Home > Αρθρογράφοι > «Ο Συνταγματάρχης Πουλί» από τη θεατρική ομάδα ΡΑΜΜΑΤΑ Της Σταυρούλας Δράμογλου

«Ο Συνταγματάρχης Πουλί» από τη θεατρική ομάδα ΡΑΜΜΑΤΑ Της Σταυρούλας Δράμογλου

«Ο Συνταγματάρχης Πουλί» από τη θεατρική ομάδα ΡΑΜΜΑΤΑ

Της ηθοποιού – σκηνοθέτιδος Σταυρούλας Δράμογλου

 

Ο Βούλγαρος Κρίστο Μπόιτσεφ, (γενν.1950), απόφοιτος Πολυτεχνείου και της Εθνικής Ακαδημίας Θεάτρου & Κινηματογράφου, συγγραφέας & σεναριογράφος, θεωρείται εκπρόσωπος του λεγόμενου «Νέου Κύματος», που γεννήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια στην Ευρώπη και σοκάρισε με την παράλογη και λεπτή ειρωνική στάση του απέναντι στη σύγχρονη εποχή. Έχει χαρακτηριστεί ως συνεχιστής της γραμμής του Μπέκετ και του Ιονέσκο (συγγραφείς του Θεάτρου του Παραλόγου). Το 1989 ανακηρύχτηκε ο Θεατρικός Συγγραφέας της χρονιάς, καθώς πάνω από 40 παραγωγές έργων του παίζονταν ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο. Το 1996 κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές στη Βουλγαρία. Εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την τηλεόραση τότε, παρουσιάζοντας φιλμ με αιχμηρή πολιτική σάτιρα & κωμικά πολιτικά δρώμενα στους δρόμους.                                                                                                    Το έργο «Ο Συνταγματάρχης Πουλί» κέρδισε, ανάμεσα σε 400 έργα, το Διεθνές Βραβείο για το καλύτερο θεατρικό έργο από το Βρετανικό Συμβούλιο. Η απονομή έγινε στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας (Λονδίνο), με τον Μπόιτσεφ να παίρνει το βραβείο από τα χέρια του Νομπελίστα θεατρικού συγγραφέα, Χάρολντ Πίντερ. Το πρώτο ελληνικό ανέβασμα του έργου έγινε από το ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου, το 2000-2001. Το έργο παραστάθηκε σε 30 χώρες πάνω από 100 φορές μέχρι στιγμής.                                                                                                      Έκανα αυτήν τη σύντομη εισαγωγή για να καταλάβετε για πόσο σημαντικό και δύσκολο έργο μιλάμε.                                                                                                            Ένας πρώην στρατιωτικός, ένας ψυχωτικός που νομίζει ότι θα τον πατήσουν κατά λάθος, ένας κουφός ηθοποιός, μία μετανοημένη πόρνη, ένας ρομά σεξουαλικά ανίκανος, ένας κλεπτομανής και ο νεαρός ψυχίατρος σε πλήρη απόγνωση. Αποκλεισμένοι σε ένα ψυχιατρικό άσυλο, σε μια ορεινή περιοχή των εμπόλεμων Βαλκανίων, προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς τρόφιμα και θέρμανση, ξεχασμένοι απ’ όλους.

