Home > Παλιά Δράμα > Το Σαράι του Δράμαλη Tου Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

Το Σαράι του Δράμαλη Tου Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

 Το Σαράι του Δράμαλη

Tου Βασίλη Γ. Χατζηθεοδωρίδη

 

Έχει σημειωθεί κι αλλού  πως η πόλη την εποχή της Τουρκοκρατίας αποτελούσε αξιόλογο διακομιστικό κέντρο στρατιωτικών δυνάμεων. Ιδιότητα δυσανάλογα μεγάλη για μια μικρή χωριατούπολη. Διέθετε στρατηγική θέση για την εκτεινόμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία της εποχής εκείνης προς την Ευρώπη μέχρι την Αλβανία και το Βελιγράδι.

Από την Κωνσταντινούπολη ως τη Θεσσαλονίκη, η Δράμα και οι Σέρρες συγκεντρώνουν το στρατιωτικό ενδιαφέρον των σουλτάνων, χωρίς φυσικά να μπορούν να συγκριθούν με τη Λάρισα και τα Ιωάννινα από την άποψη αυτή. Εκεί βρίσκονται, όπως και στη Θεσσαλονίκη ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις  σε σταθερή και μόνιμη βάση, συνδυασμένες με ανάλογα κέντρα εκπαίδευσης στην τέχνη του πολέμου, έτοιμες να επέμβουν, σε περίπτωση που χρειαστεί, στις βορειοδυτικές επαρχίες της αυτοκρατορίας.

Στη βόρεια- κεντρική πόλη, ανάμεσα στα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, ξεχωριστή οικοδομική ευπρέπεια συνόδευε τα σπίτια των αξιωματούχων που ήταν συγκεντρωμένοι στην περιοχή αυτή.

Ως τις αρχές του αιώνα και ειδικότερα ως το 1913, οι Έλληνες δεν κυκλοφορούν με ευκολία και άνεση γύρω από την περιοχή των δικαστηρίων, δυτικά ως το παλιό «Τσάι», την σημερινή οδό 29ης Μαΐου και το Ορφανοτροφείο και ανατολικά ως την Αγία Τριάδα.

Εξαίρεση αποτελούσαν οι δικηγόροι, οι γιατροί, οι πρόκριτοι, οι δημογέροντες, οι μεγάλοι έμποροι και γενικά οι Έλληνες που έπαιζαν κάποιο σημαντικό ρόλο στην κοινωνική ζωή του τόπου. Σε κάθε περίπτωση μια έντονη αίσθηση στρατιωτικής και διοικητικής ασφυξίας περιέβαλε του χριστιανούς.

Ανάμεσα στα κτίρια που δέσποζαν στο χώρο ξεχώριζε και το παλάτι[1] του Μαχμούτ Πασά Δράμαλη (1780-1822), του γνωστού ως Δράμαλη. Τόσο στη δική του όσο και στην εποχή του γιου του Ταχήρ Ομέρ Μπέη, μέχρι πριν από το θάνατό του το 1885, το σαράι στο τέλος της οδού Μ. Αλεξάνδρου, δεξιά, αποσπούσε πάντα την προσοχή των περαστικών.

Η πρώτη επίσημη επικοινωνία του γράφοντα με τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, αρχίζει στην Έκτη Τάξη του δημοτικού σχολείου στα «Εκπαιδευτήρια» Δράμας, το 1948, η οποία μεταξύ άλλων παραπέμπει με το δικό της τρόπο και στο όνομα Δράμαλης. Ο  Μαχμούτ πασάς της Δράμας παρεμβαίνει στην ιστορική μας μνήμη[2] με δυο βασικές όψεις. Με την όψη του μεγάλου πολέμαρχου στην αρχή και του μεγάλου ηττημένου στο τέλος της σύντομης ζωής του. Για τους Δραμινούς όμως οι Δράμαληδες, πατέρας και γιος, πέρασαν με τον καιρό από την ιστορία στο θρύλο.

Το σπίτι τους, στην ομώνυμη οδό, που διασταυρώνεται με την οδό Μ. Αλεξάνδρου στον αριθ. 196,  μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα, φάνταζε γεμάτο επιβλητικότητα και μυστήριο. Προσωπικά Προσπαθούσε ν’ αντισταθεί στο χρόνο και την εγκατάλειψη.

