Μιλάει στον «Π.Τ.» ο διευθυντής του 2ου ΓΕΛ Δράμας κ. Χρ. Κόλτσης
Οι πανελλαδικές εξετάσεις
δεν είναι ο μοναδικός αγώνας
στη ζωή των μαθητών
Εν αναμονή ανοίγματος των Μηχανογραφικών Δελτίων στις 8 Ιουλίου
Του Θανάση Πολυμένη
Βρισκόμαστε στον απόηχο πλέον των δύσκολων ημερών των πανελλαδικών εξετάσεων του 2025 και εν αναμονή του ανοίγματος των Μηχανογραφικών Δελτίων.
Σύμφωνα με όσα έχει ανακοινώσει το Υπουργείο Παιδείας, τα Μηχανογραφικά Δελτία θα ανοίξουν στις 8 Ιουλίου και θα παραμείνουν ανοικτά για δέκα μέρες, μέχρι και 17 του ίδιου μήνα. Επίσης, με δήλωσή της η υπουργός Παιδείας κ. Ζαχαράκη, τόνισε ότι τις τελευταίες ημέρες του Ιουλίου θα περιμένουμε και τα αποτελέσματα των βάσεων για τις Σχολές.
Στο πλαίσιο αυτό, ο «Π.Τ.» μίλησε με το διευθυντή του 2ου Γενικού Λυκείου Δράμας κ. Χρήστο Κόλτση, σχετικά με το πώς κυμάνθηκαν οι φετινές βαθμολογίες, πώς είδε σε γενικότερο επίπεδο τις επιδόσεις των μαθητών, αλλά και κατά πόσο θα έπρεπε ίσως να γίνουν αλλαγές στο σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων.
Ένα από τα ζητήματα που θέτει μεταξύ άλλων ο κ. Κόλτσης είναι ότι ενώ στο μάθημα της Έκθεσης για παράδειγμα το 2024 στο 2ο ΓΕΛ Δράμας είχαμε ποσοστό 25% στις βαθμολογίες από 15 έως 20, φέτος αυτό το ποσοστό έπεσε στο 7%.
Σημειώνει επίσης και το ζήτημα των έξυπνων κινητών τηλεφώνων, τα οποία φαίνεται ότι απορροφούν τις δυνατότητες των μαθητών, και είναι αρκετά δύσκολο να το βγάλουν από το μυαλό τους.
Οι βαθμολογίες
Ερωτώμενος αρχικά για το πώς είδε τις φετινές βαθμολογίες, ο κ. Κόλτσης απαντάει ότι, «σε πανελλαδικό επίπεδο, σημειώθηκε μια πτώση στην Έκθεση, στην Ιστορία, στα Μαθηματικά και στη Φυσική. Ενώ τα θέματα για παράδειγμα στη Γλώσσα ή στη Φυσική μπορεί να θεωρήθηκαν εύκολα, εντούτοις οι βαθμολογίες ήταν χαμηλότερες απ’ αυτές που περίμεναν οι υποψήφιοι. Έκπληξη θα μπορούσε να πει κανείς, ότι υπήρξε το μάθημα της Έκθεσης. Ενώ το θέμα θεωρήθηκε εύκολο για παράδειγμα, τελικά οι βαθμολογίες δεν ήταν οι αναμενόμενες. Επειδή μπορώ να μιλήσω για το δικό μας σχολείο, οι βαθμολογίες στο μάθημα αυτό πέρσι ήταν από 15 μέχρι 20 σε ένα ποσοστό 24% – 25%, φέτος μόνο το 7% έπιασε ένα βαθμό από 15 έως 20. Το ίδιο και στο μάθημα της Φυσικής. Αν και εδώ τα θέματα θεωρήθηκαν εύκολα, εντούτοις οι μαθητές δεν ανταποκρίθηκαν».
