Home > Αρθρα > H καταστροφή του Δοξάτου και η σφαγή των κατοίκων από τους Βουλγάρους* Γράφει ο Ευάγγελος Γ. Καρσανίδης

H καταστροφή του Δοξάτου και η σφαγή των κατοίκων από τους Βουλγάρους* Γράφει ο Ευάγγελος Γ. Καρσανίδης

Συμβολή στην έρευνα της Ιστορίας του Δοξάτου

H καταστροφή του Δοξάτου

και η σφαγή των κατοίκων από τους Βουλγάρους*

Ευάγγελος  Γ. Καρσανίδης

 Σχολικός Σύμβουλος ε.τ.

 

Η  εφημερίδα  «Νeue Wiener Tagblatt» στις 28 Ιουλίου 1913 από τη Θεσσαλονίκη με αναφορά της στη σφαγή του Δοξάτου από τους Βουλγάρους παραθέτει  τα ακόλουθα στοιχεία , τα οποία επιβεβαιώθηκαν και από την έκθεση της διορισμένης Κοινοβουλευτικής Επιτροπής:

«Εδώ κάηκαν 147 σπίτια και 90 αποθήκες. Από την προστατευμένη περιοχή της μουσουλμανικής συνοικίας διασώθηκαν 57 σπίτια. Οι  ζημιές που προκλήθηκαν ανέρχονται σε15 εκατομμύρια φράγκα.

Μέχρι τώρα διαπιστώθηκε ότι στο Δοξάτο έχουν σφαγιασθεί 500 άνθρωποι. Τέσσερις ημέρες πριν,  Βούλγαροι αξιωματικοί ανακοίνωσαν στο Δοξάτο πως όλες οι  ελληνικές πόλεις και τα χωριά είχαν καεί ολοσχερώς και πως οι κάτοικοί τους  έπρεπε να σφαγιασθούν. Στις 13 Ιουλίου εμφανίστηκε  το βουλγαρικό πεζικό και  ιππικό, πολιόρκησε την  πόλη και τη βομβάρδισε με τέσσερα κανόνια. Περισσότερα από πενήντα  βλήματα χρησιμοποιήθηκαν και ανάγκασαν τους  κατοίκους σε φυγή. Οι διοικητές του βουλγαρικού στρατού ήταν ο ταγματάρχης Wernew  από το 10ο  Σύνταγμα και οι  αξιωματικοί Ιwan Boris  Pantschew  και  Κarakulawow,  καθώς και ο γνωστός από τις αγριότητες του 1906 επικεφαλής  Simonow.

Οι σφαγές ξεκίνησαν 7 το πρωί , όταν οι κάτοικοι βρίσκονταν στην  εκκλησία. Η λειτουργία διεκόπη, το ιππικό μαχαίρωσε όσους προσπαθούσαν να ξεφύγουν. Τα παιδιά,  οι γυναίκες και οι ηλικιωμένοι δεν έτυχαν οποιασδήποτε επιείκειας. Κατά τις 8 ξεκίνησε η πυρπόληση των  σπιτιών, η οποία έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Το μεσημέρι τα βουλγαρικά στρατεύματα έλαβαν το σήμα για υποχώρηση και οι  αξιωματικοί και στρατιώτες συγκεντρώθηκαν ώστε να αναχωρήσουν. Μόνο οι Βούλγαροι κομιτατζήδες συνέχισαν τις δολοφονίες, στις οποίες συμμετείχαν και οι Τούρκοι, διότι οι Μουσουλμάνοι είχαν βεβαιωθεί από τους Βουλγάρους ότι μαζί με τους Τούρκους θα στραφούν εναντίον  των Ελλήνων. Οι φρικαλεότητες διήρκησαν έως τις 8 το βράδυ. Διάφοροι Έλληνες κάτοικοι, οι οποίοι από το πρωί είχαν κρυφτεί  σε  τουρκικά σπίτια, είχαν την ίδια τύχη καθώς σφαγιάστηκαν και εκείνοι. Μόνος του ο Τούρκος  αξιωματούχος ονόματι Kila Rodjeb σκότωσε ένα πλήθος ανθρώπων και κάποιος  γνωστός ως  Mustafa είκοσι. Αντίθετα όμως οι δύο αδελφοί Omer , o Ηafis Salim Aga, καθώς και ο Ροpliak-Mustafa και ο Ηassan-Mustafa,  επίσης Τούρκοι , έσωσαν τέσσερις ελληνικές οικογένειες από το θάνατο. Επίσης ο Γάλλος Valette σώθηκε χάρη σε έναν Τούρκο, ενώ και ο γαιοκτήμονας Riza προσπαθούσε να  προστατεύσει τους Χριστιανούς που είχαν δεχθεί επίθεση. Στις 6 το απόγευμα εμφανίστηκαν ο κυβερνήτης της Δράμας Dobrew με τον γραμματέα του Bastschawanew,  το δήμαρχο και διάφορους αξιωματικούς της χωροφυλακής, ώστε να  εξετάσουν προσεκτικά το μέγεθος της καταστροφής. Οι Βούλγαροι κατά την αποχώρησή τους είχαν  επίσης καταστρέψει το γειτονικό χωριό Τschataldscha. Πριν από  την αναχώρησή τους οι επιζώντες εκεί αθίγγανοι έλαβαν διαταγές να  θάψουν τα πτώματα. Τα εναπομείναντα ατυχή θύματα θάφτηκαν στις  16 και 17 Ιουλίου έπειτα από την άφιξη των ελληνικών στρατευμάτων.