Το γεγονός επιβεβαιώνει και η εφημερίδα «Θάρρος» της 6.12.1934, η οποία δημοσιεύει διαμαρτυρία του Καπετανάκη, μετά από 80 χρόνια, για απόπειρα κατεδάφισης της κατοικίας του Δράμαλη.  Συγκεκριμένα γράφει: «… διαβάζουμε διαμαρτυρία πνευματικών ανθρώπων της πόλης μας οι οποίοι διαμαρτύρονται για την έναρξη κατεδάφισης των τειχών της «ιστορικής οικίας Δράμαλη», όπως την χαρακτηρίζουν και πολύ σωστά βέβαια». Σύμφωνα με την εφημερίδα, η κατεδάφιση γίνεται με εντολή του διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας Κασνέτση. Πήγε ο Καπετανάκης στο Διευθυντή και διαμαρτυρήθηκε για την έναρξη κατεδάφισης των παλαιών τειχών της «εν τη οδώ  Δράμαλη ιστορικής οικίας του Δράμαλη. Η οικλια και τα τείχη ταύτα αποτελούν δια την πόλην μας ζωντανήν ιστορικήν ανάμνησιν, η δε κατεδάφισής των θα στερήση αυτήν πολυτίμων ιστορικών κειμηλίων». Ισχυρίζεται μάλιστα πως θα διαμαρτυρηθούν με σχετικό διάβημα για το γεγονός και οι Δραμινοί Ζιώγας, Χατζηκωνσταντίνου, Καραθάνος, Μικρούλης, Μερκουρίου, Καραγιάννης, Γαρέφης, Δημητρίου, Ευρυβιάδης, Τόλης, Στολίγκας, Βαλάνης, Στυλίδης, Κωνσταντίνου, Βαγενάς, Αναγνώστου, Καπράνης, Ζήσης, Κρεωνίδης, Δομπέσας και πολλοί άλλοι.

Κάτι διαφορετικό δε βρίσκουμε από άλλη πηγή.   Ο Αλ. Αμπατζόγλου[3], αναφέρει ότι τα πολυτελέστατα ανάκτορα του 38χρονου Δράμαλη, έκαψε ο Αλή Πασάς το 1918 με ανθρώπους που έστειλε κρυφά, γιατί εκεί φιλοξένησε τον εχθρό του Πεσόμπεη. Η ζημιά ήταν 10 εκατομμύρια γρόσια.

Τελικά φαίνεται ότι δεν κατεδαφίστηκε τότε, αλλά κάπου γύρω στο 1960, το πήρε η μπόρα της λαίμαργης ανοικοδόμησης.

 

To Spiti tou Dramalh (Xatzitheodoridhs)

    (Από την εφημερίδα «Θάρρος», 6.12.1934, σε αναδημοσίευση «Πρωινού Τύπου» της 10.11.2015)

 

Ο 18ος αιώνας βρήκε την οικογένεια Δράμαλη να πλουτίζει από την παραγωγή και το μεγάλο εμπόριο ρυζιού, λιναριού και άλλων προϊόντων. Λίγο πριν από την ελληνική Επανάσταση ο αρχηγός της βρέθηκε με σουλτανικό φιρμάνι διοικητής πολυάριθμων στρατιωτικών δυνάμεων στη Λάρισα, χωρίς να χάσει τη θέση του Ναζίρη στο μεγάλο σατζάκι της Δράμας., που τροφοδοτούσε με ιππικό της Δράμας, πεζικό της Δράμας και της Κορμίστας και μπαρούτι  της Ελευθερούπολης όλο σχεδόν τον σημερινό ελληνικό χώρο, μέχρι τα Ιωάννινα και την Πελοπόννησο.

175 χρόνια μετά το θάνατό του στην Κόρινθο από τη στενοχώρια και τα βόλια του υψηλού πυρετού, εξακολουθεί να επιβιώνει ιδιαίτερα στη συλλογική μνήμη του Δραμινού λαού, σαν σύμβολο απρόβλεπτης ανθρώπινης μοίρας που κυμαίνεται ανάμεσα στα πάντα και στο τίποτε, την ύπαρξη και την ανυπαρξία.

Από την ομηρία στα χαρέμια του σουλτάνου Σελήμ του Γ΄ ως τη χλιδή και την πολυτέλεια του φημισμένου πασά της Δράμας και της Λάρισας με τους 20.000 στρατιώτες, πέρασε μόλις στα 42 του χρόνια, στην πολεμική ταπείνωση και τον άσφαιρο θάνατο.

 

 

(Εφημ. Πρ. Τύπος Δράμας 7.7.2012)

 

[1] . Κατά το Ν. Καπετανάκη-Ακρίτα «το σπίτι του Μαχμούτ πασά Δράμαλη βρισκόταν στην Αγία Τριάδα (δες στο βιβλίο του «Ο Μαχμούτ πασάς Δράμαλης», Δράμα 1937, σελ. 54).

[2] . α) 6.12.1934 «Θάρρος», Καπετανάκης-Ακρίτας Νίκος, Επίτομη Ιστορία της Δράμας-ιστορική και αρχαιολογική μελέτη, επιμέλεια Ν. Κωνσταντινίδη, β΄ έκδοση, Θεσσαλονίκη 1998), β) «Πρωινός Τύπος» 10.11.2015.

 

[3] .  «Η Δράμα και η περιοχή της-Ιστορία και πολιτισμός», εκδ. ΔΕΚΠΟΤΑ 1998, σελ. 537-545.