους) ήταν καθηγητής  μαθηματικών  στο Γυμνάσιο Αρρένων Δράμας. (Βλ. ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ, 31-5-2007) 

 Αποκατάσταση της Ιστορίας: ανατροπή διαδεδομένων μύθων

Το έργο είναι πολύτιμο γιατί, επιπλέον, ανατρέπει κάποιους διαδεδομένους μύθους της δημόσιας Ιστορίας που συνεχίζουν ωστόσο να αντιστέκονται.

     Μύθος πρώτος. Η εξέγερση της Δράμας ήταν το πρώτο οργανωμένο μαζικό αντιστασιακό κίνημα που εκδηλώθηκε στην Ευρώπη κατά του ναζισμού και του φασισμού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Παρόμοια επιχείρηση είχε προηγηθεί στα μέσα του καλοκαιριού του 1941 στην Γιουγκοσλαβία. Εκεί, οι παρτιζάνοι του Τίτο, ανταποκρινόμενοι σε έκκληση του Στάλιν, εξαπέλυσαν πολυάριθμες επιθέσεις κατά των Γερμανών σε όλη τη χώρα. Αυτή η εξέγερση ήταν μία σοβαρή, μεγάλης κλίμακας επιχείρηση, πολύ πιο οργανωμένη και κυρίως αξιόμαχη. Μάλιστα, οι αντάρτες του Τίτο κατάφεραν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους μία περιοχή 19.400 τετραγωνικών χιλιομέτρων, δημιουργώντας καθεστώς αυτοδιοίκησης, τη λεγόμενη «Δημοκρατία του Ούζιτσε». Η γερμανική καταστολή υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη και εξαιρετικά σκληρή -απαιτώντας τη διάθεση δύο γερμανικών μεραρχιών πεζικού και ενός συντάγματος μηχανοκίνητου πεζικού-, με αποκορύφωμα την εκτέλεση άνω των 5.000 ανθρώπων στο Κράλιεβο και το Κραγκούγιεβατς.[6].

Φωτογραφία  από  άρθρο του Τάσου Χατζηαναστασίου, στην ιστοσελίδα: https://www.mixanitouxronou.gr/i-voulgariki-katoxi-sti-makedonia-kai-ti-thraki-meta-tin-paraxorisi-edafon-apo-tous-germanous-i-drasi-tou-antartikou-kai-ta-sklira-antipoina/

      Μύθος δεύτερος. Τα θύματα των αντιποίνων ήταν πολλές χιλιάδες.

Εξωφρενικοί αριθμοί θυμάτων που έφταναν τις 15.000 (!) διατυπώθηκαν  από στρατευμένους ιστοριογράφους, ειδικά κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Τα μεγέθη αυτά αναπαράγονταν στις σχετικές επετειακές εκδηλώσεις από τους ομιλητές, ώστε να γίνουν κυρίαρχη εκδοχή. Η εμπεριστατωμένη, εξαντλητική έρευνα   σχετικά με τον αριθμό των θυμάτων που αποτυπώνεται στο  βιβλίο παραθέτει έναν προς έναν με πλήρη στοιχεία (ονοματεπώνυμο, τόπο κατοικίας, ημερομηνία, τόπο και αιτία θανάτου) τους νεκρούς, που αριθμούνται σε δύο χιλιάδες εκατόν σαράντα (2.140)[7].

     Μύθος τρίτος. Η εξέγερση ήταν “ένα άδειο πουκάμισο”, μια απονενοημένη ενέργεια που προκάλεσε μόνο καταστροφή και θάνατο.

