Home > Νέα > Q&A Σκηνοθετών, στο 46ο Φεστιβάλ Δράμας

Q&A Σκηνοθετών, στο 46ο Φεστιβάλ Δράμας

Q&A Σκηνοθετών, 

στο 46ο Φεστιβάλ Δράμας

 

Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 46ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ, που επιμελείται ο δημοσιογράφος Δημήτρης Πάντσος. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους, οι διαγωνιζόμενοι (Εθνικό Διαγωνιστικό Πρόγραμμα) στη σημερινή παρουσίαση:

ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

«Αρκουδότρυπα» (Χρυσιάννα Παπαδάκη, Στέργιος  Ντινόπουλος)

“Γυρίσαμε την ταινία στην Ελάτη Τρικάλων. Χρειάστηκε να κάνουμε αρκετή πεζοπορία και μας βοήθησαν οι ντόπιοι. Μόνο το να βρεις αυτήν την σπηλιά είναι μια οδύσσεια, αλλά είναι καταπληκτική, σαν λαβύρινθος. Σκεφτήκαμε αυτήν την ταινία στην καραντίνα για να βγούμε από την κατάθλιψη. Στο επίκεντρο της είναι η φύση, οι νέοι, ο έρωτας. Έχουμε δει πολλές ταινίες queer στην πόλη, όχι όμως και στην επαρχία, η αίσθηση εκεί είναι διαφορετική, δεν είναι μόνο μια αστική εμπειρία όλο αυτό. Ταυτόχρονα θίγουμε το θέμα του έρωτα μέσα στην φιλία, αλλά και τις περίπλοκες σχέσεις με τις ρίζες σου. Στόχος μας είναι να γυρίσουμε ένα σίκουελ μεγάλου μήκους της ταινίας».

«Good girls club: A Virginity Odyssey» (Λήδα Βαρτζιώτη, Δημήτρης Τσακαλέας)

«Το θέμα μας είναι η φιλία, σε μία τόσο μεταβατική ηλικία όπως η εφηβεία, που έχει μεγάλη ένταση. Ηρωίδες είναι δύο φίλες -είναι το πορτραίτο ενός διδύμου, όπως είμαστε άλλωστε κι εμείς. Το να χάσεις την παρθενιά σου σε αυτήν την ηλικία είναι ένα τεράστιο βήμα, υπάρχει μια πίεση να γίνει αυτό πριν το πανεπιστήμιο, όπως υπάρχει μία πίεση να φαίνεσαι κουλ. Και υπάρχει και η σεξουαλική ρευστότητα στα κορίτσια αυτά που είναι μια πραγματικότητα της ζωής τους –όπως και για μας άλλωστε. Στο πάρτι, που γίνονται όλα στην ταινία, θελήσαμε να δημιουργήσouμε, μέσα από τα διάφορα δωμάτια, όλα τα επίπεδα που υπάρχουν στη ζωή, μια μικρογραφία της κοινωνίας».

«Η πολυθρόνα στο πεζοδρόμιο» (Μαίρη Κολώνια)

«Πρόκειται για μία ταινία απόλυτα βιωματική. Μια ταινία coming of age αλλά από την ενήλικη ζωή στο γήρας. Αφορά τους γονείς μου. Την εμπνεύστηκα από την τελευταία βόλτα που έκανε ο πατέρας μου ως ελεύθερος άνθρωπος, χωρίς δηλαδή να εξαρτάται από συνοδό. Και εκφράζει την συσσωρευμένη μου λύπη για αυτήν την αίσθηση απώλειας και φθοράς. Που νιώθω και κάθε φορά που περπατάω και βλέπω στα πεζοδρόμια όλα αυτά τα προσωπικά αντικείμενα των ανθρώπων, οάσεις οικειότητας, να έχουν γίνει σκουπίδια έχοντας απεκδυθεί όλη τους την συναισθηματική φόρτιση. Στην ταινία, ο ηλικιωμένος ήρωας κάθεται σε μια πολυθρόνα η οποία έχει πεταχτεί στο πεζοδρόμιο και ανήκε σε έναν γείτονα που έχει πεθάνει. Και μοιάζει με έκπτωτο βασιλιά… Μετά την προβολή πολλά παιδιά ήρθαν και μου είπαν πως η ταινία τους θύμισε τους παππούδες τους. Το θέμα του φροντιστή με απασχολεί. Πώς αντιμετωπίζουμε σήμερα τον ηλικιωμένο σε μια κοινωνία που θεοποιεί τα νιάτα;»

