Home > Πρώτο Θέμα > Επιβαρυμένα με ρύπανση τα νερά που εισέρχονται στο Σπήλαιο Αγγίτη από την πόλγη του Νευροκοπίου-Ο Σπηλαιολόγος Χρήστος Πέννος από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν Νορβηγίας μιλάει στον «Π.Τ.»

Επιβαρυμένα με ρύπανση τα νερά που εισέρχονται στο Σπήλαιο Αγγίτη από την πόλγη του Νευροκοπίου-Ο Σπηλαιολόγος Χρήστος Πέννος από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν Νορβηγίας μιλάει στον «Π.Τ.»

Ο Σπηλαιολόγος Χρήστος Πέννος από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν Νορβηγίας μιλάει στον «Π.Τ.»

Επιβαρυμένα με ρύπανση τα νερά

που εισέρχονται στο Σπήλαιο Αγγίτη

από την πόλγη του Νευροκοπίου

► Το μέχρι σήμερα γνωστό τμήμα του Σπηλαίου Αγγίτη φτάνει τα 5.278 μέτρα σε ευθεία

► Το Σπήλαιο Αγγίτη δέχεται νερά από δύο βασικές διαδρομές: Από τις λεκάνες του Νευροκοπίου και δυτικά από το Μενοίκιο Όρος

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ πηγών Αγγίτη, είναι από τα μεγαλύτερα ποτάμια σπήλαια στον κόσμο. Βρίσκεται 25 χλμ., βορειοδυτικά της πόλης της Δράμας, στο Δήμο Προσοτσάνης. Το συνολικό του μήκος ξεπερνά τα 21 χλ., επισκέψιμα όμως είναι τα πρώτα 500 μέτρα, που χαρίζουν υπέροχες εικόνες στον επισκέπτη.

Σ’ αυτά τα 500 μέτρα, έχει δημιουργηθεί με τεχνητό τρόπο ένας πεζόδρομος πάνω από τα νερά του ποταμού, που δίνει τη δυνατότητα παρακολούθησης των κόκκινων σταλακτικών με τις καταπληκτικές αποχρώσεις τους, που οφείλονται στην ύπαρξη μεταλλευμάτων όπως μαγγάνιο, σίδηρο, χαλκό και άλλα.

Πρόκειται για το δεύτερο σπήλαιο σε μήκος διαδρομών στην Ελλάδα, καθώς το γνωστό μέχρι σήμερα τμήμα του φτάνει τα 5.278 μέτρα σε ευθεία, ενώ αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα τουριστικά αξιοθέατα της Ανατολικής Μακεδονίας.

Η ιστορία του σπηλαίου ξεκινά με την ανακάλυψή του τον Σεπτέμβριο του 1978, όταν Έλληνες και Γάλλοι σπηλαιολόγοι υποστήριξαν ότι τα νερά του ποταμού πρέπει να περνούν μέσα από σπήλαιο, στηριζόμενοι σε ορισμένα φυσικά φαινόμενα και δεν έπεσαν έξω. Οι ανασκαφές δε που ξεκίνησαν το 1992 αποκάλυψαν την αληθινή ηλικία του σπηλαίου που ανέρχεται σε 30.000 χιλιάδες χρόνια πριν, βάση των ευρημάτων της προϊστορικής εποχής που ήρθαν στο φως (οστά προϊστορικών ζώων όπως μαμούθ, δασύμαλλου ρινόκερου, μεγάκερου, καθώς και αρκετά λίθινα εργαλεία).

Ο Σπηλαιολόγος ερευνητής Χρήστος Πέννος

Ο Χρήστος Πέννος, είναι Έλληνας Γεωλόγος, Διδάκτωρ Γεωλογίας του ΑΠΘ και εργάζεται ως επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν στη Νορβηγία.