Παρά την τραγική κατάληξή της, η εξέγερση μακροπρόθεσμα είχε θετικό αντίκτυπο για την υπεράσπιση της ελληνικότητας της Ανατολικής Μακεδονίας και  Θράκης. Πρώτον, κατέδειξε αδιαμφισβήτητα στους συμμάχους και τους Γερμανούς τον ελληνικό χαρακτήρα του πληθυσμού, καθώς ξεσηκώθηκε εναντίον του ανεπιθύμητου βουλγαρικού ζυγού, ακυρώνοντας έτσι κάθε βουλγαρικό επιχείρημα περί εθνικών ή πληθυσμιακών δικαιωμάτων στην περιοχή. Δεύτερον, ματαιώθηκε κάθε σχέδιο της Βουλγαρίας για ειρηνική αφομοίωση του πληθυσμού, υποχρεώνοντας τις κατοχικές Αρχές να υιοθετήσουν ακόμη πιο σκληρά και κατασταλτικά μέτρα. Τρίτον, η εξέγερση αποθάρρυνε τους επίδοξους Βούλγαρους εποίκους, οι οποίοι αντιλήφθηκαν ότι η περιοχή, παρά την επίσημη ενσωμάτωσή της, παρέμενε εχθρική και εντελώς ανασφαλής για εγκατάσταση[8].

Κλείνοντας, αξίζει να παραθέσουμε την άποψη του Χρίστου Φαράκλα (που διατύπωσε κατά την παρουσίαση του βιβλίου, 9 Ιανουαρίου 2004), η οποία ίσως εξηγεί γιατί η ύπαρξη αυτού του βιβλίου −και πολύ περισσότερο το περιεχόμενό του− αγνοείται από πολλούς Δραμινούς, κινδυνεύοντας να περιπέσει στη λήθη. Όπως σημειώνει, «Το βιβλίο είναι μια σοβαρή επιστημονική μονογραφία.  Έχει όμως σχεδιαστεί έτσι ώστε να μπορεί να διαβαστεί από όλους.  Ο κάθε αναγνώστης μπορεί μόνος του να επιλέξει το βάθος στο οποίο επιθυμεί να καταδυθεί. Είναι βιβλίο που θέλει γραφείο και συγκέντρωση για να μελετηθεί σωστά»[9].  Και παρόλο που πρόκειται για «ανεπανάληπτο έργο εθνικής αυτογνωσίας», το βιβλίο αναμένει ακόμη «να διαβαστεί και να εκτιμηθεί όσο του πρέπει» από το δραμινό αναγνωστικό κοινό.  Η υποψιασμένη επισήμανση του Δημήτρη Μαρωνίτη, που προτάχθηκε στην αρχή του άρθρου, φαίνεται να μην αγνοεί το έλλειμμα φιλαναγνωσίας που συρρικνώνει τον διανοητικό και  πνευματικό ορίζοντα πλείστων ημών των Νεοελλήνων…


Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ

[1] Χρονικά της Δράμας,30-9-2003.

[2] Τάσος Χατζηαναστασίου, Ομάδες ένοπλης αντίστασης στη βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης, 1941 – 1944: συμβολή στην ιστορία της ελληνικής εθνικής αντίστασης (διδακτ. διατρ., ΑΠΘ),Θεσσαλονίκη 1998.

[3] Περιοδ. ‘Αρδην, τεύχ. 53, σελ .79, 2005.

[4] Ειδικά, η αγνοημένη Δεύτερη Βουλγαρική Κατοχή (1916-1918) ήρθε στο φως χάρη στην έρευνα του Πασχαλίδη.

[5]Δημήτρης Πασχαλίδης – Τάσος Χατζηαναστασίου, Τα γεγονότα της Δράμας (Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1941). Εξέγερση ή προβοκάτσια;  Β΄ έκδοση, Δράμα 2016, παράρτημα Ι και ΙΙ, σελ 293-689.

[6] Βλ. σχετικά: Ευάνθης Χατζηβασιλείου, «Εξεγέσεις και απελευθερώσεις, φθινόπωρο 1941: Η “δημοκρατία του Ούζιτσε” στη Γιουγκοσλαβία», δίοδος 15, 2018.

[7] «Τα γεγονότα της Δράμας…», ό.π., σελ 689. και 692.

[8] ό.π., σελ. 288.

[9] Πρωινός Τύπος,11-1-2004 (από την ομιλία κατά την παρουσίαση του βιβλίου)