«Womb» (Θέμος Σκανδάμης)

«Η ιδέα προέκυψε από αυτόν τον παράλληλο κόσμο που ορίζεται από άλλα μαθηματικά και δημιουργεί μια ρωγμή στον χώρο και στον χρόνο, αλλά και από την σχέση μας με τον θάνατο που πάντα σε χτυπά πισώπλατα. Η ταινία γράφτηκε πολύ γρήγορα, σαν ένα τραγούδι, και ήθελα συνειδητά να είναι σύντομη, σαν μία στιγμή. Είναι η πρώτη μου ταινία και είναι ένας κωμικός εφιάλτης. Πρωταγωνιστεί ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, φίλος μου εδώ και 20 χρόνια».

ΕΘΝΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

«Ηλίθια Διλήμματα» (Μαριάννα Μποζαντζόγλου, Κατερίνα Ρουσιάκη)

«Μας έκανε εντύπωση η προβολή της ταινίας στον κόσμο του φεστιβάλ. Βλέπαμε αντιδράσεις σε άλλα σημεία από αυτά που περιμέναμε. Γυρίσαμε μία ταινία διαλόγου, θέλαμε να δούμε πώς αλληλεπιδρούν αυτοί οι άνθρωποι, αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι το πόσο διαφορετικά το βλέπει ο κόσμος. Είναι η πρώτη μας ταινία, αγαπήσαμε πολύ τους ήρωές μας, που πράγματι, έχουν και οι δύο ηλίθια διλήμματα…».

«Η θρύλος του Καβάλαγουντ». Παρούσες ήταν η Αντιγόνη Πρέντη (φωτογραφία), και η Όλγα Τσάτου (μοντάζ, παραγωγή)

«Είναι ένα ντοκιμαντέρ για την Ελευθερία Καραδήμου, που δημιουργεί στην Καβάλα αυτοσχέδια σίριαλ, με μια κάμερα, τους φίλους και τους συγγενείς της, κι έχει γίνει viral για τις αστείες σκηνές της. Αρχικά θέλαμε να κάνουμε μια ταινία για τα μέντιουμ αλλά το εγκαταλείψαμε, και μας άρεσε το πόσο αυτοσχέδια είναι η δουλειά της Καραδήμου –κι εμείς άλλωστε με φίλους κάνουμε τις ταινίες μας, με χάρες και χωρίς μπάτζετ. Δεν θέλαμε να δείξουμε την πρωταγωνίστριά μας ως καρικατούρα, αλλά να φτιάξουμε το προτραίτο της με σεβασμό. Κάνει καλτ σειρές, κάνει αυτό που της αρέσει και μετά το δείχνει στον κόσμο. Εμείς που τα υπεραναλύουμε όλα τι κερδίζουμε τελικά; Τα βλέπει μόνο η μάνα μας!»

«Το χάος που άφησε πίσω της» (Νίκος Κολιούκος). Παρόντες ήταν επίσης οι Μαρίνα Σιώτου (ηθοποιός), Αλεξάνδρα Ρίμπα (φωτογραφία) και Πελαγία Χατζηνικήτα (μουσική)

“To θέμα στην ταινία είναι η εξάρτηση και η αγάπη. Όχι μόνο η εξάρτηση του πατέρα από το αλκοόλ, αλλά και η αλληλεξάρτηση μεταξύ κόρης και πατέρα. Γιατί δεν μπορεί να φύγει η κοπέλα; Δυσκολεύτηκα να βρω τον κατάλληλο ηθοποιό για τον ρόλο του πατέρα και δεν τολμούσα να προσεγγίσω τον Γιάννη Τσορτέκη, το έκανα μόλις ένα μήνα πριν τα γυρίσματα. Αλλά ήταν πολύ ανοιχτός στο να παίξει τον ρόλο και συνδεθήκαμε πολύ».  Και η ηθοποιός Μαρίνα Σιώτου εξομολογήθηκε πως ένοιωθε «πολύ κομπλαρισμένη», μέχρι που και ο Γ.Τσορτέκης της είπε: «Κι εγώ έχω πάρα πολύ άγχος».  Μετά υπήρξε μια μεγάλη εγγύτητα που φάνηκε στο τελικό αποτέλεσμα.