THEATRIKH KRITIKH

Ο Ηρακλής Χατζηιωαννίδης κατάφερε να ενορχηστρώσει την ομάδα του με εξαιρετική μαεστρία σε ένα τόσο δύσκολο και απαιτητικό έργο. Η ισορροπία είναι λεπτή ανάμεσα στους ήρωες, υπάρχουν συνεχείς ανατροπές στη δράση και, το καυστικό χιούμορ συχνά εναλλάσσεται με τη βαθιά συγκίνηση. Ένα τέτοιο έργο επομένως έχει ανάγκη από έξυπνες σκηνικές λύσεις, ευρηματικότητα και σωστή διδαχή και κατεύθυνση στην υποκριτική των ηθοποιών. Ο κ. Χατζηιωαννίδης απέδειξε ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα απέναντι στις απαιτήσεις του έργου. Με ένα καθαρά αφαιρετικό σκηνικό, με ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα (ένα μεγάλο  κουτί– μπαούλο με πολλαπλές χρήσεις, δυο παγκάκια, λίγα στρατιωτικά ρούχα, άσπρο χαρτί για τα πουλιά – ταχυδρόμους & παντομίμα), η θεατρική σκηνή του Λυκείου των Ελληνίδων, μετατράπηκε σε διαφορετικούς χώρους, χρόνους και εικόνες. Η μουσική, υποβλητική, συνέβαλε επίσης στην ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα του ψυχιατρικού ασύλου, χωρίς όμως να εμποδίζει το χιούμορ & τις αστείες καταστάσεις του κειμένου.                  Ξεχωρίζω ιδιαίτερα τις ερμηνείες του ψυχιάτρου, του τσιγγάνου & του ψυχωτικού. Πιο συγκεκριμένα: ο Γιώργος Παρδαλίδης, ως νεαρός γιατρός αλλά και αφηγητής, κράτησε την ισορροπία ανάμεσα στον εναλλασσόμενο ρόλο του. Όφειλε να έχει μια αποστασιοποίηση την ώρα της αφήγησης των γεγονότων & ταυτόχρονα να μπαινοβγαίνει στον ρόλο του άπειρου νεαρού επιστήμονα, στοιχεία που πραγματώθηκαν με την ερμηνεία του ηθοποιού. Ο σεξουαλικά ανίκανος ρομά του Γιάννη Κεκελιάδη, με επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές & φράσεις, καθώς έχει ερωτική εμμονή με την μετανοημένη πόρνη της Μαριλένας Μαρκιανού, έδωσε ζωντάνια στο ρόλο του. Ωστόσο, θα θέλαμε να δούμε την κα Μαρκιανού με λίγα ακόμα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα, στην ηρωίδα της, καθώς είναι γνωστή σεσημασμένη ιερόδουλη. Τέλος, ο Τιτς του Δημήτρη Τοκμακίδη, του ψυχωτικού με το φακό, που φοβάται το σκοτάδι και νομίζει ότι θα τον πατήσουν γιατί είναι μικροσκοπικός, νομίζω ότι ήταν μια εξαιρετική ερμηνεία. Ο κ. Τοκμακίδης, με πολλά τικ τόσο στο πρόσωπο όσο και στην κίνησή του, [υπήρχαν συγκεκριμένα κινησιολογικά μοτίβα στα δάκτυλα, στο κεφάλι, στον κορμό], δημιούργησε τον χαρακτήρα του με αλήθεια, πιστότητα & συνοχή, ενώ στο τέλος του έργου –  όπου όλοι θέλουν να γίνουν πουλιά – όταν έχει σηκωθεί όρθιος πλέον για να αντιμετωπίσει τον κόσμο, δεν παράλειψε να μας μεταδώσει συγκίνηση στις παρακάτω ατάκες, «Εγώ να σας πω: καμιά φορά τ’ απογεύματα που, όπως ξέρετε, γίνομαι τόσος δα, με πιάνει κάτι και θέλω ν’ ανέβω πάνω σ’ ένα πουλί και να πετάξω μακριά, πολύ μακριά, μέχρι …».      Βέβαια, όλη η ομάδα είχε μια σταθερή και καλή απόδοση στην ερμηνεία του έργου, ακολουθώντας τις σκηνοθετικές οδηγίες, ενώ φαίνονταν οι χτισμένες σχέσεις μεταξύ τους. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι οι ηθοποιοί είναι όλοι ερασιτέχνες και ήδη έχουν κάνει πολλά θετικά βήματα για την επίτευξη του ρόλου τους. Τέλος, ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να κάνουμε και στον Δημήτρη Σωτηρίου, για τις υποδείξεις του στην κινησιολογία των ηθοποιών καθώς και, στην εξαιρετική μουσική επιμέλεια της Νατάσας Πέκη & του μουσικού θέματος του Φώτη Κυριαζίδη.                                    Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας & τη νέα οικονομική πραγματικότητα, τα γεωγραφικά όρια & τα σύνορα των σύγχρονων εθνών, είναι τόσο αμφισβητήσιμα όσο λεπτή είναι η γραμμή ανάμεσα στην τρέλα και τη λογική. Ο Μπόιτσεφ κριτικάρει με πικρία τα νέα πολιτικά ήθη και τη γελοιότητά τους, ενώ την ίδια στιγμή σκιαγραφεί με τρυφερότητα τους εξόριστους εγκαταλελειμμένους ήρωες του, που προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν τον κόσμο. Σημασία έχει ότι τα «Ράμματα» με την παράσταση τους αυτή, αγγίξαν ευαίσθητες χορδές του έργου και μας μετάδωσαν ποικίλα συναισθήματα. Όπως αναφέρει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης στο πρόγραμμα, «Δεν έχουμε εδώ την αναπαραγωγή των βολικών μας μύθων για την τρέλα και για τη ζωή την ίδια, αλλά ένα έργο που μας ξεβολεύει πονηρά, την ίδια ώρα που δείχνει αθώο κι ανώδυνο. Απευθύνεται σε όλους, στους πολλούς και στους λίγους, όπως κάνει δηλ. το σπουδαίο θέατρο».