Η ευκολία των θεμάτων δεν σημαίνει και καλή βαθμολογία
Ερωτώμενος σχετικά με τα φετινά αποτελέσματα, επισημαίνει: «Γενικότερα και ενώ θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η ευκολία των θεμάτων στις πανελλαδικές εξετάσεις, δεν αποτελεί πάντα μια εγγύηση για υψηλές βαθμολογίες, πολλοί παράγοντες μπορούν να παρεισφρήσουν. Τόσο από τη φύση των ερωτήσεων μέχρι την ψυχολογία των εξεταζομένων, όσο την γενικότερη στρατηγική που πρέπει να αναπτύξουν όσον αφορά στην εξέταση κάποιου συγκεκριμένους μαθήματος».
Όπως εξηγεί μάλιστα, «άλλο είναι, να είναι προετοιμασμένος στο μυαλό του ο υποψήφιος ότι έχει όντως διαβάσει και ξέρει την ύλη ενός συγκεκριμένου μαθήματος και άλλο να είναι έτοιμος να καταθέσει τις γνώσεις του αυτές στην κόλλα των εξετάσεων του πεδίου. Γιατί, πολλές φορές ρωτάμε τους μαθητές μας: είσαι έτοιμος για αύριο;
Εκείνη την ώρα της εξέτασης, παρεμβαίνουν πολλοί παράγοντες: από την ψυχολογία μέχρι το πώς μπορεί να εκφωνηθεί μια απρόσμενη ερώτηση. Μπορεί ακόμα γιατί το θρανίο δεν πατάει καλά και εκνευρίζει τον υποψήφιο και άλλοι παράγοντες. Μπορεί κάποιος λόγω του άγχους του, να μην μπορεί να διαχειριστεί καλά τον χρόνο του. Να δώσει βαρύτητα μεγαλύτερη σε ένα θέμα και έτσι να χάσει χρόνο από κάποια άλλη ερώτηση και τελικά να μην απαντήσει.
Μπορεί επίσης να θεωρεί ότι το θέμα είναι εύκολο, δεν σημαίνει όμως ότι έχει βαθιά κατανόηση της ύλης και να ξεφύγει, να αγχωθεί και να μην μπορέσει να γράψει καλά.
Για παράδειγμα, στο μάθημα της έκθεσης, θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει ότι μπορεί να έκρυβε λεπτομέρειες που απαιτούσαν μεγαλύτερη προσοχή και έτσι αυτό να αποτυπώθηκε στο κείμενο όχι κατά πάσα πιθανότητα ως θετικό, αλλά ως αρνητικό. Κι έτσι μπορεί οι μαθητές να παγιδεύτηκαν και να ασχολήθηκαν περισσότερο χρόνο μ’ αυτό».
Αλλαγές στο σύστημα των πανελλαδικών
Θέσαμε στον κ. Κόλτση το ζήτημα πιθανών αλλαγών στο σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων και αν θα έπρεπε να αλλάξει κάτι. Τον ρωτήσαμε αν για παράδειγμα συμφωνεί με το νέο σύστημα που επίκειται να εφαρμοστεί, να μετράνε δηλαδή οι βαθμολογίες και των τριών τάξεων του Λυκείου ως ένα ποσοστό και το υπόλοιπο να βγαίνει από τις πανελλαδικές εξετάσεις. Απαντώντας σ’ αυτό σημειώνει:
«Θεωρώ ότι αυτό είναι σωστό. Να υπάρχει δηλαδή κλιμακωτά ένας βαθμός συμμετοχής σε ένα αποκτούμενο απολυτήριο από την Α΄, Β΄ και Γ΄ τάξη και συνολικά ο υποψήφιος να περάσει σε κάποιες Σχολές. Θεωρώ ότι είναι ένα σύστημα που εμπεριέχει μια ασφάλεια και λιγότερη ψυχολογική φθορά.
