Home > Αρθρα > H κατάσταση της εκπαίδευσης το 1906 στην Προσοτσάνη Δράμας (Μια ανέκδοτη έκθεση του Δημητρίου Μ. Σάρρου) Ευάγγελος Γ. Καρσανίδης

H κατάσταση της εκπαίδευσης το 1906 στην Προσοτσάνη Δράμας (Μια ανέκδοτη έκθεση του Δημητρίου Μ. Σάρρου) Ευάγγελος Γ. Καρσανίδης

Συμβολή  στην έρευνα της εκπαιδευτικής ιστορίας

 

H κατάσταση της εκπαίδευσης το 1906  στην Προσοτσάνη Δράμας

 (Μια ανέκδοτη έκθεση του Δημητρίου Μ. Σάρρου)

  Ευάγγελος Γ. Καρσανίδης

  Σχολικός  Σύμβουλος ε.τ.

 

Α΄ Εισαγωγικά

Η  κατάσταση της εκπαίδευσης στην  Προσοτσάνη Δράμας  μας είχε απασχολήσει και κατά το  παρελθόν, όταν προσπαθήσαμε να δώσουμε μια  συνοπτική αλλά σαφή και κατατοπιστική εικόνα της εκπαιδευτικής και κοινωνικής δραστηριότητας του Ελληνισμού της  περιοχής  αυτής κατά τη χρονική περίοδο από το 1840 έως το1913.

Αν και δεν πέρασαν και πολλά χρόνια από τότε, διαπιστώνουμε κάποιο ενδιαφέρον των μελετητών  της τοπικής  μας ιστορίας προς την παραπάνω κατεύθυνση και αυτό μας ικανοποιεί προς το παρόν  αρκετά. Αλλά και εμείς  δεν πάψαμε κατά το διάστημα αυτό μέχρι  σήμερα να συγκεντρώνουμε υλικό (κυρίως ανέκδοτα έγγραφα) σχετικό με το ίδιο  θέμα. Βέβαια –πρέπει να το τονίσουμε – το  υλικό αυτό δε μεταβάλλει ουσιαστικά τις προηγούμενες διαπιστώσεις και  απόψεις μας, αλλά αναμφισβήτητα μας δίνει μερικές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, που νομίζουμε  χρήσιμο να τις  δημοσιεύσουμε για χάρη  της ιστορικής έρευνας γενικότερα. Έχει δε ιδιαίτερη σημασία   και βαρύτητα, επειδή την περίοδο αυτή της Τουρκοκρατίας παρατηρείται μια γενικότερη ποιοτική και ποσοτική ανάπτυξη της  εκπαίδευσης όχι μόνο στην Προσοτσάνη αλλά και σε άλλες κωμοπόλεις και χωριά των επαρχιών Δράμας και Ζιχνών.

Για τον παραπάνω λόγο δημοσιεύουμε  εδώ την ανέκδοτη  έκθεση του  γνωστού Ηπειρώτη  εκπαιδευτικού, φιλολόγου,  λαογράφου και ιστοριoδίφη Δημητρίου Μ.Σάρρου (1869-1938), ο οποίος  ως «Γενικός Επιθεωρητής των εν Μακεδονία Ελληνικών Σχολείων» περιόδευσε το 1906 την  ύπαιθρο του καζά (επαρχίας) Δράμας και μας έδωσε σε μια εκτενή έκθεσή του λεπτομερή και  ενδιαφέροντα στοιχεία τόσο για τον  πληθυσμό , τα σχολεία, τους  μαθητές, τους δασκάλους και τις φιλεκπαιδευτικές  αδελφότητες, όσο και για  την οικονομική και κοινωνική γενικά κατάσταση της Δράμας , της Προσοτσάνης και άλλων  χωριών και κωμοπόλεων της  περιοχής   αυτής.

