Home > Πρώτο Θέμα > Για ποιο λόγο έγινε η αύξηση στο πάγιο των λογαριασμών ύδρευσης της ΔΕΥΑΔ ► Χατζηγιάννης: Αρνηθήκαμε την αύξηση του 20% στο κυβικό που πρότεινε η υπηρεσία

Για ποιο λόγο έγινε η αύξηση στο πάγιο των λογαριασμών ύδρευσης της ΔΕΥΑΔ ► Χατζηγιάννης: Αρνηθήκαμε την αύξηση του 20% στο κυβικό που πρότεινε η υπηρεσία

Συνέντευξη Τύπου του προέδρου της ΔΕΥΑ Δήμου Δράμας

Για ποιο λόγο έγινε η αύξηση

στο πάγιο των λογαριασμών

ύδρευσης της ΔΕΥΑΔ

► Χατζηγιάννης: Αρνηθήκαμε την αύξηση του 20% στο κυβικό που πρότεινε η υπηρεσία

► Βιογιατζής: Αμείλικτα τα ερωτήματα για το τι θα συμβεί αν η ΔΕΥΑΔ δεν μπορεί να λειτουργήσει

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Τύπου παραχώρησαν χθες το μεσημέρι, ο πρόεδρος της ΔΕΥΑ Δήμου Δράμας κ. Τάσος Χατζηγιάννη, μαζί με τον διευθυντή Τεχνικών Έργων της δημοτικής επιχείρησης κ. Χριστόδουλο Βογιατζή. Η συνέντευξη έγινε στο πλαίσιο της απόφασης που πήρε την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΥΑΔ, για τις αυξήσεις στο πάγιο των λογαριασμών ύδρευσης.

Αυτό που με δυο λόγια μπορούμε να πούμε, είναι ότι σύμφωνα με τον πρόεδρο της δημοτικής επιχείρησης, η αύξηση στο πάγιο των λογαριασμών ύδρευσης είναι απαραίτητη, διαφορετικά η ΔΕΥΑΔ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει προβλήματα όσον αφορά τις υπηρεσίες και την ποιότητα του νερού που προσφέρει στους δημότες, όσο και στις εργασίες και συντηρήσεις που αντιμετωπίζει καθημερινά.

Όπως εξήγησε ο κ. Χατζηγιάννης, η επιχείρηση θα πρέπει να παραμείνει βιώσιμη, ενώ όπως τόνισε, η υπηρεσία είχε προτείνει αύξηση 20% στο κυβικό, ενώ τελικά το Δ.Σ. αποφάσισε το ελάχιστο, την οριζόντια αύξηση μόνο στο πάγιο.

Όπως δημοσίευσε και χθες ο «Πρωινός Τύπος», η αύξηση αυτή επιβαρύνει τους καταναλωτές στην πόλη της Δράμας κατά 30 ευρώ ετησίως, ενώ τους καταναλωτές στα χωριά περίπου στα 26 ευρώ το χρόνο.

Πιο συγκεκριμένα κατά τις δηλώσεις του ο κ. Χατζηγιάννης είπε ότι «ήταν το πλέον ανώδυνο που μπορούσαμε να κάνουμε. Απορρίψαμε την αύξηση του 20% ανά κυβικό  νερού, γιατί αυτό θα είχε πολύ μεγαλύτερο κόστος στον καταναλωτή, που σημαίνει ότι αυτό θα συμπαρέσυρε και το κόστος στην αποχέτευση και σε άλλα σημεία», και συμπλήρωσε ότι «η αύξηση αυτή γίνεται μόνο στο πάγιο κατά 2,16 ευρώ το μήνα στα χωριά και 2,5 ευρώ στην πόλη».

Όπως σημείωσε ο ίδιος, «η ΔΕΥΑΔ ήταν μια από τις πλέον εύρωστες επιχειρήσεις, χωρίς οφειλές και δάνεια, από τις καλύτερες στην Ελλάδα. Όλα τα προβλήματα προέκυψαν μετά τη ρήτρα αναπροσαρμογής από τη ΔΕΗ» και εξήγησε ότι, «στη μέση τάση, μας ήρθε αξία ρεύματος 55.000 ευρώ και η ρήτρα αναπροσαρμογής ήταν 172.000 ευρώ. Μέχρι 31 Οκτωβρίου πληρώσαμε στη ΔΕΗ 1.800.000 ευρώ και χρωστάμε 1.100.000 ευρώ. Και μην ξεχνάμε ότι δεν τελείωσε ο χρόνος. Έτσι όπως πάμε στις 31 Δεκεμβρίου θα πάμε στα 3,5 εκατ. ευρώ και η διαφορά που προκύπτει είναι 2,5 εκατ. ευρώ».