Δεν είμαι και πολύ ειδικός στο θέμα αυτό. Θα μπορούσε για παράδειγμα όπως είναι το αμερικανικό σύστημα, με κάποιο βαθμό να πηγαίνει κάποιος στο Πανεπιστήμιο ή σε κάποιο Κολέγιο και από εκεί μέσα να δίνει τις εξετάσεις του στο πρώτο έτος, για να συνεχίσει ή όχι. Είναι ένας άλλος τρόπος εξέτασης και άλλος τρόπος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και απ’ όσο έχω ακούσει η υπουργός Παιδείας είπε ότι θα δει το θέμα και ανάλογα θα παρουσιάσουν όταν υπάρχει κάτι έτοιμο».
Ερωτώμενος αν τα τελευταία χρόνια έχουμε γενικότερα χαμηλότερες βαθμολογίες, μας λέει: «Δεν νομίζω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Είναι περισσότερο θέμα συγκυριών. Αν πάρουμε την περσινή χρονιά στο δικό μας σχολείο, οι φετινές βαθμολογίες κυμάνθηκαν στα περσινά επίπεδα, με εξαίρεση στο μάθημα της Ιστορίας και της Γλώσσας. Στα άλλα μαθήματα που λένε ότι έπεσαν οι βαθμολογίες, τα αποτελέσματα ήταν πέρσι και φέτος τα ίδια. Ίσως είναι οι φουρνιές των μαθητών».
Η επιρροή των έξυπνων κινητών τηλεφώνων
Στην ερώτηση κατά πόσο νομίζει ότι τα έξυπνα κινητά τηλέφωνα επιδρούν στους μαθητές στη διαδικασία της μάθησης, ο κ. Κόλτσης τάσσεται κατά της χρήσης τους, τουλάχιστον εντός του σχολικού περιβάλλοντος και εξηγεί:
«Προσωπικά κατά την άποψή μου, τα κινητά δεν πρέπει να έρχονται καθόλου στο σχολείο. Και να έχουν κινητά τηλέφωνα, να είναι χωρίς ίντερνετ. Δεν υπάρχει λόγος να έχουν κινητά μαζί τους».
Όπως λέει, «αυτό έρχεται σε αντίθεση με το πόσες γνώσεις μπορεί να αποκτήσει κάποιος. Το παιδί βουτάει μέσα στο κινητό του και το βλέπουμε αυτό στα διαλείμματα. Για να συνέλθει το μυαλό αυτού του παιδιού μετά και για να βγάλει το κινητό από το μυαλό του και να εστιάσει στο μάθημα, χρειάζονται κάπου 20 λεπτά. Πέραν τούτου, είναι και το θέμα της κοινωνικοποίησης. Όταν ένας μαθητής ή μια μαθήτρια, χρησιμοποιεί το κινητό για να δει μια πληροφορία ή κάτι άλλο, απομονώνεται από τους συμμαθητές του. Δεν μιλάει, δεν κοινωνικοποιείται. Άρα, σε κάθε περίπτωση το κινητό τηλέφωνο δεν έχει θέση στο σχολείο απ’ όποια μεριά και να το δει κανείς».
Αγώνας ζωής
Ζητήσαμε τέλος να μας στείλει ένα μήνυμα για τα παιδιά που δεν κατάφεραν να εισαχθούν σε κάποια σχολή και τονίζει: «Αυτό που λέω στα παιδιά, ένας αγώνας της ζωής είναι κι αυτός. Δεν είναι και ο πιο σημαντικός. Μπορεί να είναι σημαντικός για το μέλλον τους, για την επαγγελματική τους αποκατάσταση, αλλά είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν και άλλοι αγώνες μπροστά τους και άλλες επιτυχίες που θα τους επιτρέψουν να ξεδιπλώσουν τη ζωή τους και ποιος ξέρει, μπορεί κάποιος να έχει καλύτερη ζωή, από κάποιον άλλο που πέρασε στο Πανεπιστήμιο, π.χ. δικηγόρος και δεν έχει δουλειά, μετέπειτα. Ή σε κάθε άλλη περίπτωση. Κανείς δεν το ξέρει! Όλη η ζωή είναι ένας αγώνας και όλη η ζωή είναι μπροστά τους».