«Πώς να ανάψεις τσιγάρο χωρίς να καείς» (Κωνσταντίνος Σπανουδάκης). Παρούσα ήταν και η ηθοποιός Νέλη Μπαριτάκη

“Zω δύο χρόνια στην Αθήνα και έχω αλλάξει τέσσερα διαμερίσματα. Ο χώρος που ζεις επηρεάζει μια σχέση. Ήταν μια εμπειρία που έζησα ο ίδιος και κάθισα και την έγραψα. Στην ουσία ήθελα με την ταινία αυτή να επικοινωνήσω τα ψυχολογικά μου.Κάποια στιγμή σκέφτηκα πως όλο αυτό αφορά μόνο εμένα, μέχρι που άρχισα να δέχομαι σχόλια του τύπου «παιδιά κάνατε τη ζωή μου ταινία!». Θίγει διάφορα ζητήματα, όπως οι ελεύθερες σχέσεις και η μονογαμία. Είναι στη φύση μας; Ή είναι μια συνθήκη που μας έχει επιβληθεί και την έχουμε συνηθίσει;».

«Ημερολόγιο μιας σεξουαλικής μοναξιάς» (Νίνα Αλεξανδράκη)

“Aφετηρία μου ήταν τα ημερολόγια που κρατούσα από παιδί. Όταν ξαναδιάβασα τα σημεία με τις εμπειρίες μου από τις αρχές της σεξουαλικής μου ζωής, είδα ότι υπάρχουν εκεί στοιχεία που αφορούν πολλές γυναίκες. Επίσης, είχα πάρει τότε κάποιες φωτογραφίες από αντικείμενα που έβλεπα στα δωμάτα, μετά το σεξ: σεντόνια, ρούχα, διάφορα αντικείμενα. Το εύρημα στην ταινία ήταν ότι η ηρωίδα έχει μια κάμερα, και με το που κοιμούνται οι άντρες, τραβά τον χώρο τους. Κάθε δωμάτιο ήταν κι ένα διαφορετικό επίπεδο στη συνειδητοποίηση, ένα διαφορετικό συναίσθημα. Η αφήγηση είναι με voice over και ήταν σημαντικό να είμαι μόνη μου, να υπάρχει η μοναξιά του να περνάς από την μία σκέψη στην άλλη. Το να κάνω μόνη μου αυτήν την ταινία ήταν πολύ δύσκολο αλλά ταυτόχρονα ήταν και μια τεράστια ελευθερία. Αυτό το θέατρο που παίζουμε στο σεξ, ότι οι ρόλοι είναι τόσο συγκεκριμένοι, ελπίζω να το παρατήσουμε επιτέλους…».

«Λου» (Αντονίνα Φρόκου). Παρούσα ήταν και η ηθοποιός Χυσάνθη Θεοδόση

«Ήθελα να ασχοληθώ με μία κοπέλα, που μετά από έναν βιασμό, πρέπει να πάρει μία απόφαση. Έκανα μεγάλη έρευνα, μίλησα με κοπέλες που είχαν παρόμοιες εμπειρίες και άντλησα υλικό από πολύ προσωπικές ιστορίες. Θεωρώ πως δεν υπάρχει γυναίκα που έστω μια φορά δεν βίωσε κάποιου είδους σεξουαλική κακοποίηση ή παρενόχληση. Η βασική σκηνή της ταινίας γυρίστηκε σε ένα ελάχιστο μπάνιο όπου ήμασταν 5 άτομα –ένας πραγμαιτκός μαραθώνιος. Ήταν δύσκολο όλο αυτό και το θέμα σε βαραίνει. Συνήθως δεν ασχολούμαστε με την κατάσταση του θύματος αμέσως μετά την επίθεση. Το θέμα της ταινίας αυτής δεν είναι ο βιασμός καθεαυτός, αλλά η στιγμή της απόφασης που πρέπει να πάρει το θύμα».

«Αχινός» (Άλεξ Σολτς).Παρόντες ήταν και οι Γιώργος Σαββίδης (ηθοποιός) και ο συνεργάτης του Νίκος Πάγκαλος.

«Με ενδιέφερε το πώς η παραλία γυμνιστών έχει αρχίσει να αποτελεί χώρο και τρόπο έκφρασης και ανακάλυψης του εαυτού μας αλλά και της σεξουαλικότητάς μας. Γενικά βλέπω μια μεγάλη τάση προς αυτό, κυρίως σε παραλίες της Αττικής, αλλά τώρα τελευταία και στα νησιά. Η ταινία γυρίστηκε κοντά στη Σαρωνίδα, και το γυρισμα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, με υποβρύχιες λήψεις. Επηρεαστήκαμε πολύ από το σινεμά του Τέρενς Μάλικ». Για τους ηθοποιούς ήταν ακόμα πιο δύσκολο καθώς έπρεπε να παίζουν γυμνοί, αλλά βοηθούσε το γεγονός πως και ο σκηνοθέτης ήταν γυμνός στο γύρισμα.

