Home > Εκδηλώσεις > Ένα σύντομο οδοιπορικό στα μπαμπούγερα της Καλής Βρύσης και στους αράπηδες του Μοναστηρακίου

Ένα σύντομο οδοιπορικό στα μπαμπούγερα της Καλής Βρύσης και στους αράπηδες του Μοναστηρακίου

Στις 6, 7 και 8 Ιανουαρίου 2023 τα δρώμενα των Φώτων στη Δράμα

Ένα σύντομο οδοιπορικό

στα μπαμπούγερα της Καλής Βρύσης

και στους αράπηδες του Μοναστηρακίου

 

ΕΘΙΜΑ και συνήθειες που άντεξαν 2.500 χρόνια στην ελληνική γη και συνοδεύουν πάντα τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Έθιμα που αναβιώνουν  κυρίως με το τέλος του Δωδεκαημέρου, τα Φώτα και μιλούν για την ευετηρία της νέας χρονιά.

Περιέχουν μέσα τους τη διονυσιακή λατρεία, παγανιστικά στοιχεία και πολλά άλλα από το πέρασμα των αιώνων μέχρι και σήμερα.

Για δύο χρόνια, οι εκδηλώσεις αυτές έκαναν πίσω, μιας και η πανδημία και τα αυστηρά μέτρα κατά του κορωνοϊού, υποβάθμισαν τις εκδηλώσεις. Αυτή τη φορά όμως, επανέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο σε όλη την περιοχή της Δράμας.

Μπαμπούγεροι, τσολιάδες, γκιλίγκες, αράπηδες, αρκουδιάρηδες, εύζωνοι, μπάμπιντεν, μωμόγεροι. Μοναστηράκι, Ξηροπόταμος, Πετρούσα, Πύργοι, Καλή Βρύση, Βώλακας, Παγονέρι και Καλλίφυτος.

Στη χώρα των Ηδωνών

Μια πολύ ενδιαφέρουσα κατάταξη κάνει ο Δραμινός συγγραφέας κ. Γ. Κ. Χατζόπουλος στο βιβλίο του, «Η Εμβρυακή Μορφή του  Θεάτρου και η Λατρεία του Διονύσου στη Χώρα των Ηδωνών», όπου τα κατατάσσει τα λαϊκά δρώμενα της Ηδωνίδας Γης σε δυο βασικές ομάδες:

Α) Με βάση το λίκνο της γένεσής τους.

Β) Με βάση τη θεατρική ή μη πληρότητά τους.

Τα δρώμενα με βάση το λίκνο της γένεσής τους, τα διακρίνουμε σε γηγενή και σε δρώμενα που μεταφέρανε με τα συντρίμμια της ψυχής τους οι πρόσφυγες από τη Θράκη και τον Πόντο μετά την ανήκουστη στην ανθρώπινη ιστορία Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.

Στα γηγενή δρώμενα ανήκουν η «Τσέτα» του Μοναστηρακίου, οι «Μπαμπούγεροι» ή τα « Μπαμπούγερα» της Καλής Βρύσης, οι «Χαράπες» ή το «Καρναβάλι» του Βώλακα, η «Γιορτή της Μπάμπως» της Πετρούσας, « ο Αρκουδιάρης» των Πύργων, οι Αράπ’ δις» της Νικήσιανης, του Ξηροποτάμου, του Παγονερίου και ο «Γιούδας» της Χωριστής.

Στα προσφυγικά δρώμενα ανήκουν οι «Μωμόγεροι» του Περιθωρίου, «τ’  Αιιδίτσας» και «τη Χουσπαντιών» της Πλατανιάς, «τα Καλογέρ’κα» του Καλαμπακίου, «ο Καλόγερος» της Μαυρολεύκης, «τα Αναστενάρια» της Μαυρολεύκης και οι «Καραχοτζάδες» της Καλλιφύτου.