Εμείς  δεν  πρόκειται  βέβαια  να επαναλάβουμε  εδώ όσα  γράψαμε για τα σχολεία της Προσοτσάνης και δημοσιεύσαμε στα Πρακτικά των  Επιστημονικών Συναντήσεων της ΔΕΚΠΟΤΑ του Δήμου Δράμας , αλλά και στο βιβλίο μας, «Η  εκπαίδευση στις επαρχίες Δράμας και Ζιχνών κατά την Τουρκοκρατία (1840-1913), Β’ έκδοση ΔΕΚΠΟΤΑ  Δήμου Δράμας, Δράμα 2016, σ.240- 287», όπου μπορεί να ανατρέξει ο ενδιαφερόμενος για γενικότερη ενημέρωση. Θα περιοριστούμε μόνο στη δημοσίευση των σημαντικών για  την Προσοτσάνη πληροφοριών που μας δίνει η έκθεση του Δ.Σάρρου και σε ορισμένες παρατηρήσεις και διαπιστώσεις.

 

                                   Β΄ Η έκθεση του  Δ. Σάρρου

Η έκθεση του Σάρρου αποτελείται από  18 σελίδες (δική μας  αρίθμηση) και  βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, στο φάκ.  1906/56.3, υπ. 1, καθώς και (σε φωτοαντίγραφο) στο Αρχείο  του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (Ι.Μ.Χ.Α.) στη Θεσσαλονίκη, στο φάκ. Στ΄ 44. Εμείς δημοσιεύουμε  εδώ μόνο τις 4 σελίδες της έκθεσης που αναφέρονται στην κατάσταση  της εκπαίδευσης το  1906 στην  Προσοτσάνη. Ως προς το περιεχόμενο της έκθεσης αξίζει, νομίζω, να αναφερθεί εδώ ότι η πρώτη αυτή γραπτή μαρτυρία του Δημ. Σάρρου, αποτελεί σημαντική πηγή στην  έρευνα  της εκπαιδευτικής ιστορίας της Προσοτσάνης στις αρχές  του 20ου αιώνα. Γράφει χαρακτηριστικά στην  έκθεσή του ο Δημ. Σάρρος: «Εν τοις χωρίοις τούτοις (εννοεί την Προσοτσάνη και ολιγάριθμα χωριά του  καζά Δράμας), ένθα διεξάγεται οξύς φυλετικός αγών, τον πυρήνα  της εθνικής  ημών  αμύνης αποτελούσιν οι εν αυτοίς εγκατεστημένοι ως παντοπώλαι συνήθως, βλαχόφωνοι κατά το πλείστον, Ηπειρώται…».

Στη  συνέχεια της έκθεσής του ο Δημ. Σάρρος προσδιορίζει με σαφήνεια τα χαρακτηριστικά και την ιδιοτυπία της κωμόπολης, υπογραμμίζοντας ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής:

