Home > Αρθρα > Η Γενοκτονία του Αρμενικού έθνους: Από την 24η Απριλίου 1915 μέχρι σήμερα  το ατιμώρητο μαζικό  έγκλημα συνεχίζεται-Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης Διδάκτορας του  Παντείου Πανεπιστημίου

Η Γενοκτονία του Αρμενικού έθνους: Από την 24η Απριλίου 1915 μέχρι σήμερα  το ατιμώρητο μαζικό  έγκλημα συνεχίζεται-Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης Διδάκτορας του  Παντείου Πανεπιστημίου

Η Γενοκτονία του Αρμενικού έθνους:

Από την 24η Απριλίου 1915 μέχρι σήμερα 

το ατιμώρητο μαζικό  έγκλημα συνεχίζεται

 

Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης Διδάκτορας του  Παντείου Πανεπιστημίου, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών

Η Γενοκτονία εναντίον των Αρμενίων, το προσχεδιασμένο, οργανωμένο και συστηματικό έγκλημα εναντίον του Αρμενικού έθνους έχει πολλές όψεις και αφορά εκτός από τους διασωθέντες και τους απογόνους των θυμάτων, την Τουρκία και τη διεθνή κοινότητα. Το  Αρμενικό έθνος  για δύο και πλέον δεκαετίες υπέστη τη βαρβαρότητα των κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, της Επιτροπής «Ένωσης και  Πρόοδος» των Νεότουρκων και εν τέλει του καθεστώτος του Κεμάλ, οι οποίοι  αφαίρεσαν τη ζωή ενάμισι εκατομμυρίου  Αρμενίων.

Η πρώτη Γενοκτονία του 20ου αιώνα συνιστά τη βάση, το πρότυπο, το παράδειγμα και για άλλες Γενοκτονίες που ακολούθησαν ( εναντίον των Ελλήνων, των Ασσυρίων, το Ολοκαύτωμα), είναι η πρώτη απόπειρα ολοκληρωτικής εξαφάνισης ενός λαού, είναι  μία ακόμη  απόδειξη ότι  το έγκλημα το οποίο  δεν τιμωρείται, επαναλαμβάνεται.

Την ίδια στιγμή,  το απαράγραπτο, όσο χρονικό διάστημα  και εάν μεσολαβήσει έγκλημα της Γενοκτονίας, το οποίο αφορά μία σειρά από υποχρεώσεις του θύτη, εν προκειμένω της Τουρκίας, για αναγνώριση, αποκατάσταση, αποζημίωση, επανόρθωση,  οι Τουρκικοί μηχανισμοί συνεχίζουν να το  αρνούνται. Μάλιστα και ενώ οι μηχανισμοί άρνησης  δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη για ό,τι συνέβη,  υλοποιούν στο εσωτερικό και στο εξωτερικό μία σειρά από (προκλητικές) ενέργειες, οι οποίες φτάνουν την Ύβρη, τιμώντας τους πρωτεργάτες της Γενοκτονίας (Μουσταφά Κεμάλ, Ταλαάτ, Ενβέρ και Τζεμάλ Πασά), χρηματοδοτώντας (διεθνείς) μηχανισμούς διαστρέβλωσης της ιστορίας  και φτάνοντας σε φυλακίσεις, καταδίκες, ακόμη και σε δολοφονίες όσων αναδεικνύουν την αλήθεια και αμφισβητούν το καθεστωτικό αφήγημα, όπως  συνέβη το 2007 στην Κωνσταντινούπολη με τον  Αρμένιο δημοσιογράφο Χραντ Ντινκ.

Ταυτόχρονα η διεθνή κοινότητα  παραμένει δεσμευμένη- πλην σημαντικών  και τιμητικών εξαιρέσεων- από οφέλη και συμφέροντα που παρεμποδίζουν το έργο της δικαιοσύνης, όπως συνέβη και αμέσως μετά την τέλεση της  Γενοκτονίας όταν το αίτημα για απόδοση του δικαίου δεν έγινε πράξη ποτέ.