Με το Σπήλαιο πηγών Αγγίτη (Μααρά), ξεκίνησε να ασχολείται από το 2015, απ’ όταν το επισκέφθηκε για πρώτη φορά.  Στόχος της έρευνάς του είναι οι αλλαγές του γήινου ανάγλυφου και οι παλαιοκλιματικές μεταβολές. Ταυτόχρονα κάνει έρευνες και σε σπήλαιο του Αρκτικού κύκλου καθώς και σε άλλα, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Το 2020 βραβεύτηκε για μια φωτογραφία του από το Σπήλαιο Αγγίτη ανάμεσα σε 350 συμμετοχές. Η φωτογραφία είχε υποβληθεί στο διεθνή διαγωνισμό σπηλαιοφωτογραφίας, με διοργανωτές Slovak Museum of Nature Protection and Speleology, το Slovak Speleological Society, το Slovak Caves Administration και τον δήμο Liptovský Mikuláš της Σλοβακίας. Η λήψη έγινε το καλοκαίρι του 2020 κατά την επίσκεψή του στο σπήλαιο μαζί με τους σπηλαιοεξερευνητές Γιώργο Σωτηριάδη, Σταύρο Ζαχαριάδη και Αργύρη Μανώλα.

Η έρευνα συνεχίζεται

Ο Χρήστος Πέννος, δεν σταμάτησε ποτέ μέχρι σήμερα την έρευνά του στο Σπήλαιο Αγγίτη από το 2015. Δύο φορές το χρόνο βρίσκεται στην Ελλάδα, στην Προσοτσάνη και έρχεται να ελέγξει τα μηχανήματα μετρητές που έχει τοποθετήσει. Πρόκειται για μια έρευνα την οποία είχε ξεκινήσει μόνος του, χωρίς να εντάσσεται σε κάποιο μεγάλο project, ενώ συνεργάζεται με συναδέλφους όπως τον Γιώργο Σωτηριάδη MSc Γεωλόγος, τον Σταύρο Ζαχαριάδη Δρ. Αρχαιολόγος και την Rannveig Øvrevik Skoglund καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Μπέργκεν στη Νορβηγία καθώς και τον Aurel Persoiu senior researcher του Ινστιτούτου Σπηλαιολογικών Ερευνών της Ρουμανίας.

Η τελευταία του επίσκεψη στο Σπήλαιο Αγγίτη, έγινε το Δεκέμβριο του 2022, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Ο «Πρωινός Τύπος» επικοινώνησε μαζί του, προκειμένου να μας μιλήσει για τα ενδιαφέροντα στοιχεία που παρουσιάζει ο χώρος, αυτό το γεωλογικό θαύμα της φύσης.

Από την αρχή της κουβέντας μας, εξηγεί ότι για πρώτη φορά βρέθηκε στον Αγγίτη το 2015, όταν ξεκίνησε την πρώτη του μεταδιδακτορική έρευνα για τον Αγγίτη, με την οποία μελετούσε τα ιζήματα του σπηλαίου. Το ενδιαφέρον του εστιάστηκε στη ρύπανση που έχουν τα ιζήματα μέσα στο σπήλαιο. Με το πέρασμα των χρόνων, οι επισκέψεις του συνεχίστηκαν, καθώς γεωλογικά το Σπήλαιο Αγγίτη έχει μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ είναι πολύ μεγάλο σε μήκος.

Όπως μας εξηγεί, το 2018 κατάφερε και πήρε μια χρηματοδότηση από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Σπηλαιολογίας, προκειμένου να αγοράσει κάποιους lockers, καταγραφείς θερμοκρασίας και υγρασίας. Παράλληλα, με τη βοήθεια ενός συνεργάτη άρχισε να αναπτύσσει τους δικούς του lockers, χειροποίητους, οι οποίοι κατέγραφαν θερμοκρασία αέρα, θερμοκρασία νερού, μεταβολές στάθμης του νερού και ατμοσφαιρική πίεση.