Με βάση τη θεατρική πληρότητά τους τα διακρίνουμε:

Α. Στα γηγενή που αναφέρθηκαν πιο πάνω (του Μοναστηρακίου, των Πύργων, της Πετρούσας, του Βώλακα, της Κ Βρύσης στα προσφυγικά της Πλατανιάς, του Περιθωρίου, της Καλλιφύτου) και

Β. Σ’  εκείνες τις εκδηλώσεις του λαϊκού μας πολιτισμού, που φιλοξενούν θεατρικά στοιχεία, όπως είναι τα Κάλανδα, η Κουσκουβάρα, το Κάψιμο του Γιούδα στη Χωριστή, τα Αναστενάρια της Μαυρολεύκης κ.ά.

Η Κοινότητα της Καλής Βρύσης και τα μπαμπούγερα

Ο οικισμός της Καλής Βρύσης, βρίσκεται είκοσι δύο χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Δράμας και επτά από την πόλη  της Προσοτσάνης. Είναι κτισμένος στις Β.Α. υπώρειες του Μενοικίου όρους.

Το αρχικό όνομα του οικισμού ήταν Γκόρνιτσα (από το Σλαβικό NAGORE = προς τα πάνω).

Αρχικά αναγνωρίσθηκε ως Κοινότητα Γκορνίτσης, Β.Δ. 14-4-1923 Φ.Ε.Κ. Α΄80 (1923). Προήλθε από την Κοινότητα Καλλιθέας Ζίχνης (σημ. Καλλιθέας).

Μετονομάσθηκε το 1927 σε Κοινότητα Καλής Βρύσης από τα πολλά νερά που έχει ο οικισμός, τα οποία ξεκινούν από τις πλαγιές του Μενοικίου και διαποτίζουν τους αγρούς.

Οι κάτοικοι του οικισμού είναι στην πλειοψηφία τους γηγενείς τα τρία τέταρτα περίπου. Υπάρχουν και πρόσφυγες από τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη και την ενδοχώρα της Μ. Ασίας, οι οποίοι εγκατασταθήκανε σ’  αυτόν μετά την τραγική Μικρασιατική καταστροφή.

Οι ελληνικές και λατινικές επιγραφές, που βρέθηκαν στην περιοχή, τα άφθονα  νομίσματα (χρυσά – αργυρά – χάλκινα), τα οποία προέρχονται από τον οικισμό, η παρουσία προϊστορικού οικισμού καθώς και το ιερό του Διονύσου, δηλώνουν εύγλωττα ότι η περιοχή είχε συγκεντρώσει πολύ νωρίς το ενδιαφέρον των ανθρώπων, γι αυτό υπήρξε και θέατρο έντονων συγκρούσεων, όπως διαφαίνεται από τους πολλούς τάφους και τις επιτύμβιες στήλες.

Στη περιοχή αυτή οι κωμήτες Tasibasteni συνδέθηκαν στενά με τη λατρεία του θεού Διονύσου και τη λατρεία των νεκρών.

Οι κάτοικοι της Καλής Βρύσης, διακρίνονται για τη βαθιά   θρησκευτικότητά τους. Τούτο διαφαίνεται από την παρουσία ναών και παρεκκλησίων, όπως του Αγίου Νικολάου, της Αγίας Μαρίνας, του Προφήτη Ηλία, του Αγίου Γεωργίου, της Μεταμορφώσεως, του Σωτήρος, του Αγίου Βλασίου κ.ά.

Ο Άγιος Νικόλαος, ο οποίος κτίσθηκε πριν από το 1848, διαθέτει εξαιρετικής τέχνης ξυλόγλυπτο τέμπλο και Αγία Τράπεζα.

Η Αγία Μαρίνα, μονόχωρη εκκλησία, σύμφωνα με την επιγραφή που υπάρχει στη δυτική όψη, οικοδομήθηκε επί των ημερών του αοιδίμου Μητροπολίτου Δράμας Γερμανού του Γ΄ το 1883. Κάηκε το 1914  και ανοικοδομήθηκε από τον αοίδιμο Μητροπολίτη Δράμας Αγαθάγγελο τον Μάγνητα.