  • Κατά την τελευταία τουρκική απογραφή ο πληθυσμός της Προσοτσάνης το 1906 ήταν 1.162 Έλληνες ορθόδοξοι, από τους οποίους οι 112 παρεπίδημοι Ηπειρώται (Βλαχόφωνοι οι πλείστοι), 812 Βούλγαροι σχισματικοί και  679 Οθωμανοί. Σύνολο  3.653 κάτοικοι.  (Α.Υ.Ε., φάκ. 1906/56.3, υπ.1, έγγραφο της 10ης Ιουλίου 1906 του Γεν. Επιθεωρητή των Ελληνικών Σχολείων Μακεδονίας Δημ. Σάρρου). Σημειωτέον ότι η Προσοτσάνη την περίοδο αυτή εκτός  από διοικητικό κέντρο (έδρα Μουδίρη- υποέπαρχου) ήταν και σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο με  3.741 κατοίκους  σύμφωνα με την πατριαρχική στατιστική και  3.750 σύμφωνα με την εξαρχική. Άξιο  ιδιαίτερης μνείας  εδώ είναι ότι τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνονται και από  τις εμπιστευτικές, εθνολογικές στατιστικές που έχουμε από το  Ελληνικό Προξενείο Σερρών, το δε σημαντικότερο είναι ότι διαψεύδουν άρδην τις επίσημες και αναγνωρισμένες από τη διεθνή  ιστοριογραφία στατιστικές  Κantzov  και Brancoff (A.Y.E.,φάκ.  1905/KB΄ προξενείο Σερρών «Πληθυσμός των εν ταις  επαρχίαις Δράμας, Σερρών, Ελευθερουπόλεως και τω νοτίω τμήματι της Επαρχίας Μελενίκου Ελλήνων, Σχισματικών και Τούρκων εν συνόλω και χωρίς»).
  • Η οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη που παρατηρείται την περίοδο αυτή στην Προσοτσάνη και σε άλλες περιοχές του καζά Δράμας, οφείλετο στο εμπόριο και κυρίως στο εμπόριο του καπνού, που αποτελούσε τώρα πλέον το κύριο προϊόν παραγωγής και  καλλιέργειας  στην περιοχή. Το εμπόριο του  καπνού και η  απελευθέρωσή του   από κάθε εμπόδιο και περιορισμό υπήρξε αναμφίβολα η κινητήρια δύναμη για την οικονομική και κοινωνική  εξέλιξη της κωμόπολης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των προξενικών εκθέσεων η Προσοτσάνη ήταν ένα από  τα τέσσερα καπνοπαραγωγικά κέντρα του καζά Δράμας. Η συνολική ετήσια παραγωγή της έφθανε τις 200.000 οκάδες  καπνού το χρόνο. Η ποιότητα του καπνού της έφερε την ονομασία  στα τουρκικά «μπασή- μπαγλή» και «μπασμά». Η καλύτερη ποιότητα των φύλλων του καπνού εξαγόταν στην Κωνσταντινούπολη και στα ρωσικά λιμάνια του Ευξείνου Πόντου. Την οικονομική  ανάπτυξη της κωμόπολης και της ευρύτερης περιοχής της βοήθησαν σημαντικά και οι συγκοινωνιακές  υποδομές στις οποίες , κάτω από την πίεση των ευρωπαϊκών κυρίως συμφερόντων, σημειώνονται ουσιαστικές αλλαγές στο σιδηροδρομικό δίκτυο με τη λειτουργία του σιδηροδρομικού σταθμού στη Δράμα από τις 14 Αυγούστου του 1895, αλλά και στη βελτίωση  του οδικού δικτύου Καβάλας- Δράμας- Προσοτσάνης-Νευροκοπίου. Έτσι, ο καπνός  καθώς και άλλα προϊόντα που προορίζονταν για εξαγωγή μεταφέρονταν πια στο σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας  ή στο λιμάνι της Καβάλας «επ’ ευρείας και λαμπράς αμαξιτής οδού». Η οικονομική αυτή ανάπτυξη είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του ενδιαφέροντος των  κατοίκων της Προσοτσάνης να ιδρύσουν σχολεία, όπως τα Εκπαιδευτήρια (αρρεναγωγείο, παρθεναγωγείο) και το  οικοτροφείο θηλέων. Επισημαίνουμε το γεγονός ότι η συμβολή του Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου (1902-1910) υπήρξε καθοριστική για την ανέγερση και αποπεράτωση των  Εκπαιδευτηρίων της Προσοτσάνης (1907-1909),  όπου τη χρηματοδότησή τους εκτός από το Επιμελητήριο Μελά  στην Αθήνα, το οποίο    ενέκρινε το ποσό των 600 οθωμανικών  λιρών, είχε αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου  η ελληνορθόδοξη κοινότητα της Προσοτσάνης, με πόρους από συνεισφορές των εύπορων καπνοπαραγωγών και του εμπορικού κόσμου της κωμόπολης. Αλλά και απλοί πολίτες και φορείς δίνουν τον υπέρ της εκπαίδευσης αγώνα κάτω από αντίξοες, πολλές φορές, οικονομικές συνθήκες ενστερνιζόμενοι τη σπουδαία σημασία της για το λαό και την πολιτισμική του αναβάθμιση.

