Η γεωπολιτική του κρασιού:
Από την Τοσκάνη στη Δράμα με μια γουλιά
Σε μια Ευρώπη που επαναπροσδιορίζει την ταυτότητά της μέσω της γαστρονομίας, των εξαγωγών και της αγροτικής βιωσιμότητας, το κρασί παραμένει όχι απλώς ένα προϊόν – αλλά ένα πολιτισμικό σύμβολο και μια οικονομική σταθερά. Τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το εμπορικό έτος 2024/2025, που δημοσιεύτηκαν στις 5 Μαΐου 2025, αποτυπώνουν με ακρίβεια το παρόν – και ίσως προοιωνίζονται το μέλλον – της ευρωπαϊκής οινοπαραγωγής.
Με 43.956 χιλιάδες εκατόλιτρα παραγωγής, η Ιταλία στέκεται αλώβητη στην κορυφή, ενισχύοντας την παγκόσμια εικόνα της ως κορυφαία οινική δύναμη. Από το Πιεμόντε και την Τοσκάνη μέχρι την Απουλία και τη Σικελία, οι ιταλικοί αμπελώνες συνδυάζουν ποικιλιακή ποικιλομορφία με εξαγωγική υπεροχή, στηρίζοντας έναν τομέα που είναι άρρηκτα δεμένος με την τουριστική οικονομία και την πολιτιστική ταυτότητα της χώρας.
Η Γαλλία, με 36.163 χιλιάδες εκατόλιτρα, και η Ισπανία, με 31.033, διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στην «ιερή τριάδα» του ευρωπαϊκού κρασιού. Η πρώτη εξακολουθεί να επενδύει στην ποιότητα, το terroir και την υψηλή πιστοποίηση, από τη Βουργουνδία έως το Μπορντό. Η δεύτερη, παρότι επηρεάστηκε φέτος από τις καιρικές συνθήκες και τις αυστηρότερες πρακτικές διαχείρισης πόρων, παραμένει μια γιγαντιαία δεξαμενή κρασιού, ιδιαίτερα στον τομέα των χύμα και οικονομικά προσιτών ετικετών.
Η Γερμανία, με 7.315 χιλιάδες εκατόλιτρα, αξιοποιεί την κλιματική μεταβολή για να αναδείξει ποικιλίες όπως το Riesling, σε περιοχές που παλαιότερα θεωρούνταν μη κατάλληλες για αμπελουργία. Η Πορτογαλία, με 6.577, συνεχίζει να εντυπωσιάζει με την καινοτομία στον σχεδιασμό blends, τη σταθερή ποιότητα των DOC και την αυξανόμενη διεθνή αναγνώριση πέραν του Port.
Η Ρουμανία (3.148), η Ουγγαρία (2.672) και η Ελλάδα (1.386) υπενθυμίζουν πως η παράδοση δεν λείπει από τα Βαλκάνια – αλλά το στοίχημα παραμένει η σύνδεση της ποσότητας με την εμπορική στρατηγική. Η Ελλάδα, παρά την περιορισμένη παραγωγή, διατηρεί ένα εξαγώγιμο χαρτοφυλάκιο ποιοτικών ετικετών, ενώ ταυτόχρονα επιζητά μια νέα ισορροπία ανάμεσα στην τοπικότητα και την παγκοσμιότητα.
Χώρες όπως η Κροατία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Κύπρος, η Μάλτα και οι Κάτω Χώρες (με παραγωγές από 6 έως 446 χιλ. εκατόλιτρα) επιβεβαιώνουν ότι το κρασί δεν είναι μόνο υπόθεση μαζικής παραγωγής. Η στροφή σε boutique παραγωγούς, βιολογική καλλιέργεια και οινοτουρισμό μετατρέπει τις μειονεκτικές περιοχές σε επίκεντρο για niche κοινά και απαιτητικούς καταναλωτές.
Με 1.386 χιλιάδες εκατόλιτρα παραγωγής για το έτος 2024/2025, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα κατατάσσεται 11η στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τον όγκο παραγωγής. Αν και απέχει ποσοτικά από τις κολοσσιαίες επιδόσεις της Ιταλίας ή της Γαλλίας, η ελληνική οινοπαραγωγή έχει στραφεί στρατηγικά στην ποιότητα, τη βιοποικιλότητα και την εξαγώγιμη προστιθέμενη αξία.
Η χώρα διαθέτει πάνω από 200 αυτόχθονες ποικιλίες, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν διεθνώς το Ασύρτικο, η Μαλαγουζιά, το Ξινόμαυρο και το Αγιωργίτικο. Το ελληνικό terroir – από τις ηφαιστειακές πλαγιές της Σαντορίνης μέχρι τις αμπελουργικές ζώνες της Νεμέας και της Δράμας – προσφέρει μια μοναδική γευστική ταυτότητα, που έχει αρχίσει να αναγνωρίζεται σε μεγάλες αγορές, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Γερμανία και η Αυστραλία.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (ΣΕΟ) και του OIV, οι εξαγωγές ελληνικού κρασιού ξεπέρασαν τα 85 εκατ. ευρώ το 2023, με σταθερή ανοδική τάση την τελευταία πενταετία. Η εγχώρια κατανάλωση μειώθηκε, αντανακλώντας ευρύτερες δημογραφικές και κοινωνικές αλλαγές, ενώ ο οινικός τουρισμός παρουσιάζει εντυπωσιακή δυναμική, ιδιαίτερα σε νησιά και ορεινές ζώνες.
Ωστόσο, οι προκλήσεις είναι υπαρκτές: η κλιματική κρίση, οι πιέσεις στο κόστος παραγωγής και η ανάγκη για διεθνές rebranding απαιτούν μια νέα γενιά στρατηγικής. Πιο συνεκτικές πολιτικές προβολής, ισχυρότερη προστασία των ΠΟΠ/ΠΓΕ και εξαγωγική επιθετικότητα με βάση τη γευστική μοναδικότητα της Ελλάδας, είναι πλέον μονόδρομος.
Ειδικά το ευρωπαϊκό κρασί δεν είναι απλώς ένα αγροτικό προϊόν – είναι ένας κώδικας πολιτισμού, μια διπλωματική γλώσσα, ένα εργαλείο ανάπτυξης. Οι αριθμοί του 2024/2025 μιλούν με σαφήνεια: η Μεσόγειος διατηρεί τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής παραγωγής, ενώ οι υπόλοιπες χώρες επιχειρούν να αναδείξουν τη δική τους μοναδικότητα στο τραπέζι της διεθνούς οινικής αγοράς.
Το μέλλον θα ανήκει όχι σε όσους παράγουν περισσότερο, αλλά σε εκείνους που κατανοούν βαθύτερα τι σημαίνει κρασί στον 21ο αιώνα – με γεύση και ταυτότητα, παράδοση με στρατηγική, ποιότητα με όραμα. Κι όπως συμβαίνει με κάθε μεγάλο κρασί, το αληθινό του αποτύπωμα δεν φαίνεται αμέσως – αλλά αφήνει επίγευση. Μια Ευρώπη που ξέρει να επενδύει στο κρασί της, ίσως ξέρει και πώς να επενδύσει στο μέλλον της.
Πηγή- Agrocapital.gr