Έντονη είναι η συμμετοχή των κατοίκων της Καλής Βρύσης στον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Ιωάννης Μάρτζος διετέλεσε πρωτοπαλίκαρο του Δούκα, οπλαρχηγού του Μακεδονικού Αγώνα, ενώ στον αγώνα   κατά των κομιτατζήδων διακρίθηκαν οι: Κάλλιας Βασίλειος, Λιώκας Δημήτριος, Λιώκας Ιωάννης κ.ά.

Οι Καληβρυσιώτες πλήρωσαν ακριβά τη συμμετοχή τους στον Μακεδονικό Αγώνα και την ελληνικότητά τους κατά τη βουλγαρική κατοχή 1941-1944.

Κύρια ασχολία των κατοίκων η καπνοκαλλιέργεια και η σιτοκαλλιέργεια. Κάθε χρόνο 6-8 Ιανουαρίου, τελούνται στον οικισμό εκδηλώσεις με την ονομασία «Μπαμπούγερα».

Κατά το χρονικό διάστημα από 6 μέχρι 8 Ιανουαρίου οι κάτοικοι της Καλής Βρύσης ποιος ξέρει πόσα χρόνια και από πότε τελούν μέχρι σήμερα και με αμείωτο ενδιαφέρον τα δρώμενά τους, τα οποία αρέσκονται να αποκαλούν « Μπαμπούγερα» και όχι Μπαμπούγερους, όπως έχει καταγραφεί επιστημονικά το δρώμενο.

Γύρω στο απόγευμα της 6ης Ιανουαρίου, αφού πρώτα προετοιμαστούν κατάλληλα σε κάποιους χώρους, που συνήθως είναι τα σπίτια τους, οι Μπαμπούγεροι, ορμητικοί και υπερκινητικοί, ξεχύνονται στους δρόμους στενούς   και πλακόστρωτους της Καλής Βρύσης. Και αυτή η υπερκινητικότητά τους χαρακτηρίζεται εύλογα από μια διαχρονικότητα που μας οδηγεί αβίαστα στους πιστούς οπαδούς του θεού της χαράς, της διασκέδασης, του οίνου, της αμπέλου και γενικά της βλάστησης.

Στο κεφάλι φέρουν μιαν ιδιόμορφη μάσκα, κατασκευασμένη από χοντρό υφασμένο και λευκού χρώματος ύφασμα που στα δύο άνω άκρα της φέρει ομοιώματα κεράτων, τα οποία φιλοξενούν στην κορυφή τους θυσανωτή προβιά από μαύρη κατσίκα ή πρόβατο. Η μάσκα συμπληρώνεται με άλλα κομμάτια προβιάς, τα οποία αποτυπώνουν τα φρύδια και το μουστάκι, που φροντίζουν να είναι ευτραφές. Την οδοντοστοιχία του προσωπείου συμπληρώνουν δύο σειρές από εννιά φασόλια και σκόρδα. Κύριο φόρεμά τους είναι το λευκό ποδήρες εσώρουχο και η γούνα.

Στην πλάτη σχηματίζεται ήβος με την προσθήκη ρακών ή και μικρού προσκεφάλου.  Την όλη αμφίεση συμπληρώνουν κουδούνια μεταλλικά δεμένα με επιμέλεια στη μέση. Ένα μεγάλο κουδούνι, που το ονομάζουν μπατάλι  δένεται στο μπροστινό μέρος της ζώνης και φτάνει λίγο κάτω από τα γεννητικά όργανα. Σ’ όλη τη διάρκεια της περιπλάνησής τους    στα πλακόστρωτα στενοσόκακα οι Μπαμπούγεροι προβαίνουν σε τέτοιες κινήσεις, ώστε να προκαλείται εκκωφαντικός θόρυβος από την ήχηση των κουδουνιών.

