Home > Πρώτο Θέμα > Αντικατάσταση του τοίχου στην Αγ. Βαρβάρα και τοποθέτηση νέου διάφανου ηχοπετάσματος-Μια πρόταση του «Πρωινού Τύπου»

Αντικατάσταση του τοίχου στην Αγ. Βαρβάρα και τοποθέτηση νέου διάφανου ηχοπετάσματος-Μια πρόταση του «Πρωινού Τύπου»

Μια πρόταση του «Πρωινού Τύπου»

Αντικατάσταση του τοίχου

στην Αγ. Βαρβάρα και τοποθέτηση

νέου διάφανου ηχοπετάσματος

Να επανέλθει και να υλοποιηθεί η μελέτη του νότιου τμήματος της Αγίας Βαρβάρας προς Αρκαδικό

 

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΣΕ ΟΛΟΥΣ είναι γνωστός ο τσιμεντένιος τοίχος στη νότια περιοχή του πάρκου της Αγίας Βαρβάρας. Αυτός ο τσιμεντένιος τοίχος, είχε κατασκευαστεί από μια παλαιότερη μελέτη που είχε γίνει πριν από περίπου 30 χρόνια ίσως και περισσότερα.

Ο συγκεκριμένος τοίχος, αποτελεί τμήμα της μελέτης της ανάπλασης του πάρκου της Αγίας Βαρβάρας, που είχε γίνει από τον αείμνηστο αρχιτέκτονα Δημήτρη Φατούρο και κατασκευάστηκε επί θητείας του αείμνηστου δημάρχου Δράμας Σωκράτης Δημητριάδη στα μέσα της δεκαετίας του 1980.

Η λογική του ήταν να προστατέψει κυρίως την εικόνα του πάρκου, αλλά και όσους βρισκόταν εντός, τόσο από το έντονο καυσαέριο, όσο και από τον θόρυβο των οχημάτων κάθε είδους.

Θα πρέπει να σκεφτούμε ότι, εκείνα τα χρόνια, η μοναδική έξοδος και είσοδος της πόλης από και προς Θεσσαλονίκη, στην εν λόγω περιοχή ήταν από τη γέφυρα Ζώνκε. Τότε ακόμα δεν είχε ανοίξει η λεωφόρος Καραμανλή προς την πλευρά του Αρκαδικού και βέβαια, δεν υπήρχε άλλη είσοδος ή έξοδος στην πόλη.

Συνεπώς, όλα τα οχήματα και κυρίως λεωφορεία και φορτηγά ακόμα και νταλίκες, περνούσαν από εκεί. Χαρακτηριστική είναι μάλιστα η εικόνα που έχουν αρκετοί ακόμα από εκείνη την εποχή, όταν βαριές νταλίκες έπρεπε να μαρσάρουν για να ανέβουν την ανηφόρα της Ταξιαρχίας και το καυσαέριο που έβγαζαν.

Έτσι, αυτό το μικρό νέφος σταματούσε μπροστά στον τοίχο και δεν περνούσε άμεσα προς την πλευρά του πάρκου, αλλά και σε όσους καθόντουσαν στην καφετέρια.

Και ακόμα, ο τσιμεντένιος τοίχος πρόσφερε και σημαντική προστασία από τον θόρυβο κάθε είδους οχήματος. Βέβαια, η λογική του μεγάλου αρχιτέκτονα Δημήτρη Φατούρου, ήταν και μια ακόμα, ότι πίσω από τον μεγάλο τσιμεντένιο τοίχο, υπήρχε η λογική της έκπληξης. Εισερχόμενος από την πλευρά του δρόμου ο επισκέπτης, μπορούσε να περάσει πίσω από τον τοίχο και ξαφνικά να ενταχθεί σε μια όαση πρασίνου και νερού που θα άνοιγε μπροστά στα μάτια του.

Και ακόμα, εκείνη την εποχή, η λογική του τοίχου ήταν ότι μπορούσε να κρύβει και ορισμένες ασχήμιες που ακόμα δεν είχαν τακτοποιηθεί.

Η αλλαγή σε κάτι νέο και διαφορετικό

Σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά. Η περιοχή όσον αφορά την κίνηση έχει αλλάξει. Ο νότιος περιφερειακός της Δράμας έχει βγάλει εκτός πόλης τα βαριά οχήματα όπως φορτηγά και νταλίκες και πλέον, έχει ανοίξει η λεωφόρος Καραμανλή προς Αρκαδικό και Θεσσαλονίκη.

Που σημαίνει ότι, ακόμα και όσα λίγα φορτηγά εισέρχονται και εξέρχονται από την πόλη, δεν περνούν από τη γέφυρα Ζώνκε, αλλά από άλλο σημείο. Έτσι τουλάχιστον γλυτώνουμε μικρά και μεγάλα νέφη καυσαερίου. Ο θόρυβος των νέων επιβατικών οχημάτων είναι πλέον λιγότερος, αν και σαφώς η ηχοπροστασία συνεχίζει να είναι αναγκαία σήμερα, τόσο για τους επισκέπτες του πάρκου, αλλά και για την ίδια την πανίδα του υγροβιότοπου του πάρκου της Αγίας Βαρβάρας.