Αυτά καταστράφηκαν σε κάποιες πλημμύρες και είχαν γίνει με προσωπικές δαπάνες. Στη συνέχεια, μπόρεσε και βρήκε μια νέα χρηματοδότηση από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν Νορβηγίας και τοποθέτησε και άλλους, καταγραφείς θερμοκρασίας και υγρασίας. Το πείραμα στο Σπήλαιο Αγγίτη, συνεχίζεται από το 2018 μέχρι σήμερα.

Αποτελέσματα  και συμπεράσματα

κ. Πέννο, ποια είναι τα αποτελέσματα της έρευνάς σας όλα αυτά τα χρόνια και ποια είναι τα συμπεράσματα που έχετε εξάγει;

«Αυτό που βλέπουμε μέσα από τα θερμοκρασιακά paterns των νερών του Σπηλαίου, είναι ότι – εικάζουμε γιατί απόλυτοι δεν μπορούμε να είμαστε επειδή απλά βλέπουμε κάποιες θερμοκρασιακές μεταβολές στο νερό – πίσω από το τμήμα τού ήδη εξερευνημένου σπηλαίου, εκεί που τελειώνει μέχρι την πόλγη του Νευροκοπίου, δηλαδή εκεί που μπαίνουν τα νερά από το Νευροκόπι, εκεί ενδιάμεσα υπάρχει ένα κομμάτι, κάποιος μεγάλος καρστικός αγωγός που δεν έχει καθόλου ιζήματα, σε αντίθεση με το υπόλοιπο Σπήλαιο.

Επίσης, αυτός ο αγωγός που λέμε ότι έρχεται από το Μενοίκιο, στην ουσία έρχεται από τα δυτικά. Μπορούμε να πούμε γι’ αυτό το κομμάτι, ότι αυτό δίνει και το περισσότερο νερό στο Σπήλαιο. Αυτό το νερό απ’ αυτό το τμήμα, δεν μπαίνει από τρύπες όπως από το Νευροκόπι, αλλά περνάει σιγά-σιγά μέσα από το πέτρωμα, μέσα από τα ιζήματα και καταλήγει και συγκεντρώνεται μέσα στο Σπήλαιο».

Στην ουσία δηλαδή το Σπήλαιο δέχεται νερό από δυο κανάλια;

«Δέχεται νερό από δύο διαφορετικές εισόδους, απλά αυτό από το Νευροκόπι είναι ουσιαστικά μια τρύπα από την οποία το νερό μπαίνει αφιλτράριστο και περνάει πολύ γρήγορα μέσα στο Σπήλαιο, ενώ αυτό που έρχεται από τα δυτικά, περνάει μέσα από το πέτρωμα, μέσα από σπασίματα και κατεβαίνει πάρα πολύ αργά».

Τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει όλο αυτό με τις δύο διαφορετικές διαδρομές του νερού μέσα στο Σπήλαιο; Επί της ουσίας δηλαδή, το νερό από την πλευρά του Νευροκοπίου δεν φιλτράρεται.

«Αυτό που ενδιαφέρει πιο πολύ πέρα από γεωλογικό και το καθαρό επιστημονικό μέρος, αυτό που έχει άμεσο αντίκτυπο στον κόσμο, στις Κοινότητες που αρδεύονται από τον Αγγίτη, είναι ότι, όσο νερό έρχεται από την πόλγη του Νευροκοπίου, περνάει μέσα από το Σπήλαιο αφιλτράριστο στην ουσία, περνάει πολύ γρήγορα και βγαίνει στις πηγές.

Μετά, αυτό το νερό συγκεντρώνεται για άρδευση. Εδώ όμως υπάρχει ένας κίνδυνος. Όπως είπαμε, οτιδήποτε μπαίνει εκεί μέσα είναι αφιλτράριστο και οποιοσδήποτε ρύπος παράγεται πάνω στο Νευροκόπι, μεταφέρεται κατ’ ευθείαν στο πιάτο μας.  Όχι απλά σκουπίδια, πλαστικά ή άλλα, μιλάμε κυρίως για χημεία, για νιτρικά και άλλα που μπορεί να περνάνε από τα χωράφια της περιοχής, περιττώματα ζώων και άλλα».