Τόνισε ακόμα, ότι, «για να μην κλείσουμε την επιχείρηση, για να μην πονέσουμε τους συνδημότες μας, ψάξαμε και βρήκαμε όλες τις πιθανές λύσεις και καταλήξαμε στην πλέον ανώδυνη», επισημαίνοντας ιδιαίτερα ότι «και αυτό θα έχει άμεση εξάρτηση από την επιχορήγηση που θα δώσει το κράτος και γι’ αυτό καθυστερήσαμε για να περάσουμε την τιμολογιακή πολιτική».

Χαρακτηριστικό είναι ότι, το τιμολόγιο της ΔΕΥΑΔ ισχύει από το 2013 και όλα αυτά τα χρόνια απορροφούσε τις οποιεσδήποτε αυξήσεις χωρίς να προβεί σε αλλαγές στα τιμολόγιά της, ενώ σημείωσε ακόμα, ότι, «σ’ αυτά τα έξοδα δεν λογαριάζονται οι αυξήσεις στα καύσιμα και σε άλλες υπηρεσίες».

Όσον αφορά τα προβλήματα που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν από μια προβληματική επιχείρηση ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΔ έθεσε τα ερωτήματα: «Φανταστείτε να σκάσει ένας αγωγός λυμάτων και να μην μπορούμε να το διορθώσουμε, ή φανταστείτε τι θα γίνει αν δεν μπορεί να δουλέψει ο βιολογικός από έλλειψη χρημάτων. Τα μεγέθη είναι τεράστια και οι ζημιές θα είναι ιδιαίτερα μεγάλες».

Αναφορικά με το ζήτημα της επιχορήγησης των ΔΕΥΑ από το κράτος, ο κ. Χατζηγιάννης εξέφρασε την πικρία του, λέγοντας ότι ο ίδιος ο κ. Πέτσας από τη Δράμα μάλιστα είχε πει ότι «θα έδιναν 130 εκατ. ευρώ, ενώ στη συνέχεια είπαν ότι θα δώσουν από 40 εκατ. ευρώ σε δύο δόσεις. Επαναλαμβάνω όμως ότι εμείς δεν μπορούμε να μείνουμε στη θεωρία και δεν έχουμε δει φως ακόμη», συμπληρώνοντας ότι, «αν αλλάξουν τα δεδομένα θα κάνουμε αναμόρφωση προϋπολογισμού το πρώτο εξάμηνο του 2023 και δεν θα αφήσουμε αυτό να συνεχιστεί».

Σημείωσε ότι η ΔΕΥΑΔ είναι μια υπηρεσία που λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και απαντάει στις όποιες βλάβες μέσα σε 24 ώρες, ενώ παρέχει τις καλύτερες υπηρεσίες με το λιγότερο κόστος και μίλησε για «υποχρεωτική αύξηση στο πάγιο, διαφορετικά θα έχουμε προβλήματα».

Όσον αφορά τις αντιπολιτεύσεις, σημείωσε ότι «αυτές κάνουν τη δουλειά τους και δεν τους ενδιαφέρει. Τα κάστανα από τη φωτιά θα τα βγάλει αυτός που ασκεί διοίκηση» και όπως είπε χαρακτηριστικά «τα ντέρτια του μοναστηριού ο καλόγερος τα ξέρει».

Κατά τη διάρκεια των δηλώσεών του, ο κ. Χατζηγιάννης επανέλαβε αρκετές φορές ότι, «πρέπει να συνεχίσουμε να παρέχουμε καλές υπηρεσίες προς τους πολίτες, γρήγορα και με ασφάλεια», ενώ αναφερόμενος στις ανείσπρακτες οφειλές, είπε ότι αυτές ανέρχονται στα 10 εκατ. ευρώ περίπου.

Οι κύριοι Βογιατζής και Χατζηγιάννης κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου και την αύξηση στο πάγιο των λογαριασμών ύδρευσης της ΔΕΥΑΔ.