Στο σημείο αυτό θα παραθέσουμε περιγραφή κάποιας συμβολικής κίνησης των Μπαμπούγερων.

Κινούνται με ελαφρά κλίση του σώματος προς το μπατάλι κινείται έτσι, ώστε να υποδηλώνεται προσπάθεια για γενετήσια πράξη. Προφανώς το μπατάλι στο δρώμενο της Καλής Βρύσης αντικατέστησε το φαλλό, σύμβολο αναγκαίο, κατά την τέλεση των Διονυσιακών εορτών, ιδιαίτερα των φαλληφορίων ή φαλλαγωνίων.

Θα ήθελα ακόμη με την αναφορά στην παρουσία των κουδουνιών, τα οποία συμπληρώνουν  σκευή των Μπαμπούγερων, να σημειώσω τα ακόλουθα: Δύο από τα χαρακτηριστικά επίθετα, δηλωτικά των ιδιοτήτων, που συνοδεύουν το θεό Διόνυσο είναι και τα Εριβόας και Βρόμιος.

Προφανώς οι κάτοικοι της Καλής Βρύσης, «τα αγγόνια του Βάκχου», όπως αυτοαποκαλούνται καυχούμενοι, έκριναν ότι δεν ήταν αρκετές οι κραυγές των Μπαμπούγερων για να επιβεβαιώσουν την αλήθεια των δύο πιο πάνω επιθέτων του θεού τους, που τόσο λάτρεψαν κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα, απόδειξη η αποκάλυψη ιερού λατρείας του, αλλά προσθέσανε και τα μεταλλικά κουδούνια με το θορυβώδη, εκκωφαντικό και διαπεραστικό τους ήχο, που συμβάλλει στην πρόκληση ιερής μανίας, τόσο προσφιλούς στο θεό Διόνυσο.

Οι Μπαμπούγεροι βρίσκονται σε διαρκή κίνηση. Δεν αφήνουν χώρο, τον οποίο να μη επισκέπτονται. Πέρα   από την πλατεία του χωριού και τα καφενεία, δεν διστάζουν να μπουν και στους αύλειους  χώρους, όπου αναζητούν  τους ενοίκους για να τους χτυπήσουν στην πλάτη ή σ’  όποιο άλλο μέρος του σώματος μπορούν με το γεμάτο στάχτη σακουλάκι τους. Παράλληλα επιχειρούν να συλλάβουν και αιχμαλώτους τους, όσους μπορούν βέβαια. Η καταδίωξη είναι συνεχής και ο σκοπός της η εικονική λήψη δώρου. Ευθύς ως το πάρουν, τους απελευθερώνουν για να στραφούν στην καταδίωξη άλλου θύματος.

Μας προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση, κατά την έρευνά μας κατά τα έτη 1960 – 1972, η προσθήκη στο δρώμενο του σάκου με τη στάχτη. Εύλογα κίνησε την περιέργειά  μας, γιατί ήταν κάτι που δεν «έδενε» με το όλο δρώμενο. Αναζητήσαμε την εξήγηση. Και αυτή μας ήρθε από την αφήγηση του αείμνηστου γέροντα Μάρτζιου: « Το σακούλι με την στάχτη                        το επινοήσανε οι προπάπποι μας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ήταν τότε που οι φοροεισπράκτορες έρχονταν στο χωριό και με απάνθρωπο τρόπο τους έπαιρναν φόρο. Ήταν τόσο σκληροί, ώστε τους ξεγύμνωναν τέτοιες ημέρες  . Κι εκείνοι για να τους εκδικηθούνε βρήκαν αυτόν τον τρόπο με τη στάχτη. Και έτσι γλυτώνανε».

Ευφυές λοιπόν τέχνασμα των κατοίκων της Καλής Βρύσης για να εκδικηθούν τους καρπωτές του τίμιου ιδρώτα τους κάτω από το μανδύα του αθώου και καθιερωμένου για εκατονταετηρίδες δρωμένου, που με τη ρωμαλεότητά του και τον ψυχαγωγικό του χαρακτήρα είχε κερδίσει όχι μόνο την ανεκτικότητα, αλλά και το σεβασμό του στυγνού κατακτητή.

Αλλά και για την απαίτηση των Μπαμπούγερων για προσφορά δώρων εκ μέρους των συλλαμβανομένων ως αιχμαλώτων πρόθυμα μας έδωσε την εξήγηση ο γέροντας Μάρτζιος: «Τα Μπαμπούγερα ζητάνε δώρα από τους αιχμαλώτους τους για να πάρουν πίσω όσα είχαν αρπάξει οι φοροεισπράκτορες από τους προπάππους μας».

Η περιπλάνηση στους δρόμους και στις αυλές των σύγχρονων σατύρων θα συνεχισθεί μέχρι να νυχτώσει.

Οι τριήμερες εκδηλώσεις στην Καλή Βρύση κορυφώνονται με την παρωδία γάμου. Βέβαια και την ημέρα αυτή η παρουσία των Μπαμπούγερων είναι εντυπωσιακή. Θορυβώδεις και υπερκινητικοί παρίστανται σ’ όλες τις φάσεις του εικονικού γάμου.

Σε γενικές γραμμές ο εικονικός γάμος ακολουθεί το τυπικό του παραδεισιακού γάμου.

Ντύσιμο του γαμπρού, της νύφης, εικονικός ιερέας, παρωδιακή τέλεση του μυστηρίου στην πλατεία του χωριού με κωμικές συμβουλές και ευχές από τον ιερέα και τους παρακολουθούντες το «μυστήριο». Βέβαια δεν λείπουν τα προικιά της νύφης φορτωμένα καλοστολισμένο άλογο να τα συνοδεύουν οι συγγενείς των «νεονύμφων».

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι το ρόλο της νύφης υποδύεται άνδρας. Τούτο το επέβαλε ο συντηρητικός ρόλος της γυναίκας, αλλά και η μορφή του δρωμένου, η οποία κυριαρχείται από το κωμικό στοιχείο. Η μεταμφίεση λοιπόν του άνδρα σε γυναίκα ασφαλώς ενισχύει την κωμικότητα του δρωμένου, τόσο αναγκαία για την πιστή λατρεία ενός θεού ταυτισμένου με την ψυχαγωγία και τη χαρά της ζωής».

Ο Διονυσιακός Γάμος στη Καλή Βρύση

Για τον Διονυσιακό γάμο στην Καλή Βρύση, υπάρχει και το παρακάτω ποίημα που ακούγεται τις μέρες αυτές:

Μετά από κρασοκατάνυξη και οινοποσία, γάμος τρανός θα γίνει στον χώρο της πλατείας. Άλλοι τον λένε Διονυσιακό και άλλοι σατυρικό, μα χρόνια γίνεται το δρώμενο αυτό, σε τούτο το χωριό.

[Ένα όμορφο ζευγάρι

που στόχο τον γάμο έχει βάλει,

του γαμπρού αφού η νύφη του άρεσε,

μα πιο πολύ, η προίκα μάλλον του γυάλισε.

Γίδια έχει καμία κατοσταριά,

και πρόβατα νομίζω καμία διακοσαριά,

αμπέλια και καπνά- στρέμματα πολλά,

μα πιο πολύ έχει τόσηηηη ομορφιά.

Είναι βέβαια λίγο πιο ψηλιαααα

και θαρρείς έχει χαρίσματα κρυφά,

πρόσεχε μόνο Γαμπρέ μην σε κάνει κερατά,

γιατί στην εποχή μας, συμβαίνουν και αυτά.

Γαμπρέ, την νύφη, την βλέπω ζαβολιάρα,

και τον κουμπάρο να σου ρίχνει την σφαλιάρα

μην κουνήσει μόνο τον πισινό

και τον κουμπάρο τον κάνει πιο ζωηρό

Να ζήσετε Σωκράτη και Ευαγγελία

παιδία να κάνετε σωστά στην κοινωνία

μάθε τους πως στην ζωή έχει αξία

να μεγαλώνουν με μεγαλοψυχία.

Να και από την Παναγία της Θάσου, ήρθαν τα κουμπαριά

για να παντρέψουν τα παιδιά,

δώρα μας φέρανε πολλά

μα πιο πολύ μας δώσανε την καρδιά

Η Θάσος είναι το πιο όμορφο νησί

στου Αιγαίου την κορυφή,

έχει παράδοση πολύ

και το καλοκαίρι θα είμαστε όλοι εκεί.

Γλεντήστε, χορέψετε με ψυχή

και αφήστε την κρίση την οικονομική,

στην χώρα αυτή, τίποτα δεν μας πτοεί,

αρκεί να έχουμε υγεία πολύ.

Να έχετε όλοι εσείς “Καλή χρονιά”

και στην Καλή Βρύση να έρχεστε συχνά

γιατί το γλέντι και ο χορός καλά κρατεί,

από του Διονύσου την εποχή

Ευοί – Ευάν]

Ο Διονυσιακός Γάμος με πληροφορίες από τον Δημήτρη Σίδο.

Η Κοινότητα του Μοναστηρακίου και οι αράπηδες

Για το Μοναστηράκι, ο Δραμινός συγγραφέας κ. Γ. Κ. Χατζόπουλος στο βιβλίο του, «Η Εμβρυακή Μορφή του  Θεάτρου και η Λατρεία του Διονύσου στη Χώρα των Ηδωνών», γράφει σχετικά: «Με διάταγμα του 1924 έγινε η αρχική αναγνώριση της Κοινότητας Δρανόβου, η οποία μετονομάστηκε σε Κοινότητα Μοναστηρακίου με το Διάταγμα του 1927. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Δράμας».

Ο Στ. Μερτζίδης αναφερόμενος στον οικισμό γράφει: «Αρκτικώς της Δράμας (όπισθεν αυτής) εις απόστασιν ¾ της ώρας και εις τας υπωρείας του Δυσύρου (Βοζ δαγ) εντός φάραγγος υπάρχει μικρά τις κώμη (Τράνοβο και Δράνοβο) καλουμένη. Αύτη είναι το αρχαίον «Τρανίψι ή Τρανίψας» ονομασθέν ούτως υπό τινος λαού της Θράκης, όστις είχεν αποικίαν ενταύθα και τον οποίον ο Ξενοφών αναφέρει. Αναμφιβόλως υπήρχεν ενταύθα αποικία του λαού τούτου (400 π.Χ.), το δε πεδινόν μέρος, το προς την Δράμαν πλησιάζον, υπάρχουσιν, ως υποτίθεται, αρχαιότητες, όπου και νομίσματα, αρχαία και βυζαντινής εποχής, ευρίσκοντα».

Ο Γ. Παπουτσής  αναφερόμενος στο τοπωνύμιο «Μοναστηράκι» γράφει: « Για την προέλευση της ονομασίας του χωριού μας πολλά έχουν ειπωθεί. Όμως δύο φαίνονται να είναι οι επικρατέστερες εκδοχές.

Λένε πολλοί ότι παλιότερα, αλλά ακόμη και σήμερα, υπήρχαν πάρα πολλά εκκλησάκια στη γύρω περιοχή, αλλά και μέσα στο χωριό, όπως της Ζωοδόχου Πηγής ( η σπηλιά της Παναγίας), της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Αντωνίου, του Αγίου Αθανασίου, του Αγίου Δημητρίου, των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, του Αγίου Βλασίου, του Προφήτη Ηλία κ.ά. Έτσι λοιπόν από τα πολλά εκκλησάκια, τα μοναστηράκια, πήρα το όνομα Μοναστηράκι.