Απ’ όλα τα παραπάνω  γίνεται φανερό ότι ο πλούτος που συσσωρεύτηκε στον τόπο αυτόν χάρη  στην καλλιέργεια του καπνού και το εμπόριο και , τέλος,οι στενές σχέσεις των κατοίκων της Προσοτσάνης με τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο, συνετέλεσαν τα μέγιστα στη γρήγορη αποπεράτωση των Εκπαιδευτηρίων Προσοτσάνης, τα οποία λειτούργησαν   με επιτυχία στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας παρά τα προβλήματα που δημιουργούσε στην περιοχή  αυτή η βουλγαρική προπαγάνδα.

Ιδού πως περιγράφει στην έκθεσή του ο Δημ. Σάρρος την εμφάνιση του εξαρχικού φαινομένου και τους μεγάλους δαπανηρούς αγώνες που ανέλαβαν οι κάτοικοι της Προσοτσάνης με το Μητροπολίτη Χρυσόστομο για την εκκλησία και την ακίνητη περιουσία της ελληνικής κοινότητάς τους: «[…].Το  σχίσμα εισήχθη εν τη σπουδαιοτάτη ταύτη κωμοπόλει από του 1870-2  ότε μέγαν κίνδυνον διέτρεξεν η ημετέρα κοινότης […]. Οι βούλγαροι είχον καταλάβη και την  ημετέραν εκκλησίαν και τα κοινοτικά κτήματα από του 1892 όμως οι ημέτεροι εβάδισαν προς τα πρόσω, αναλαβόντες έκτοτε μετά μεγάλους και δαπανηρούς δικαστικούς αγώνες την τε εκκλησίαν και τα μάλλον προσοδοφόρα των κοινοτικών κτημάτων.

 

Πρόσοδοι της ελλην. Κοινότητος και Δαπάναι

Εκ του παγκαρίου της Εκκλησίας λίρ.80 Εις μισθοδοσίας διδασκάλων ήτοι
‘’     ‘’   δίσκου Θεοφανείων………»    15 Διευθυντού………………… λίρ. 42
‘’     ‘’  ενοικίου κοινοτικού Ξενοδ…»   50 3 βοηθών ανά  33…………….. ‘’  99
‘’     ‘’  Χανίου……………………….»   12 2 διδασκαλισσών……………. ‘’  45
‘’   της περιφοράς του κουτίου……»      6 Παιδονόμου ………………….. ‘’ 10

2 Ψαλτών……………………… ‘’18

‘’  του αχυρώνος……………………»     7 Κανδηλανάπτου……… ………‘’   6
‘’  των αγρών………………………..»   10

Ευσεβούς πηγής επίδομα…………»    80

Έξοδα εις δίκας μετά βουλγ.και

10 λίρας αρχιερ. επιχορήγησιν ‘’40

260                                                  260».

 

Όσον  αφορά τώρα στα Σχολεία και την Εκκλησία , ο Δημ. Σάρρος αναφέρει σχετικά:

«Τα τε σαθρώτατα Ελληνικά σχολεία και η αξιόλογος Εκκλησία  παράκεινται τοις των σχισματικών. Εν τω αυτώ δε αδιαιρέτω περιβόλω συναγελάζονται εκ περιτροπής τα ημέτερα και τα των σχισματικών παιδία. Ευτυχώς εξεδόθη το σχετικό Φιρμάνιον  και ελήφθη παρά των αρμοδίων η απόφασις προς ανέγερσιν νέων  διδακτηρίων , δι’ ά και η κοινότης θα  συνεισφέρη 200 λίρας  ήτοι 100 εις μετρητά και 100 εις οικοδoμήσιμον υλικόν  εκ των παλαιών. Το δυσάρεστον είναι ότι  και το νέον σχολείον θα κτισθή  εν τω αυτώ ουχί πολύ ευρυχώρω τόπω, παρ’ώ και τα βουλγαρικά σχολεία και ο αδιανέμητος κοινός περίβολος».