«Η παρέλαση» (Μιχάλης Γαλανόπουλος)

“Καθώς σπουδάζω στην Ελβετία, αναρωτιόμουν πως θα αντιλαμβάνονταν το θέμα με το οποίο καταπιάνομαι στην ταινία οι ξένοι: τη σημαία,  τις παρελάσεις, το περιστατικό που περιγράφω και όλο αυτό που λέω στην ταινία. Καθένας από τους χαρακτήρες έχουν κάποιο δικό μου χαρακτηριστικό. Όλοι μαζί, ως ομάδα, είναι οι πρωταγωνιστές –κι όχι ο καθένας τους ξεχωριστά. Είναι πολύ δεμένοι μεταξύ τους, υπάρχει μια μεγάλη αγάπη ανάμεσά τους, και προσωπικά βλέπω πολύ αθώα όλα όσα κάνουν –θα μπορούσε να είναι η δική μου παρέα. Νοιώθω πως μόνο κάπως έτσι θα προχωρήσει η κοινωνία και θα γίνει πιο βιώσιμη».

«Ενάμιση» (Οδυσσέας Σπυρόπουλος). Παρόντες ήταν οι συνεργάτες του Νίκος Σέμπος (φωτογραφία) και Μάνος Μακρυγιαννάκης (μοντάζ)

«Η ταινία ξεκίνησε από κάποιες ασκήσεις σκηνοθεσίας, με τη συμμετοχή πολλών ηθοποιών και φωτογράφων. Λέω θα το γυρίσω για το YouTube κι ό, τι βγει, στην πορεία όμως μπήκε παραγωγός, και μειώθηκαν οι ιστορίες σε 4. Δεν υπήρχε σενάριο, αλλά ήταν όλα δουλεμένα σε πρόβες –οι ιδέες ήταν πολλές, το πάθος μεγάλο, αλλά οι πόροι μηδέν. Αυτή η αποσπασματικότητα, η αίσθηση του ανολοκλήρωτου είναι όλη η ιστορία. Νοιώθω ότι αυτή η ηλικία που ζω δεν βγάζει νόημα κι έτσι θα ήταν ψεύτικο ένα αφήγημα με συνοχή. Όλες οι ιστορίες αφορούν δυάδες ανθρώπων που έχουν όμως ανάγκη να γίνουν ένα –γι’ αυτό και ο τίτλος είναι «Ενάμιση».

LAGFF TRAVELS TO DRAMA

Στο πλαίσιο της δράσης LAGFF Travels to Drama σε συνεργασία με το Ελληνικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λος Άντζελες, την ταινία τους παρουσίασαν ο σκηνοθέτης Alexander Georges (“Share for me”) και ο παραγωγός Nick Dessipris (“Niko Newark”,  Tracey Washington-Bagley).

“Share for me” (Alexander Georges, σκηνοθέτης)

«Διηγούμαι μια προσωπική ιστορία: τη σχέση ενός 83χρονου πατέρα και του γιου του που έχει σύνδρομο Down. Στην Αμερική τα παιδιά αυτά δεν ζουν με τους γονείς τους αλλά σε ιδρύματα με άλλα τέτοια παιδιά. Έτσι και οι δύο ήρωες της ταινίας: πρόκειται για τον πατέρα και τον αδερφό μου. Αυτοί οι δύο άνθρωποι όμως είναι καλύτερα μαζί και βρίσκουν τρόπους να ξεγελάσουν το σύστημα για να είναι κοντά ο ένας στον άλλο…».

“Niko Newark” (Nick Dessipris, παραγωγός)

«Στις ΗΠΑ σήμερα υπάρχει έντονη πόλωση και ρατσισμός. Ως παιδί στο New Jersey, το 1967, έζησα από κοντά τα γεγονότα, όταν οι μαύροι, εξεγερμένοι από την καταπίεση, έκαψαν την πόλη. Όταν πρόσφατα είδα το κίνημα Black Lives Matter, είδα ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και θέλησα να πω αυτήν την ιστορία, ιδωμένη υπό το πρίσμα ενός παιδιού όπως ήμουν εγώ τότε, που υπήρξα μάρτυρας μιας φρικτής κατάστασης καθώς δούλευα στο εστιατόριο του μπαμπά μου».

