Home > Νέα > Επιστολή του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας -Να επιστραφούν το κλοπιμαία κειμήλια στην Ιερά Μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας

Επιστολή του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας -Να επιστραφούν το κλοπιμαία κειμήλια στην Ιερά Μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας

Επιστολή του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας

Να επιστραφούν το κλοπιμαία

κειμήλια στην Ιερά Μονή

της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας

 

 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ προς την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κα. Κατερίνα Σακελλαροπούλου, τον πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξη Τσίπρα και την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ κα. Φώφη Γεννηματά, απέστειλε ο Ιατρικός Σύλλογος Δράμας.

Το θέμα της επιστολής αφορά στην επιστροφή των κλαπέντων κειμηλίων από τους Βουλγάρους, στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Εικοσιφοινίσσης.

Στην επιστολή γίνεται λόγος ότι τα μέλη του Δ.Σ. του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας στις 16/06/2020 «αποφάσισαν ομόφωνα» για την αποστολή της επιστολής «με την πεποίθηση ότι γενικώς οι ασχολούμενοι με την πολιτική εις την χώρα μας, θα εντραπούν την εξοχότητά σας, (“Αιδώς” που έλεγαν οι πρόγονοί μας) και θα ομονοήσουν μεταξύ των, για τα λεγόμενα εθνικά θέματα, καθορίζοντας μια ενιαία στρατηγική, την οποίαν θα ακολουθούν απαρεγκλίτως άπαντες και όχι όπως συνήθως γίνεται βάσει μικροκομματικών συμφερόντων».

Ο Ι.Σ. Δράμας, αναφέρεται σε ένα σύντομο ιστορικό της υπόθεσης της κλοπής των κειμηλίων: [προ 103 ετών, το 1917 κατά την Δευτέρα βουλγαρική κατοχή της περιοχής μας (Ανατολική Μακεδονία και Θράκη), εκτός από τις σφαγές, (π.χ. Δοξάτου) τις δολοφονίες, τους βιασμούς κ.τ.λ. έγινε και η λεηλασία των κειμηλίων των ιερών μονών της Παναγίας της Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου και του Τιμίου Προδρόμου των Σερρών (αναφέρονται από ιστορικούς ότι τα κλοπιμαία μεταφέρθηκαν στην Σόφια με πάνω από 70 άμαξες). Η επακολουθήσασα συνθήκη του Νεϊγύ υποχρέωνε την Βουλγαρία να επιστρέψει, όχι μόνον όσα είχε πάρει ο επίσημος στρατός της, αλλά και όσα ευρίσκοντο στα χέρια ιδιωτών υπηκόων της. Λίγο αργότερα επέστρεψε ένα μικρό δείγμα των κειμηλίων, ισχυριζόμενη ότι δεν υπάρχουν άλλα. Δυστυχώς για την Ελλάδα η αλήθεια είναι ότι τα κλοπιμαία  (τα οποία είναι καταγεγραμμένα από διαφορετικές ιστορικές πηγές) τα διατήρησαν οι Βούλγαροι στην αφάνεια για 70 ολόκληρα χρόνια και τα παρουσίασαν μετά το 1990 ως κειμήλια του βουλγαροβυζαντινού μουσείου. Τι έκανε η επίσημη ελληνική πολιτεία μέχρι σήμερον; Όχι μόνον δεν τα ζήτησε, αλλά αντιθέτως επέτρεψε και την είσοδο της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή ένωση. Οι μόνοι που τα ζήτησαν και τα ζητούν σθεναρά από τις Βουλγαρικές αρχές είναι ο Παναγιότατος Οικουμενικός Πατριάρχης κος-κος Βαρθολομαίος και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κος-κος Παύλος (υπό την δικαιοδοσία του οποίου είναι η ιερά μονή της Παναγίας της Εικοσιφοινίσσης).]

Σε άλλο σημείο της επιστολής, γίνεται λόγος για τους ηγέτες της Ελλάδας «κατά την τελευταία 30ετία» (…) «θα διαπιστώσουμε με θλίψη ότι έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά όπως π.χ. χάριν των προσωπικών και μικροκομματικών συμφερόντων τα οποία τίθενται σε πρωτεύουσα θέση, τα συμφέροντα του έθνους και της θρησκείας τίθενται στην τελευταία θέση. Η υποβάθμιση του μαθήματος των θρησκευτικών και της ιστορίας το επιβεβαιώνει περίτρανα».

Και η επιστολή καταλήγει:

[Κυρία Πρόεδρε ζητούμε να επιστραφούν το κλοπιμαία κειμήλια στην ιερά μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας. Διαφορετικά στο λεγόμενο βουλγαροβυζαντινό μουσείο της Σόφιας να υπάρχει επιγραφή που να ενημερώνει τους επιστήμονες και άλλους επισκέπτες ότι είναι τα κλεμμένα της μονής του Παγγαίου. Να γνωρίζει η ανθρωπότητα ότι υπάρχουν και τα “ελγίνεια” της μονής Εικοσιφοινίσσης.

Όσον αφορά τα εθνικά θέματα η Μακεδονία ήταν, είναι και θα είναι ελληνική. Δεν θέλουμε δικαιολογίες από τους πολιτικούς μας. Τους δίδουμε το παράδειγμα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Στις δύο χώρες στον κόσμο, που δεν την αναγνώρισαν, ήταν η πρώην λεγόμενη Δυτική Γερμανία. Το αποτέλεσμα το ξέρετε. Στην περίπτωσή μας όλες οι χώρες του πλανήτη να αναγνώριζαν το κρατίδιο των Σκοπίων, εάν δεν το ανεγνώριζε αυτή που είχε τους τίτλους κυριότητας του ονόματος Μακεδονία, δηλαδή η Ελλάδα, δεν θα είχε καμία αξία. Οι αρχαίοι Έλληνες θα έλεγαν “ουδέν εποίησαν”.

Κυρία Πρόεδρε ζητούμε συγνώμη που σας ταλαιπωρήσαμε. Όπως προαναφέραμε, (δεδομένου ότι μόνον στην ελληνική γλώσσα υπάρχει η λέξη “φιλότιμο”), ελπίζουμε ότι θα σας εντραπούν και θα πράξουν τα δέοντα και πρέποντα.]