Στο πλαίσιο αυτό, ο «Πρωινός Τύπος» παρουσιάζει σήμερα μια πρόταση, με την οποία θα μπορούσε να αλλάξει κυριολεκτικά η εικόνα που αντικρίζει ένας επισκέπτης της περιοχής.

Αυτό λοιπόν που θα μπορούσε να γίνει, είναι μια πιο… ελαφριά κατασκευή, όπως για παράδειγμα να ξηλωθεί ένα μεγάλο μέρος του τοίχου και να στηθεί στη θέση του μια ωραία κατασκευή από διάφανο πλεξιγκλάς.

Το μέρος του τοίχου που θα μπορούσε να αλλάξει, είναι από το σημείο που βρίσκονται τα φανάρια, ώστε να φανεί και η αίθουσα «Μελίνα» όπου σήμερα στεγάζεται το Κέντρο Πληροφόρησης Εθνικού Πάρκου Οροσειράς Ροδόπης, μέχρι και το σημείο της γέφυρας, όπου πλέον ανοίγει ολοκληρωτικά το τοπίο.

Σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, θα μπορούσε να υπάρξει επιτέλους κάτι διαφορετικό, εκτός από αυτόν τον άσχημο τσιμεντένιο όγκο, ο οποίος προσφέρει μεν την προστασία για την οποία χτίστηκε, αλλά δεν παύει να αποτελεί μία αντιαισθητική κατασκευή.

Πλέον, εδώ και χρόνια έχουν υπάρξει και χρησιμοποιούνται νέα υλικά, που έχουν πολύ καλύτερη λειτουργία από ένα τεράστιο τσιμεντένιο τοιχίο. Πρόκειται για τους λεγόμενους φράκτες ηχοπροστασίας, τα λεγόμενα ηχοπετάσματα. Τέτοια ηχοπετάσματα, τα βλέπουμε πολλές φορές σε εθνικές οδούς, αλλά ακόμα και στην Εγνατία Οδό, όπου υπάρχουν σε περιοχή της Καβάλας. Η λογική τους είναι να προστατεύουν από τον έντονο θόρυβο των οχημάτων, τους οικισμούς που βρίσκονται πολύ κοντά στην Εγνατία Οδό.

Θα πρέπει να πούμε ότι, τέτοια ηχοπετάσματα έχουν ήδη αρχίσει να χρησιμοποιούνται κατά κόρον στην Ελλάδα, με στόχο την προστασία των κατοικιών από το θόρυβο κυρίως, εδώ και πολλά χρόνια.

Η πρόταση και η μελέτη

Έτσι λοιπόν, πρόταση του «Πρωινού Τύπου» είναι να το δει σοβαρά πλέον ο Δήμος Δράμας και κυρίως η νέα δημοτική αρχή, να υπάρξει μια αρχική μελέτη σχετικά με το ζήτημα αυτό και να μπορέσει να γίνει κάτι ωραίο.

Πιστεύουμε ότι όλο αυτό θα μπορέσει να «δέσει» πολύ ωραία σε σχέση με την ανάπλαση της περιοχής της 19ης Μαΐου (ΒΑΑ) που έχει γίνει, ενώ σίγουρα και στο μέλλον με το δεύτερο ΒΑΑ της πλατείας Ελευθερίας, του δημοτικού κήπου και μέρους της οδού Εθνικής Αμύνης, θα μπορέσει να αναδείξει ακόμα καλύτερα την περιοχή.

Είναι πλέον καιρός, να αλλάξει κάτι στην περιοχή και αυτή η νέα κατασκευή σίγουρα θα έχει να μας παρουσιάσει κάτι όμορφο. Με το διάφανο πλεξιγκλάς, θα μπορέσει να φανεί και από το δρόμο η ομορφιά του πάρκου της Αγίας Βαρβάρας και όχι να μοιάζει σαν «γκέτο». Και σίγουρα αυτό θα ανεβάσει ακόμα την αξία του πάρκου.

Επίσης, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ – μιας και προχωράει η ανάπλαση της πόλης σε ένα μεγάλο μέρος της προς μια σύγχρονη πόλη – να ανασυρθεί και η σχετική προμελέτη ή μελέτη που υπάρχει για το νότιο τμήμα της Αγίας Βαρβάρας, το ποτάμι προς τον Αρκαδικό.

Η κατάσταση εκεί είναι άκρως προβληματική και σίγουρα κάτι πρέπει να γίνει γι’ αυτό. Να γίνουν οι απαλλοτριώσεις και να προχωρήσει η συνολική ανάπλαση στο ποτάμι της Αγίας Βαρβάρας, όπου ειδικά το καλοκαίρι, οι κάτοικοι της περιοχής πνίγονται από τη δυσοσμία.