Όσον αφορά στους μαθητές και στους διδασκάλους ο Γεν. Επιθεωρητής των Ελληνικών Σχολείων της Μακεδονίας γράφει: «Μαθηταί ενεγράφησαν εν όλω 170. Ήτοι εν μεν τω εξατάκτω αρρεναγωγείω 76, ων ουδείς απεσύρθη, εν δε τω τριταξίω παρθεναγωγείω μαθήτριαι 24, εν δε τω προσηρτημένω νηπιαγωγείω νήπια 70. Ικανή πρόοδος και φιλοτιμία μαθητών και διδασκάλων . Εν τω αρρεναγωγείω άλλοτε είχον και Ζην τάξιν, ην  εφέτος ελλείψει καταλλήλου διευθυντού διέλυσαν, ζητούσι δε και την προσθήκην αυτής κατά το επιόν έτος.

Διδάσκαλοί 1) Βασίλειος Πασχαλίδης  διευθύνων εκ Ροδολείβους διδάσκει από 18 ετών∙ γινώσκει μεν γράμματα, αλλά φαίνεται πολύ νωθρός  και όλως ακατάλληλος δια την  διεύθυνσιν αστικής  σχολής και τοιαύτης μάλιστα κοινότητος. 2) Βασίλειος Βουλτσιάδης τελειόφοιτος γυμνασίου Σερρών, εντόπιος, διδάσκει το δεύτερον έτος, έχει πολλάς συμπαθείας εν τω τόπω, ένθα η οικογένειά του εκ των πρώτων. 3) Νικόλαος Αστεριάδης εντόπιος, τελειόφοιτος  του Γυμνασίου Σερρών διδάσκει από 16 ετών καλώς. 4) Κωνσταντίνος Π. Καλαϊτζής εκ Πλεύνης, τελειόφοιτος του παλαιού διδασκαλείου Θεσσαλονίκης διδάσκει από 15 ετών∙ έχει ζήλον εν τω έργω του και ικανήν πείραν∙ φαίνεται δε ότι δεν μεθύει πλέον.

Η διδασκάλισσα  Άννα Πατραμάνη  εκ Σερρών , πεπειραμένη και η νηπιαγωγός Ελισάβετ Μέλφου εκ Σερρών επίσης εργάζονται  αρμονικώς. Ανάγκη να διορισθή  εφέτος άλλος  κατάλληλος διευθυντής και ν’ αντικατασταθή , ει δυνατόν, η πρωτόπειρος, αλλά σεμνή άλλως νηπιαγωγός δια φρεβολιανής.

Εν Προσωτσιάνη λειτουργεί επωφελώς και «Φιλόπτωχος ελλληνική αδελφότης».

Πρόκριτοι εκ των  ημετέρων 1) Λεωνίδας  Βουλτσιάδης  2) Κώτσιος  Ράε 3) Κωνσταντίνος Νάσιου 4) Δημήτριος Αναστασίου 5) Λεωνίδας Στωϊμένη προεστώς 6) ιατρός Μελισσάς Σερραίος 7) Ιατρός βλάχος Ηπειρώτης,  πρόεδρος της αδελφότητος 8) Καραγιάννης Ηπειρώτης Ξενοδόχος 9) ο δε Αβραάμ Δημητρίου Τσαλίκης ενθουσιώδες παλληκάρι με συνοδεύει πανταχού  κατά την περιοδείαν μου.

Οι βούλγαροι έχουσι μαθητάς  περί τους 80, ων πολλοί  εκ των πέριξ και  δη εκ Καρλικόβης, διδασκάλους 4, διδασκαλίσσας 2, ιερείς 2 και παρεκκλήσιον παρά την ημετέραν  Εκκλησίαν».

 

Γ΄ Παρατηρήσεις πάνω στα στοιχεία της έκθεσης

Στηριζόμενοι στα παραπάνω στοιχεία μπορούμε να προχωρήσουμε στις  εξής παρατηρήσεις και συμπεράσματα:

α) Σύμφωνα με την έκθεση του Σάρρου το 1906 η Προσοτσάνη αριθμούσε συνολικά 3.653 κατοίκους, από τους  οποίους 1.162 (ποσοστό 31,80%) ήταν Έλληνες,  812 (ποσοστό 22,22%) ήταν σλαβόφωνοι  σχισματικοί και  1.679 (ποσοστό 45,96%) ήταν Τούρκοι.  Προσωπικά θεωρούμε  τα στοιχεία της  έκθεσης  Σάρρου  πιο  ακριβή, γιατί βασίζονται στην τουρκική στατιστική του  1905 του γενικού επιθεωρητή της Μακεδονίας   Χιλμή Πασά.  Τα στοιχεία αυτά επεξεργάστηκε  ο Τούρκος ιστορικός Κemal  Karpat, o  οποίος παρατήρησε ότι με τη σύνταξη της στατιστικής αυτής η οθωμανική κυβέρνηση αποσκοπούσε  να  αποδώσει την πιστότερη δυνατή εικόνα της εθνοθρησκευτικής  πληθυσμιακής σύνθεσης των τριών μακεδονικών επαρχιών.

β) Οι σχισματικοί ήταν  σλαβόφωνοι Έλληνες που μιλούσαν κάποια τοπική σλαβική διάλεκτο, παρ’ όλο που διατηρούσαν μια ελληνοβυζαντινή πολιτισμική ταυτότητα. Σημαντικός αριθμός από τους σλαβόφωνους γνώριζε καλά και την ελληνική  γλώσσα και μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως δίγλωσσος. Είχαν προσχωρήσει στο  βουλγαρικό Σχίσμα κάτω από την πίεση της Βουλγαρικής Εξαρχίας και  τον τρόμο του Βουλγαρικού κομιτάτου. Πολλοί απ’ αυτούς, ή εξ ολοκλήρου επανήλθαν στους κόλπους του Πατριαρχείου, πραγματικότητα, άλλωστε, που  προκύπτει από τις ελληνικές και ευρωπαϊκές εκθέσεις. Με το όλο θέμα των  σλαβόφωνων πληθυσμών  και με το πρόβλημα, ποια ήταν η  εθνική συνείδησή τους τοποθετείται  και η από 30 Δεκεμβρίου 1876 έκθεση του Έλληνα Γενικού Προξένου Θεσσαλονίκης Κ. Βατικιώτη, ο οποίος  τόνιζε, ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής: « Οι σλαβόφωνοι ούτοι ελληνίζουσι  επί τοσούτον ώστε και εν τη Εκκλησία και εν τω σχολείω και ως  γραφομένην γλώσσαν έχουσι την ελληνικήν και πιστοί ενέμειναν εις το Πατριαρχείον και τον Ελληνισμόν μεθ’ ού έχουσι κοινά  τα ήθη και τα εξωτερικά γνωρίσματα και  κρατερώς  απέκρουσαν την Εξαρχίαν…» (Α.Υ.Ε., φάκ. 1876/α.α.κ./30 Δεκεμβρίου 1876).

Ας σημειώσουμε με την  ευκαιρία αυτήν  και τούτο: ότι η εθνική ταυτότητα ενός  λαού δεν προσδιορίζεται τώρα πλέον- αλλά και τότε – με βάση τη γλώσσα, αλλ’  ως  κριτήριο πρέπει να λαμβάνεται  η εκφρασμένη, με ποικίλους τρόπους, εθνική συνείδησή του. Απόδειξη τρανή, σε σχέση με το προκείμενο, αποτελούν οι πολυάριθμοι σλαβόφωνοι  μακεδονομάχοι που πολέμησαν με  φανατισμό  τους « ομόγλωσσούς» τους  του βουλγαρικού κομιτάτου. Δικαιολογημένα, λοιπόν και ο Κων. Βαβούσκος, ομότ. Καθηγητής του Α.Π.Θ., Ακαδημαϊκός  και Πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών , σε  διάλεξή του  στο Δημαρχείο της γερμανικής πόλης Dortmund (Εφημ. «Δυτικής Μακεδονίας» της 19-2-1991) σημείωνε ότι «… από τους  σλαβόφωνους  βγήκαν οι καλύτεροι μακεδονομάχοι μας και από τους βλαχόφωνους οι  μεγαλύτεροι ευεργέται του  Έθνους».