Διευκολύνσεις για τις οφειλές δημοτών

Σε άλλο σημείο, σχετικά με τις οφειλές των δημοτών, είπε ότι πάρθηκε απόφαση ώστε, «αν πληρωθεί ένας παλιός λογαριασμός εφάπαξ, θα αφαιρούνται όλοι οι τόκοι και οι προσαυξήσεις. Επίσης, σε όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν εφάπαξ  να γίνει διακανονισμός των 100 δόσεων, που το λιγότερο όφελος που θα έχει ο δημότης, θα είναι το 50% αφαίρεσης τόκων και προσαυξήσεων. Είναι δελεαστική η πρόταση, έρχεται ο κόσμος, προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε χρήματα. Ακόμα, έχουμε βγάλει τρία συνεργία να κόβουν νερά για να θυμίσουμε στον κόσμο ότι πρέπει να έρθει να πληρώσει. Γενικά ο κόσμος είναι φιλότιμος, όχι όμως και όσοι είναι επαγγελματίες και αυτούς κυνηγάμε».

Ποιο είναι το μέλλον!

Ερωτήθηκε ο κ. Χατζηγιάννης από τον «Π.Τ.» να απαντήσει με το χέρι στην καρδιά και εφόσον η κατάσταση συνεχιστεί όπως είναι, και το κράτος δεν δώσει τις επιχορηγήσεις που υποσχέθηκε προς τις ΔΕΥΑ, αν μπει η επιχείρηση στο λογική να κάνει αυξήσεις στο κυβικό,

απάντησε: «Δεν μπαίνουμε στη διαδικασία αυτή, ούτε στο σκεπτικό το δικό σας και δεν δεχόμαστε σαν δημοτική αρχή την πρόταση της επιχείρησης, που έλεγε αύξηση 20% ανά κυβικό στο νερό. Εμείς το απορρίψαμε αυτό, γιατί θα ήταν πολλά περισσότερα τα χρήματα που θα πλήρωναν οι πολίτες».

Σημασία έχει να λειτουργεί η επιχείρηση

Στις δηλώσεις του ο διευθυντής Τεχνικής Υπηρεσίας της ΔΕΥΑΔ κ. Βογιατζής, τόνισε: «Χαίρομαι που η δημοτική αρχή και η διοίκηση της ΔΕΥΑΔ στάθηκε δίπλα στην πρόταση έστω και διαφοροποιημένη των στελεχών, γιατί αυτό ήταν το απολύτως απαραίτητο».

Όπως είπε, «πρέπει η επιχείρηση να επιζήσει και στα 11 χρόνια η επιχείρηση απορρόφησε όλες τις αυξήσεις της ΔΕΗ και στο ΦΠΑ και αλλού, κάνοντας μεγάλες επενδύσεις στα θέματα του κόστους της ενέργειας, της μείωσης των διαρροών. Εκτελέσαμε ένα πρόγραμμα από το 2011 που ξεπερνά τα 42. εκατ. ευρώ. Αυτό που συνέβη τώρα ήταν ένας ξαφνικός θάνατος. Από ένα μέσο κόστος 1.250.000 ευρώ, αυτή τη στιγμή εκτοξευτήκαμε στα 3.750.000 ευρώ. Ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης είναι περίπου 5 εκατ. ευρώ. Αν δώσουμε τα 4 εκατ. για τη ΔΕΗ δεν μένει τίποτα να κάνουμε. Ούτε έργα, ούτε καν τις μισθοδοσίες θα μπορούμε να καλύψουμε».

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «το πραγματικό πρόβλημα όμως δεν είναι αν θα επιβιώσει αυτή η επιχείρηση. Έστω και ως εργαζόμενος θα πω αυτό. Δεν μας ενδιαφέρει  να έχουμε μια δημοτική επιχείρηση ύδρευσης αποχέτευσης. Μας ενδιαφέρει το τι κάνει αυτή η επιχείρηση. Να δώσουμε αυτή την αύξηση των 30 ευρώ το χρόνο που μπορεί να αντιστοιχεί στα  3-5 πακέτα τσιγάρων το χρόνο, ή να ρισκάρουμε να μην μπορεί να δουλέψει η επιχείρηση και να μην παρέχει τις ανάλογες υπηρεσίες. Να ξέρετε ότι θα μπορούσαμε να γυρίσουμε σε εποχές που είναι πολύ μακρινό παρελθόν για την πόλη. Με συνεχόμενες διακοπές, με μείωση της ποιότητας του νερού, με προβλήματα στο περιβάλλον, με πρόστιμα που μπορεί να επιβληθούν από τη μη λειτουργία εγκαταστάσεων κτλ. Είναι μεγάλο το ρίσκο για να το αφήνουμε λίγο φλου. Τα πραγματικά ερωτήματα στα οποία πρέπει να απαντήσουμε, είναι αν ρισκάρουμε τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον για τα 30 ευρώ το χρόνο».