Έχει γίνει κάποια μελέτη επ’ αυτού σχετικά με την ρύπανση του νερού; Υπάρχει κάποια μελέτη;

«Όχι. Έχουν γίνει κάποιες άτυπες δειγματοληψίες από ένα μέλος του Συλλόγου Σπηλαιολογίας Θεσσαλονίκης «Πρωτέας», την κα Ιωάννα Μυλωνά, που είναι και πρόεδρος του Συλλόγου, η οποία έχει βρει ότι, τα νερά που έρχονται από το Νευροκόπι, είναι επιβαρυμένα σε κολοβακτηρίδια e coli. Και αυτό σε αντίθεση μ’ αυτά που έρχονται από τα δυτικά, τα οποία δεν έχουν κάτι και είναι και πιο καθαρά νερά».

Με τις μελέτες που έχετε κάνει όλα αυτά τα χρόνια, ποιες είναι οι μεταβολές στη θερμοκρασία γενικότερα του νερού και του Σπηλαίου;

«Για να μιλήσουμε αν θέλετε με όρους κλιματικής αλλαγής, όχι, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Αλλά και δεν θα μπορούσαμε να το δούμε από ένα τέτοιο σύστημα.

Αντίθετα, αυτό που έχουμε δει από ένα άλλο Σπήλαιο του Νομού, την Χιονότρυπα του Φαλακρού, είναι πόσο πολύ άρχισε να συρρικνώνεται ο πάγος που έχει στον πάτο της. Αυτό ναι, είναι αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.

Αλλά κοιτάξτε τι γίνεται. Η κλιματική αλλαγή, δεν επηρεάζει μόνο τη θερμοκρασία, δεν παρατηρούμε μόνο μια άνοδο της θερμοκρασίας, η οποία ίσως και να μην έχει αντίκτυπο σε ένα setting όπως της Χιονότρυπας.

Αυτό που βλέπουμε είναι να αλλάζει το κλίμα σε μεγαλύτερο βαθμό και βλέπουμε ότι έχουμε πάρα πολλές βροχοπτώσεις το καλοκαίρι. Που αυτό σημαίνει «ζεστό νερό» να μπαίνει μέσα στο σύστημα. Και από τη στιγμή που ζεστό νερό μπαίνει μέσα στο σύστημα, λιώνει τον πάγο και ο πάγος δεν ανανεώνεται με χιονοπτώσεις τους ψυχρούς μήνες. Αυτό σημαίνει ότι, μειώνεται το υδρολογικό καθεστώς, ότι δηλαδή στο τέλος θα μειωθεί πάρα πολύ το νερό που μπαίνει μέσα σε όλα αυτά τα συστήματα σαν τον Αγγίτη.

Ο ίδιος ο Αγγίτης είναι μια μεγάλη πηγή στην περιοχή. Επίσης όμως, υπάρχουν και πολύ μικρότερες πηγές στη γύρω περιοχή, που δεν ξέρουμε κατά πόσο συμμετέχουν στο υδρολογικό σύστημα του Αγγίτη. Τι ποσότητα νερού δηλαδή δίνουν στις πηγές του Αγγίτη; Μπορεί να έχουν μια μικρότερη συμμετοχή ως μικρές πηγές που ποτίζουν διάφορα μέρη.

Γενικά στο Νομό Δράμας, οι περισσότερες πηγές είναι καρστικές. Να πούμε για την Αγία Βαρβάρα και άλλα πολλά σημεία, που όλα αυτά είναι όπως και ο Αγγίτης.

Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι όλα αυτά τα υδρολογικά συστήματα είναι τόσο ευαίσθητα στην κλιματική αλλαγή, που σημαίνει ότι στο μέλλον σίγουρα θα υπάρξει πρόβλημα. Κι αυτό είναι το μόνο σίγουρο».