Οι περισσότεροι όμως από τους γέρους του χωριού υποστηρίζουν ότι στη θέση της παλιάς εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου υπήρχε στην εποχή της Τουρκοκρατίας ένα μοναστήρι. Ο Σουλτάνος όμως την εποχή της άλωσης, έδωσε στους μπέηδες της περιοχής να το καταστρέψουν. Η διαταγή όχι μόνο δεν εκτελέστηκε αλλά αντίθετα στην ίδια τοποθεσία δημιουργήθηκε ένας συνοικισμός. Από αυτό λοιπόν το παλιό μοναστήρι, ο συνοικισμός πήρε το όνομα «Μοναστηράκι».

Αξιόλογη  είναι η συμμετοχή των κατοίκων στον Μακεδονικό Αγώνα. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν στον οικισμό αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, με την φροντίδα των Μουχταροδημογερόντων.

Οι κάτοικοι ασχολούνται με την εξόρυξη μαρμάρων, την κτηνοτροφία και τις οικοδομικές εργασίες κυρίως.

Οι αράπηδες του Μοναστηρακίου

Ένα από τα χωριά της Δράμας που αναβιώνουν δρώμενα του Δωδεκαημέρου, των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανείων, είναι το Μοναστηράκι.

Σύμφωνα με το πρόγραμμα, την Κυριακή 6 Ιανουαρίου, ανήμερα των Θεοφανείων, στο Μοναστηράκι Δράμας και στην πλατεία του χωριού στις 3 μ.μ. οι «Αράπηδες» κορυφώνουν το τελετουργικό τους έργο, υπηρετώντας και αναδεικνύοντας τη συνέχεια ως σπουδαιότατη αξία ζωής.

Το μουσικοχορευτικό δρώμενο συνεχίζει να λειτουργεί αναλλοίωτο και αυθεντικό, ενδυναμώνοντας έτσι την πίστη, ότι στο Μοναστηράκι διασώζουν αρχαιότατη παράδοση, που μεταφέρεται, μεταβιβάζεται και μεταδίδεται βιωματικά και αυθεντικά στους νεότερους.

Το δρώμενο των «Αράπηδων», το πατροπαράδοτο αυτό έθιμο, αποτελεί για τους Μοναστηρακιώτες, σημείο αναφοράς, στο οποίο συναντιέται, συζευγνύεται και συγχωνεύεται το παρελθόν με το παρόν για να πορευτούν αρμονικά στο μέλλον με βάθος και διάρκεια.

Είναι οι ρίζες που χάνονται στην αχλή και μέσα στις πηγές της ελληνικής μυθολογίας και ιστορίας. Είναι εκείνο το ιδιαίτερο γνώρισμα που χαρακτηρίζει και επισφραγίζει την κοινοτική ταυτότητα του Μοναστηρακίου.

Η συμμετοχή στον Τρανό Κυκλικό Χορό της κεντρικής «πλατέας», θα ενισχύσει και θα εδραιώσει στους τελεστές και τους εμψυχωτές την αυτοπεποίθηση και τη στάση ζωής τους ώστε να συνεχίζουν αενάως την προσπάθειά τους για να υπηρετούν τη συγκεκριμένη αρχέγονη τελετουργία, με όλους τους συμβολισμούς της, που στοχεύει στην Ευετηρία, δηλαδή την Καλοχρονιά και τη γονιμότητα.

Παράλληλα, όσοι επιθυμούν θα έχουν τη δυνατότητα το βράδυ του Σαββάτου 5 Ιανουαρίου να συμμετάσχουν στις διεργασίες προετοιμασίας και μύησης στο Λαογραφικό Μουσείο στο Μοναστηράκι, να ζήσουν το κλίμα, να αισθανθούν και να νιώσουν την ατμόσφαιρα μέσα από τους μουσικούς μας ρυθμούς, τα ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά μας γνωρίσματα, τα τραγούδια, και τους χορούς συνοδευμένα φυσικά από φαγητά και ποτά.

Η προετοιμασία της «Τσέτας» γίνεται πλέον σε πανηγυρικό και πάνδημο κλίμα γιορτής.