«Φῶς ἐκ Φωτός» (Νεριτάν Ζιντζιρία)

«Μια ταινία που έχει τη στόφα μιας μικρής, σαμανικής τελετουργίας, καθώς ήθελα να κάνω μια ωδή στο φιλμ και επίσης ήθελα να δω αν μπορούσα να μεταβολίσω τον χρόνο όπως αυτός μπορούσε να υπάρχει. Έχω μια ιδιαίτερη συμπάθεια σε ο,τιδήποτε άπτεται του αρχείου, το θεωρώ πολύ σημαντικό και για την ιστορική μας μνήμη. Το ταξίδι ξεκινάει το 2017 όταν από σπόντα βρίσκομαι στο Άγιο Όρος για να τραβήξω κάποιες φωτογραφίες για μια συνεργασία με έναν αρχιτέκτονα. Την τελευταία ημέρα ένας μοναχός στη Σιμωνόπετρα, μου αποκαλύπτει μια σειρά φωτογραφιών, φωτογραφικών πλακών που είχε τραβήξει ένας άλλος μοναχός πάρα πολλά χρόνια πριν. Με συγκίνησε ακόμα και ο τρόπος που τις έπιασε, μοιάζοντας με έναν χειρώνακτα ο οποίος μου τις παρέδωσε. Έμεινα άναυδος από την ομορφιά τους. Αρχίζει να μου διηγείται την ιστορία. Τις είχε βρει ο ίδιος, στο πίσω μέρος του Αγίου Όρους που ονομάζεται έρημος, καθώς δεν υπάρχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό κι εκεί πηγαίνουν οι ερημίτες για να πεθάνουν. Τις βρήκε μέσα σε άδειες καλύβες, τις καθάρισε, τις αποκατέστησε σκανάροντάς τες σε έναν παλαιό υπολογιστή. Η φωτογραφία στο Άγιο Όρος ήρθε από Ρώσους μοναχούς που έφτασαν εκεί κουβαλώντας τις παλιές ξύλινες φωτογραφικές μηχανές τους. Ένας από αυτούς ήταν ο ιεροδιάκονος Προκόπιος, τις φωτογραφίες του οποίου χρησιμοποίησα. Και ο μοναχός που μου αποκάλυψε το υλικό, μου εκμυστηρεύτηκε πως έμαθε την τέχνη όχι για να εκφραστεί καλλιτεχνικά, αλλά για να διαφυλάξει το πρόσωπο και το όνομα του «αδελφού» του μοναχού. Το βρήκα πολύ συγκινητικό, κάτι που επαναπροσδιόρισε και τη θέση για την τέχνη μου. Η ταινία πήρε πέντε χρόνια να ολοκληρωθεί, αλλά όλη η εμπειρία που μου πρόσφερε ήταν τέτοια ώστε να αλλάξει τον τρόπο που προσδιοριζόμουν έως τότε ως δημιουργός, σε σχέση με τη γλώσσα και το τι καινούριο προτείνεις. Με βοήθησε στο να δω ένα άλλο, ουσιαστικότερο κομμάτι για μένα».

«Short Draft» (Σπυρίδων Παπασπύρου)

«Μόνο με το χιούμορ πιστεύω ότι μπορεί να πάει καλά η ζωή. Η ιδέα ενός οδηγού ταξί στην ελληνική ενδοχώρα με επιβάτη που με την απειλή όπλου τον αναγκάζει να τον «ταξιδέψει» τρία βουνά μακριά, ήρθε πριν έντεκα χρόνια, ήταν η πτυχιακή μου για τη Σχολή Σταυράκου. Δουλεύτηκε πάρα πολύ μεγάλο διάστημα. Όσον αφορά την ιδέα του Ταραντίνο κλεισμένου στο πορτ παγκάζ ήταν της Ελένης Μπίτα, της βοηθού σκηνοθέτη. Άλλωστε η ταινία είναι αποτέλεσμα συνεργασίας όλων των ανθρώπων του συνεργείου. Ήθελα να γυρίσω μια κωμωδία όπου μπορείς να περάσεις ωραία, έτσι όπως νομίζω ότι είναι όλες οι ταινίες του Ταραντίνο.».