Η παράσταση θα παιχτεί άλλες δυο φορές το ερχόμενο Σαβ/κο, 11 & 12 Φεβρουαρίου, 8.30μ.μ. στο Λύκειο των Ελληνίδων. Είσοδος ελεύθερη. Σπεύσατε!

Στα εύσημα της ομάδας:

Η Θεατρική Ομάδα «Ράμματα» ιδρύθηκε το 2007 από τον Ηρακλή Χατζηιωαννίδη, θεατρολόγο & φιλόλογο. Απώτερος στόχος της ομάδας είναι η προώθηση της θεατρικής τέχνης & το ανέβασμα θεατρικών παραγωγών στην πόλη της Δράμας. Από το 2008, η ομάδα έχει στο ενεργητικό της ήδη πέντε παραστάσεις σημαντικών έργων:

  • «Το κάστρο της Ωριάς», του Γιώργου Θεοτοκά (1997-8, με το θεατρικό σχήμα «Καζάνι», τον πρώτο πυρήνα των Ραμμάτων)
  • «Ένα ευτυχές γεγονός» τού Σλαβομίρ Μρόζεκ (2008, με την ΕΛΜΕ)
  • «Μέθοδος Γκρόνχολμ» τού Ζόρντι Γκαλθεράν (2011, με τους We few & ΣΦΓΤ)
  • «Ο Ηρακλής και η κόπρος του Αυγεία» τού Φρήντριχ Ντύρενματ (2013, με τους We few & ΣΦΓΤ)
  • «Το μεγάλο παιχνίδι», τού Άγγελου Τερζάκη (2015, με τους We few & ΣΦΓΤ)

 

Ταυτότητα παράστασης:

Σκηνοθεσία – πρόγραμμα: Ηρακλής Χατζηιωαννίδης                                                                 Μετάφραση: Γιάννης Βαρβέρης
Κινησιολογία: Δημήτρης Σωτηρίου
Μουσικό θέμα: Φώτης Κυριαζίδης
Μουσική επιμέλεια: Νατάσα Πέκη
Σκηνικά- κοστούμια: Ράμματα
Αφίσα – κατασκευές: Κλήμης Κεραμιτσόπουλος
Φωτογραφίες: Αντώνης Γεροντάρης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κική Ασβεστοπούλου

Διανομή:
Γιατρός: Γιώργος Παρδαλίδης, Πέπα: Κική Ασβεστοπούλου/ Μαριλένα Μαρκιανού
Ηθοποιός: Σάββας Τορούνογλου/ Γιάννα Τσακιρίδου, Φετίσοφ: Λευτέρης Ελευθεριάδης, Τιτς: Δημήτρης Τοκμακίδης, Δεκανέας: Γιάννης Κεκελιάδης, Κλέφτης: Νατάσα Πέκη/ Βάσια Μαντέλου, Ίλια: Γιάννα Τσακιρίδου/ Σάββας Τορούνογλου, Ταξιτζής, Τηλεπαρουσιαστής: Τάσος Καραγιάννης.
 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *