Home > νέα >  «Βασικός λόγος της πτώσης είναι ότι οι μαθητές αυτοί είχαν τρία χρόνια να δώσουν εξετάσεις» -Μιλάει στον «Π.Τ.» ο πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Δράμας

 «Βασικός λόγος της πτώσης είναι ότι οι μαθητές αυτοί είχαν τρία χρόνια να δώσουν εξετάσεις» -Μιλάει στον «Π.Τ.» ο πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Δράμας

Μιλάει στον «Π.Τ.» ο πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Δράμας

 «Βασικός λόγος της πτώσης

είναι ότι οι μαθητές αυτοί είχαν

τρία χρόνια να δώσουν εξετάσεις»

 «Ο μαθητής που καταφέρνει να συγκεντρώσει πολλά μόρια, είναι ο πειθαρχημένος μαθητής» – «Τα θέματα ήταν καλά και διαβαθμισμένης δυσκολίας για όλους τους μαθητές»

 

 

 

 Του Θανάση Πολυμένη

ΕΝΑ ΑΠΟ τα ζητήματα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις χαμηλές βαθμολογίες στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις, φαίνεται να είναι και το θέμα, ότι, αυτοί οι μαθητές, είχαν να δώσουν εξετάσεις τρία χρόνια. Και μάλιστα, είναι η γενιά εκείνη, η οποία πέρασε τις δύο πρώτες τάξεις του Λυκείου με κλειστά σχολεία και διαδικτυακά μαθήματα.

Οφείλουμε όλοι μας να ομολογήσουμε, ότι τα δύο προηγούμενα χρόνια για τους μαθητές που φοιτούσαν στις δύο πρώτες τάξεις του Λυκείου το 2020 και το 2021, ήταν δύο περίεργα χρόνια, καθώς είχαν να αντιμετωπίσουν αρκετά σοβαρά προβλήματα όπως τις καραντίνες, τα διαδικτυακά μαθήματα, τα υγειονομικά μέτρα. Και όλα αυτά, σίγουρα συνετέλεσαν στις φετινές χαμηλές βαθμολογίες για την είσοδό τους στα ΑΕΙ.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει και ο πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιοκτητών Φροντιστηρίων Δράμας και ιδιοκτήτης φροντιστηρίου μέσης εκπαίδευσης «Πρόσβαση», κ. Γιάννη Γαζάνης, μιλώντας στον «Π.Τ.»

Όπως συγκεκριμένα τονίζει, «πιστεύω ότι ο βασικότερος λόγος είναι ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν το 2004 είχαν τρία χρόνια να δώσουν εξετάσεις, με αποτέλεσμα να μην είναι δοκιμασμένα σε τέτοιες καταστάσεις πίεσης και δυσκολεύτηκαν να ανταποκριθούν. Από την άλλη πλευρά, ενδεχομένως και το επίπεδο να έχει πέσει λόγω των δύο χρόνων του κορωνοϊού, με κλειστά σχολεία άλλοτε και άλλοτε διαδικτυακά μαθήματα.  Κακά τα ψέματα, σαν το δια ζώσης μάθημα δεν υπάρχει».

Αναφερόμενος στα θέματα και το πόσο δύσκολα ήταν αυτά, σημειώνει ότι, «τα θέματα που έπεσαν ήταν πολύ καλά, πολύ προσεγμένα σε όλα τα μαθήματα. Όλα τα θέματα ήταν πολύ καλά στην λεπτομέρεια, διαβαθμισμένης δυσκολίας, ήταν για όλους τους μαθητές, για όλα τα επίπεδα, ώστε τα παιδιά να μπορούν να εκφραστούν».

Ο πειθαρχημένος μαθητής

Αναφορικά με τον τρόπο που πρέπει να διαβάζει κανείς, ο κ. Γαζάνης επισημαίνει ότι, «αυτό που τελικά δείχνουν οι πανελλαδικές, είναι ότι ο μαθητής που καταφέρνει να συγκεντρώσει τα πολλά μόρια, δεν είναι κατ’ ανάγκην ο έξυπνος μαθητής, είναι ο πειθαρχημένος. Αυτός που μπορεί να βάλει κάτω τα δευτερεύοντα στη ζωή του για ένα δυο χρόνια και να κοιτάξει το μέλλον του, δικαιώνεται. Αυτός που δεν μπορεί λόγω της εφηβείας και των διάφορων καταστάσεων να πειθαρχήσει στον εαυτό του, είναι αυτός που έρχεται και έχει χαμηλότερες επιδόσεις».

Η πτώση των βάσεων και οι συντελεστές

Στη διαπίστωση ότι θα έχουμε μάλλον σημαντική πτώση στις βάσεις των σχολών αλλά και κατά πόσο οι συντελεστές διαμορφώνουν την εισαγωγή του μαθητή στις διάφορες σχολές, ο κ. Γαζάνης μας εξηγεί: «Είναι σημαντικό να καταλάβουν τα παιδιά, ότι είναι άλλο η ελάχιστη βάση εισαγωγής και άλλο η βάση εισαγωγής. Κατά κάποιο τρόπο η ελάχιστη βάση εισαγωγής είναι προκριματικός. Ότι δηλαδή μπορείς να δηλώσεις τη σχολή. Δεν σημαίνει ότι την πιάνεις κιόλας. Απ’ αυτούς που θα τη δηλώσουν, συμπληρώνοντας τον αριθμό των  θέσεων που υπάρχουν στην αντίστοιχη σχολή, δημιουργείται η βάση.

Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι, με τον συντελεστή βαρύτητας που έχουν φέτος οι σχολές, οι ίδιες σχολές μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους. Μπορεί δηλαδή το Μαθηματικό στη Θεσσαλονίκη και το Μαθηματικό στα Ιωάννινα, να έχουν διαφορετικό συντελεστή. Οπότε και ένα παιδί να έχει διαφορετικά μόρια για τη μια σχολή και διαφορετικά για την άλλη σχολή».

«Τα παιδιά ξέρουν πού βρίσκονται»

Συμπληρώνοντας πάντως  ο κ. Γαζάνης, σημειώνει ότι «τα παιδιά ήταν γενικά χαρούμενα και πιστεύω ότι ξέρουν σε μεγάλο βαθμό να βαθμολογούν τον εαυτό τους και να καταλαβαίνουν πώς έχουν πάει. Από πολλές συζητήσεις που έχω κάνει μαζί τους, δεν υπήρξαν εκπλήξεις σχετικά με τα μόρια που περίμεναν και αυτά που έβγαλαν. Τελειώνοντας οι εξετάσεις, ήξεραν περίπου που βρίσκονται και απλά αυτό ήρθε και επιβεβαιώθηκε».

Συγκρίσεις

Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο ίδιος και στις δυσκολίες των θεμάτων, επισημαίνοντας:

«Από εκεί και πέρα είχαμε πολύ χαμηλές επιδόσεις στα Μαθηματικά στο τέταρτο πεδίο και εκεί ίσως θα έπρεπε να δίνουν άλλα Μαθηματικά. Και τα Μαθηματικά τους σε σχέση με τα άλλα δύο μαθήματα έχουν μεγάλη διαφορά στη δυσκολία. Ενώ στο δεύτερο πεδίο, το επίπεδο των Μαθηματικών με το επίπεδο της Φυσικής και της Χημείας είναι κοντά.

Σκεφτείτε ότι το 35% ήταν κάτω από τη βάση στο δεύτερο πεδίο στα Μαθηματικά, ήταν η Φυσική στο 45% και η Χημεία στο 40%.

Από εκεί και πέρα και στα άλλα δύο πεδία, οι επιδόσεις ήταν πάρα πολύ καλές και στο τρίτο πεδίο με τη βιολογία και στο πρώτο πεδίο με τη θεωρητική κατεύθυνση. Πιστεύω δηλαδή ότι, η σημαντική διαφορά είναι οι συντελεστές βαρύτητας.

Και αυτό κάνει τα παιδιά να μην ξέρουν ακριβώς ποια βάση θα έχει η σχολή, η οποία θα διαλέξουν. Δηλαδή, η περσινή βάση είναι απλά ενδεικτική στο πού περίπου βρίσκεται η σχολή».