Ένα σκληρό βιβλίο για τους Έλληνες
αιχμαλώτους της περιόδου
1919 – 1924 στη Μικρά Ασία
Μιλάνε στον «Π.Τ.» ο συγγραφέας κ. Τόμπρος και η πρόεδρος του Συλλόγου Φίλοι Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κα. Χατζηδημητρίου
Του Θανάση Πολυμένη
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ των κ.κ. Νίκου Κανελλόπουλου και Νίκου Τόμπρου με τίτλο: «Η τραγική ιστορία των Ελλήνων αιχμαλώτων στη Μικρά Ασία , 1919 – 1924», παρουσιάστηκε το βράδυ της Κυριακής 23 Φεβρουαρίου στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας.
Την εκδήλωση διοργάνωσε ο Σύλλογος Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας, με την στήριξη της Ένωσης Χορευτών Δράμας «Πυρρίχιος», της Θρακικής Εστίας Δράμας, της Λέσχης Καταδρομέων Δράμας, της Μέριμνας Ποντίων Κυριών Δράμας και του Παμμικρασιατικού Συλλόγου Δράμας.
Για το βιβλίο, μίλησε ένας εκ των συγγραφέων ο κ. Τόμπρος καθώς και η πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κα. Δήμητρα Χατζηδημητρίου, Φιλόλογος.
Δηλώσεις στον Π.Τ. έκανε ο κ. Τόμπρος, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, επισημαίνοντας ότι «πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο αναδεικνύει ένα θέμα ξεχασμένο στην ελληνική κοινωνία και ιστοριογραφία. Κανείς μέχρι τώρα δεν είχε ασχοληθεί σοβαρά με το συγκεκριμένο ζήτημα. Μιλάμε για 35.000 άτομα, τα οποία συνελήφθησαν και από αυτά επέστρεψαν μόνο 16.000. Οι υπόλοιποι πέθαναν είτε κατά τη διάρκεια των πορειών προς τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, είτε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Είναι το μεγαλύτερο ποσοστό θνησιμότητας αιχμαλώτων πολέμου που έχει σημειωθεί κατά τον 20ο αιώνα».
Όπως εξηγεί ο κ. Τόμπρος, «το βιβλίο αναφέρεται στην περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, όπου μετά την καταστροφή και την κατάρρευση του μετώπου, τα στρατόπεδα είτε σε άτακτη υποχώρηση είτε συντεταγμένα, οπισθοχωρώντας συνελήφθησαν από τους Τούρκους και οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης».
Ερωτώμενος γιατί ποιο λόγο δεν έχει γίνει κάποια έρευνα, ο κ. Τόμπρος εξηγεί ότι, «στοιχεία υπάρχουν, γι’ αυτό κι εμείς τα αναδεικνύουμε σήμερα. Αυτά προέρχονται είτε από τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού που είναι οι καταθέσεις των στρατιωτικών που επέστρεψαν και κλήθηκαν να δώσουν καταθέσεις, είτε από τα αρχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, είτε από το Υπουργείο Εξωτερικών, ακόμα και από την σύγχρονη τουρκική βιβλιογραφία. Όλα τα απομνημονεύματα, αναδεικνύουν το θέμα αντικειμενικά και χωρίς καμιά παράλειψη από πλευράς πηγών».
Όπως ιδιαίτερα τονίζει ο ίδιος, «ήταν ένα θέμα ευαίσθητο και για πολιτικές σκοπιμότητες – τα γράφουμε αυτά στο βιβλίο – στη δεκαετία του 1930 για παράδειγμα στο πλαίσιο της συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκία, ο Βενιζέλος αποφάσισε να μην δώσει καμιά λαβή και έτσι ουσιαστικά δεν κυκλοφόρησε τότε κανένα απομνημόνευμα».
Στην ερώτηση σε τι συνθήκες επιβίωναν οι αιχμάλωτοι, σημείωνε ότι «ήταν πάρα πολύ σκληρή, με ανεπαρκή σίτιση, σχεδόν χωρίς στέγαση, ή σε πολύ άσχημες καιρικές συνθήκες με πολύ κρύο κάτω του μηδενός – μιλάμε για τα βάθη της Ασίας – πολύ δύσκολα μπορούσε να επιβιώσει κανείς. Επίσης έχουμε καταναγκαστικά έργα. Εδώ δεν είναι τα λεγόμενα τάγματα εργασίας, όχι τα γνωστά μας αμελέ ταμπουρού, τα οποία είναι μόνο για τους στρατιωτικούς, όπου δουλεύουν πάρα πολλές ώρες και παράλληλα δεν υπάρχει καμιά ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έτσι λοιπόν, μαστίζει ο τύφος, η δυσεντερία και όλες οι άλλες επιδημικές ασθένειες, με αποτέλεσμα να έχουμε πολύ υψηλά ποσοστά θνησιμότητας».
Στην ερώτηση με ποιο τρόπο γύρισαν πίσω όσοι επιβίωσαν από αυτές τις συνθήκες, ο κ. Τόμπρος σημειώνει: «Όσοι επιβίωσαν, γύρισαν πίσω με βάσει αμοιβαία ανταλλαγή, γι’ αυτό και οι τελευταίοι 5.000 με 6.000 – επειδή οι Τούρκοι αιχμάλωτοι στην Ελλάδα ήταν πολύ λιγότεροι – χρειάστηκε να περάσει σχεδόν ένας χρόνος μέχρι να μπορέσουν να επιστρέψουν. Οι δικοί μας αιχμάλωτοι πλεόναζαν».
Δηλώσεις στα τοπικά μέσα ενημέρωσης έκανε επίσης και η κα. Χατζηδημητρίου, η οποία σημείωσε ότι «ο κ. Τόμπρος, πέρα από το ότι διδάσκει Πολιτική Ιστορία στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, είναι και διευθυντής των Ιστορικών Αρχείων της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Αναφερόμενη στο βιβλίο, σημείωσε ότι «παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί για πρώτη φορά μετά από ενδελεχή μελέτη, με τον συνεργάτη του κ. Κανελλόπουλο, φέρνουν στο φώς στοιχεία που αφορούν στις συνθήκες αιχμαλωσίας και κυρίως στις συνθήκες επαναπατρισμού για όσους βέβαια κατάφεραν να επιστρέψουν. Όλα αυτά παρουσιάζονται στο βιβλίο με στατιστικά δεδομένα και όπως λέει και ο ίδιος, είναι ένα εξαιρετικά σκληρό βιβλίο. Δεν είναι ένα βιβλίο που θα το διαβάσει κανείς για να νιώσει ευχαρίστηση. Ωστόσο πρέπει να λέγονται όλα αυτά».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, τραγούδια απέδωσε η χορωδία του Παμμικρασιατικού Συλλόγου Δράμας.