«Firebug» (Αλέξανδρος Παπαθανασόπουλος). Παρών ήταν και ο σεναριογράφος Γιώργος Ζαφειρόπουλος

«Το θέμα της ταινίας είναι πολύ προσωπικό, ήρθε σαν ιδέα σε μια σχετικά σκοτεινή περίοδο της ζωής μου, κατά την οποία μια από τις βασικές σκέψεις ή μάλλον αισθήσεις, ήταν η δυνατότητα να είμαι μόνος, ήταν μια περίοδος που πράγματι απομονώθηκα. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο προέκυψαν κάποια ερωτηματικά που γυρνούσαν κυρίως γύρω από την παιδική μου ηλικία, την ασθένεια του πατέρα μου και την αδυναμία του να την επικοινωνήσει. Εκείνη την περίοδο δυσκολευόμουν πολύ με τον γραπτό λόγο, είχα μια φοβία με αυτό, ήταν η μόνη περίοδος που δεν υπήρχε άλλη επιλογή από το να κάτσω να γράψω κάποια κείμενα, κάποιες σκηνές και μετέπειτα να τις μεταφέρω στον Γιώργο, τον σεναριογράφο και μαζί να γράψουμε μια σειρά από drafts. Ήταν 2013-2014, αλλά δεν υπήρχαν τα χρήματα να κάνουμε ταινία, αλλά ούτε ήμασταν σε θέση να την κάνουμε. Τα πρώτα drafts, είχαν μια πολύ «μαγικορεαλιστική» προσέγγιση, μέχρι να καταλήξουμε να πάρουν μια προσέγγιση καθαρά ρεαλιστική. Το πιο δύσκολο ήταν να προλάβω να δείξω την ταινία στον πατέρα και τη μάνα μου. Ήταν πολύ χειρότερη η φαντασίωση της θέασης αυτής της ταινίας με τους γονείς μου, παρά ο,τιδήποτε είχε προηγηθεί. Αυτή τη στιγμή στα 34 χρόνια μου έχει αρχίσει να αποκτά πάλι σημασία η έννοια του γονέα. Και οι δυο αγνοούσαν ότι γύριζα ταινία. Δεν ξέρω αν βρήκα κάποια λύτρωση μέσα από αυτήν την ταινία, αλλά άρχισε να αποκτά νόημα, τη στιγμή που άρχισα να κοιτάω το τραύμα».

«Διάβαση» (Αινείας Τσαμάτης, Κατερίνα Μαυρογεώργη). Παρών ήταν και ο Γιάννης Καραμπάτσος (σενάριο, φωτογραφία)

«Στη διάβαση τρένων των Σεπολίων μένει ο κολλητός μου, ο Δήμος, που επισκέπτομαι συχνά, έτσι ερχόμουν πολύ συχνά σε επαφή με αυτή τη διάβαση που έχει δυο φύλακες. Πάνω στις ράγες υπήρχε ένας κουβάς με μια σφουγγαρίστρα. Μονίμως. Υπήρχαν ένα ψυγείο, καρέκλες, σαν αυλή σπιτιού σε ένα χωριό. Και αναρωτιόμουν ποιες σχέσεις μπορούσαν να έχουν αυτοί οι άνθρωποι, ποιες ήταν οι προσωπικές τους στιγμές, τι κάνει μια σφουγγαρίστρα στη μέση της διάβασης, και σκέφτηκα ότι ο απόλυτος προσωπικός χρόνος που έχουν αυτοί οι δυο, είναι όταν περνάει το τρένο που λειτουργεί σαν παραβάν. Οπότε τι θα μπορούσε να συμβαίνει μέσα σε αυτόν τον χρόνο; Έτσι προέκυψε η ιδέα της διάβασης, τη μετέφερα στον Γιάννη Καραμπάτσο κι αρχίσαμε να γράφουμε. Στη συνέχεια συναντήσαμε την Κατερίνα Μαυρογεώργη. Οι πρώτες κουβέντες ήταν να κάνουμε ένα ντοκιμαντέρ για αυτούς τους ανθρώπους που ήταν εξαιρετικά ενδιαφέροντες χαρακτήρες κάνοντας αυτή τη δουλειά. Είναι η ιστορία μιας βαθιάς φιλίας η οποία μπορεί να μην είχε εκφραστεί ποτέ, πριν από ένα τραγικό συμβάν όπου ο καθένας πήρε τη θέση του μέσα σε αυτή τη σχέση».