Έτσι η αναγνώριση της Γενοκτονίας βρίσκει αναρίθμητα και συνεχή εμπόδια από μηχανισμούς απόκρυψης της αλήθειας, που αρνούνται την ευθύνη της Τουρκίας για το έγκλημα.

Η αλήθεια όμως δεν μπορεί να κρυφτεί, πόσο μάλλον σήμερα που η πρόσβαση στην πληροφορία και τη γνώση, δεν μπορεί να απαγορευτεί από ολοκληρωτικά καθεστώτα και ιδεολογίες.  Έναν αιώνα και πλέον μετά τη Γενοκτονία, το αίτημα του Αρμενικού έθνους, αλλά και κάθε δημοκράτη πολίτη στην Τουρκία και σε όλον τον κόσμο,  είναι η αναγνώριση της Γενοκτονίας και η  υλοποίηση όλων των προβλεπόμενων από μία τέτοια πράξη.

Αναγνώριση  η οποία είναι η επαλήθευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του δικαίου και του πολιτισμού,  είναι η πράξη αλήθειας και επιβεβαίωσης ότι υπάρχουν ακόμη θεσμοί και άνθρωποι που αρνούνται να δεχτούν όσα υποστηρίζουν οι προπαγανδιστές και οι κατευθυνόμενοι από την Τουρκία μηχανισμοί. Η αναγνώριση  αφορά το μαζικό έγκλημα το οποίο επειδή δεν τιμωρήθηκε αποτέλεσε το παράδειγμα για το Ολοκαύτωμα («ποιος θυμάται τους Αρμένιους» έλεγε ο Χίτλερ),  ένα έγκλημα το οποίο επειδή δεν τιμωρήθηκε,  επαναλαμβάνεται σήμερα στο Ναγκόρνο Καραμπάχ (Αρτσάχ).

Εκεί όπου η ίδια ιστορία εμφανίζεται ξανά με τραγικό, επώδυνο, φρικιαστικό τρόπο: αρπαγή περιουσιών, εξορία, αποκλεισμοί χιλιάδων ανθρώπων από πρόσβαση σε βασικά αγαθά,  βασανιστήρια,  βιασμοί, αρπαγές  γυναικών και παιδιών, σφαγές.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας  που υπέστη το  Αρμενικού έθνος είναι αυτονόητη υποχρέωση της Τουρκίας, αλλά και της διεθνούς κοινότητας, η οποία  δεν πρέπει να σιωπά ή ακόμη χειρότερα να συνηγορεί στο ψεύδος υιοθετώντας την Τουρκική προπαγάνδα. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας  αποτελεί προϋπόθεση για να υπάρξει αφενός Ελευθερία και Δημοκρατία στο τουρκικό εσωτερικό, αφετέρου είναι απαράβατος όρος για την αποκατάσταση των σχέσεων και της ειρήνης στην περιοχή, όπου λόγω της συνεχιζόμενης δράσης των ίδιων παλιών αλλά και των νέων δολοφονικών μηχανισμών, τα εγκλήματα συνεχίζονται. Άρα η Τουρκία, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων κρατών που σχεδίασαν και υλοποίησαν μαζικά εγκλήματα,   οφείλει να παραδεχθεί την ευθύνη της για τη δολοφονία του Αρμενικού έθνους και το Αζερμπαϊτζάν να αποδώσει το Αρτσάχ στους Αρμενίους, σταματώντας την επανάληψη της ιστορίας,  σταματώντας δηλαδή  τη βία, τον  αποκλεισμό, τον εποικισμό, τη Γενοκτονία.

Η δικαιοσύνη, η αλήθεια, η ανάδειξη της ιστορικής πραγματικότητας, είναι η μόνη οδός για την ανθρωπότητα και  για τους λαούς. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας του Αρμενικού έθνους (θα) είναι το καθοριστικό βήμα για την απόδοση δικαιοσύνης για τα θύματα, αλλά  και για να ζήσουν  οι παρούσες και οι επόμενες γενιές σε έναν κόσμο ειρηνικό, δημοκρατικό και  ελεύθερο.