Ο ανθρώπινος παράγοντας

Είναι γνωστό ότι όταν τα Σπήλαια γίνονται επισκέψιμα από τον άνθρωπο, αρχίζουν μετά από κάποια στιγμή, να αντιμετωπίζουν προβλήματα. Το Σπήλαιο Αγγίτη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τέτοια προβλήματα στο μέλλον;

«Φυσικά. Οπουδήποτε μπαίνει ο άνθρωπος, καταστρέφει τα πάντα. Ο άνθρωπος επηρεάζει το φυσικό σύστημα. Αυτή την ώρα πάντως, στο αξιοποιημένο μέρος του Σπηλαίου Αγγίτη, αφενός δεν έχουμε την τόσο τεράστια επισκεψιμότητα που μπορεί να προκαλέσει κάτι το ανεπανόρθωτο γρήγορα και αφετέρου, το σύστημα είναι τόσο δυναμικό –επειδή υπάρχει το νερό που βγαίνει από μέσα – που μπορεί και αντιστέκεται σε κάποιο βαθμό.

Οπότε, οτιδήποτε συμβαίνει μέσα στο Σπήλαιο, το Σπήλαιο έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει. Δεν λέμε ότι δεν επηρεάζεται, σαφώς και επηρεάζεται.

Αυτό που μπορούμε να πούμε για το πώς επηρεάζεται το Σπήλαιο, είναι δυο πράγματα: πρώτον οι νυχτερίδες που έχουν φύγει από εκεί που είναι το αξιοποιημένο τμήμα. Οι νυχτερίδες είναι η κύρια πηγή τροφής του οικοσυστήματος. Μέσα στο Σπήλαιο δεν φυτρώνει κάτι  και οποιαδήποτε τροφή έρχεται, είναι μέσω του κόπρου τους.

Και ένα άλλο που βλέπουμε, είναι ότι το οικοσύστημα του σπηλαίου είναι ότι τα ψάρια, οι κυπρίνοι και οι γαρίδες, εκεί που είναι το αξιοποιημένο τμήμα, επειδή υπάρχει φως, αυτά έχουν πάει ακόμα πιο βαθιά στο Σπήλαιο. Αλλά γενικά η όχληση που προκαλείται από τη λειτουργία του Σπηλαίου Αγγίτη, είναι μικρή σε σχέση με άλλα Σπήλαια στην Ελλάδα».

Πώς βλέπετε το μέλλον του Σπηλαίου στα επόμενα πολλά χρόνια;

«Το κλειδί για να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση, είναι το πόσο πολύ θα αλλάξει το κλίμα στα επόμενα χρόνια. Το λέω αυτό, γιατί, με βάση μελέτες και εργασίες που έχουμε κάνει για το συγκεκριμένο Σπήλαιο, έχουμε δει ότι αυτό έχει περάσει εποχές που πλημμύριζε ή στέρευε. Και αυτά πιστεύουμε ότι –πέρα από την γεωμορφολογική εξέλιξη της περιοχής – σχετίζονται πάρα πολύ και με τις αλλαγές του κλίματος.

Επειδή αυτές οι κλιματικές μεταβολές ήταν φυσικές, όλα αυτά τα κλειστά συστήματα είχαν χρόνο να αντιδράσουν. Αυτή την στιγμή, επειδή η κλιματική αλλαγή πιέζεται πάρα πολύ από την ανθρωπογενή δραστηριότητα, δεν ξέρουμε κατά πόσο όλα αυτά τα συστήματα θα μπορέσουν να αντιδράσουν.

Σε βάθος χρόνου σίγουρα θα αντιδράσουν, σίγουρα θα αλλάξει η κατάσταση.

Το θέμα είναι ότι, επειδή και το Σπήλαιο του Αγγίτη είναι μια πηγή νερού και αυτή την πηγή την υδρομαστεύουμε, δεν ξέρουμε αυτές οι αλλαγές τι αντίκτυπο θα έχουν και στην ανθρωπογενή δραστηριότητα. Θα έχουν νερό; Θα μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε ακόμα κι αν έχουμε;»