γ) Κατά  τη  μελέτη  της εκπαιδευτικής ιστορίας της Προσοτσάνης τα δεδομένα υποχρεώνουν τον ερευνητή να σταθεί ιδιαίτερα στη χρονική  περίοδο της Τουρκοκρατίας από το1902 έως το 1910. Η παρουσία του Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου αποτελεί , σύμφωνα με τις πηγές της εποχής σταθμό  στα εκπαιδευτικά πράγματα της κωμόπολης. Είναι «άοκνος» και αποφασιστικός προς  όλες τις κατευθύνσεις: καλύπτει το  οργανωτικό, διοικητικό και εποπτικό πλαίσιο αλλά και ό,τι έχει σχέση με  την εκπαιδευτική πράξη και τη λειτουργία των σχολείων  ειδικότερα. Βασική πηγή των παραπάνω αποτελούν τόσο η έκθεση Σάρρου,  το «Αρχείον του Χρυσοστόμου» και τα ανέκδοτα έγγραφα των προξενείων μας στην Καβάλα και στις  Σέρρες, όσο  και ο χειρόγραφος  Κώδικας της Πρoσοτσάνης που υπάρχει στο Αρχείο του Α΄  δημοτικού σχολείου. Η ανάγνωση των Πρακτικών του Κώδικα εξηγεί, πιστεύω, τη στάση των κατοίκων της Προσοτσάνης για συγκινητικές, συχνά προσφορές υπέρ των εκπαιδευτηρίων γιατί φαίνεται καθαρά ότι στον αγώνα για την εξασφάλιση οικονομικών πόρων πρωτοστατεί προσωπικά ο Χρυσόστομος. Επισημαίνεται το γεγονός ότι την πρωτοβουλία για την ανέγερση των Εκπαιδευτηρίων, όπως και σε άλλες κωμοπόλεις και χωριά της Μητρόπολής του, είχε ο Χρυσόστομος, ο οποίος γνώριζε  πολύ καλά ότι το μόνο όπλο για την  αποτελεσματική καταπολέμηση  της ολοένα  αυξανόμενης βουλγαρικής  προπαγάνδας ήταν το σχολείο. Πίστευε ότι το σχολείο θα φέρει την ελευθερία και θα βελτιώσει το πνευματικό επίπεδο των σκλαβωμένων  κατοίκων.

Στη συνεδρίαση  της 14ης Σεπτεμβρίου 1906 επισκέφθηκε την Προσοτσάνη για  δεύτερη φορά ο Χρυσόστομος,  όπου  πραγματοποιήθηκε συνέλευση της Κοινότητας και  αποφασίστηκε να εισπραχθεί και  παρά των μελών της Κοινότητας « ικανόν χρήμα ούτως ώστε το Σχολείον μας  να εγερθή λαμποκοπούν εκ του  κάλλους και καλλιλαμπές και καλλιμάρμαρον προς σέμνωμα και αγλάισμα και δόξα των Ορθοδόξων Ελλήνων προς  καταισχύνην δε των  τυφλωθέντων εις  το φως του Ελληνικού  Πολιτισμού της  αληθείας της  ορθοδόξου  ημών πίστεως».

Όλες οι πηγές λοιπόν  συγκλίνουν  στη διαπίστωση ότι ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος υπήρξε για τα σχολεία της  Ελληνικής Κοινότητας  Προσοτσάνης και  «εύτολμος» και  «άοκνος» προστάτης.-

 

Εικ. 1. Α.Υ.Ε., φάκ. 1906/56.3, υπ.1. Έκθεση του Γεν. Επιθεωρητή των Ελληνικών  Σχολείων της  Μακεδονίας. Έγγραφο της 10ης Ιουλίου 1906.

 

Εικ. 2. Εκπαιδευτήρια Προσοτσάνης (1907-1909).

Γενική άποψη από Ν.Α. (Αρχείο Α΄Δημ. Σχολείου Προσοτσάνης).

 

Εικ. 3. Εκπαιδευτήρια Προσοτσάνης. Ιστορική επιγραφή εντοιχισμένη στο χώρο του εσωτερικού κλιμακοστασίου, 1909.