Πολλοί κάτοικοι είναι βαριά τραυματισμένοι. Πολλοί υπέκυψαν στα  τραύματα τους και εν τέλει απεβίωσαν. Υπήρξαν πολλοί  που δεν  μπόρεσαν να εντοπιστούν  και να κηδευτούν, ενώ κάποιοι που είχαν  καταφύγει σε κρυψώνες για να προστατευθούν, αιμορραγούσαν μέχρι θανάτου.

Σχεδόν κάθε σπίτι  στο Δοξάτο θρηνούσε έναν νεκρό. Κατά την επανεγκατάστασή τους  στα σπίτια, οι Έλληνες υιοθέτησαν διάφορα μικρά παιδιά που περιπλανιόντουσαν αβοήθητα στους κατεστραμμένους δρόμους. Πολλές γυναίκες και νεαρά κορίτσια βιάστηκαν από Βουλγάρους στρατιώτες και στη συνέχεια υπέστησαν  απάνθρωπους ακρωτηριασμούς.

Ο Βούλγαρος έφεδρος ανθυπολοχαγός Vatschew, διδάκτορας της Νομικής του Πανεπιστημίου της Γενεύης ανέφερε στη Δράμα , αφότου επέστρεψε από το Δοξάτο, πως στο διευθυντή του καπνεργοστασίου εκεί, το Γάλλο Angeli, επίσης διασωθέντα από τις θυριωδίες στο  Δοξάτο, είχε δοθεί η συμβουλή να εγκαταλείψει τη Δράμα, καθώς και  εκεί σχεδιαζόταν να διαπραχθούν παρόμοιες σφαγές. Στο  χωριό Βetschiari διεξήχθησαν  επίσης φοβερά περιστατικά. Ο προαναφερθείς, διασωθέντας από το Δοξάτο Γάλλος Valette  περιέγραψε αναλυτικά στους ανταποκριτές της γαλλικής «Τemps» και «Journal des Debats» και «Journal des Debats» την  περιοχή και την τοποθεσία που έλαβαν χώρα οι φρικαλεότητες. Σε πολλά ακρωτηριασμένα πτώματα τραβήχτηκαν φωτογραφίες. Ο Valette  επίσης  διηγήθηκε ότι στους εκβιασμούς και τις λεηλασίες συμμετείχαν Βούλγαροι αξιωματικοί. Ένας αξιωματικός βρήκε από έναν Τούρκο 205 Τουρκικές λίρες. Κατά τις λεηλασίες βρέθηκαν στα χέρια των  Βουλγάρων στρατιωτών τουλάχιστον 15.000 λίρες. Μερικά μπαούλα σύρθηκαν έξω στους δρόμους, καταστράφηκαν  και εκλάπη το  περιεχόμενό τους.

Η έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής περιγράφει την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πόλεις και τα χωριά μεταξύ των Σερρών και  της Δράμας ως φρικτή. Στην Rahowa  ένας υπαξιωματικός με 14 Βούλγαρους στρατιώτες έπειτα από τη σύγκρουση  στο Παγγαίο σφαγίασε με εξαιρετικά κτηνώδη τρόπο τον τοπικό ιερέα Παπαναστασίου. Η σορός του βρέθηκε κοντά στο κτήμα  Τschepedsi. Στις  25 Ιουνίου δολοφονήθηκε στη Rahowa o  κάτοικος Άγγελος Γεωργιάδης. Όλα τα καταστήματα, το δημαρχείο και 14 σπίτια τυλίχθηκαν στις φλόγες, 76 μουλάρια, 150 βόδια  και 350 πρόβατα εκλάπησαν. Στο Κotsaki Βούλγαροι εισήλθαν σε ελληνικό σπίτι, το οποίο είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο εκστρατείας, κράτησαν τέσσερις άρρωστους στρατιώτες αιχμάλωτους και τους σκότωσαν μαζί με τον  ιδιοκτήτη του σπιτιού. Τα πτώματα τα άφησαν για μια εβδομάδα να κείτονται μπροστά  από το σπίτι. Μέσα  σε μια εβδομάδα όλα τα σπίτια στο Παγγαίο κάηκαν ολοσχερώς. Οι εκκλησίες του Αγίου  Γεωργίου και  Αγίου Αθανασίου λεηλατήθηκαν, τα κειμήλια και τα εκκλησιαστικά είδη εκλάπησαν, τα εικονίσματα καταστράφηκαν και κάηκαν. Στην Αλιστράτη κατέφτασε μια μεραρχία του 3ου βουλγαρικού  Συντάγματος ιππικού υπό την  εντολή του κυβερνήτη Latschow ταυτόχρονα με ένα τάγμα πεζικού  από την Μπάνιτσα. Οι στρατιώτες κατέστρεψαν  αποθήκες, έβαλαν  φωτιά σε πέντε σπίτια και  αιχμαλώτισαν 52 πλούσιους Έλληνες γαιοκτήμονες. Απόθεμα καπνού αξίας 15.000 τουρκικών λιρών καταστράφηκε. Οι στρατιώτες έσπασαν τα χρηματοκιβώτια, λήστεψαν 3000 τουρκικές λίρες και άρπαξαν 300 βόδια. Όταν εγκατέλειψαν την πόλη δολοφόνησαν  ακόμα δύο νεαρούς Έλληνες από τις Σέρρες. Από το Μοναστήρι της Παναγίας απέσπασαν έναν μεγάλο χρυσό σταυρό. Από την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου  εκλάπησαν  τα πολύτιμα  Ευαγγέλια και άλλα έργα τέχνης. Ο στρατηγός Kowatschew  ως επικεφαλής άνοιξε το ταμείο του γεωργικού οργανισμού των Οθωμανών στη Δράμα και απέσπασε από αυτό 2400 τουρκικές λίρες. Οι Βούλγαροι αξιωματικοί έβαλαν στην  τράπεζα  για φύλαξη 800.000 φράκα από φόρους που είχαν δημεύσει. Πολλοί έμποροι έπρεπε να καταβάλουν εμπορεύματα αξίας 30.000 τουρκικών λιρών για το  στρατό και τις προσωπικές ανάγκες των  αξιωματικών και των στρατιωτών. Μόνο ο στρατιώτης ονόματι Jan Hadschiandominow  απέσπασε με τη βία 1500 τουρκικές λίρες».

* (Μετάφραση από το βιβλίο: Kl. Nikolaides, Griechenlands Anteil an den Balkankiegen 1912-1913, Wien und Leipzig 1914, s.285-289).

 Λίγα λόγια για τον  συγγραφέα του βιβλίου.

Κλεάνθης Νικολαΐδης: Κωνσταντινουπολίτης δημοσιογράφος και ιστοριοδίφης (1858-1938). Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γερμανία όπου και διέμενε. Εκδότης επί μία 40ετία της εφημερίδας «Ανατολική Ανταπόκρισις» στο Βερολίνο και θερμός υποστηρικτής των ελληνικών δικαίων. Καθηγητής της Ελληνικής Φιλολογίας στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Έγραψε: α) Μακεδονία, 1903 (στα Γαλλικά), β). Ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων, 1914 (στα Γερμανικά), γ) Ιστορία του Ελληνοτουρκικού Πολέμου (στα Γερμανικά), δ) Ιστορία του Ελληνισμού με κέντρον και βάσιν την Μακεδονίαν από των πανάρχαιων χρόνων μέχρι της σήμερον, εν Αθήναις 1923, κ.ά.

 

Εικ. 1. Ελληνίδες του Δοξάτου, των οποίων όλοι οι συγγενείς τους έχουν σκοτωθεί (πηγή: Κl. Nikolaides, Griechenlands Anteil an den Balkaηkriegen 1912-1913, Wien und Leipzig 1914, σ. 287).