Home > Αρθρα > Θεόφιλος Αθανασιάδης (1889-1941) Φλογερός πατριώτης, ανθρωπιστής και οραματιστής μιας σύγχρονης και ευτυχισμένης Δράμας- Γράφει ο Τηλέμαχος Τσελεπίδης

Θεόφιλος Αθανασιάδης (1889-1941) Φλογερός πατριώτης, ανθρωπιστής και οραματιστής μιας σύγχρονης και ευτυχισμένης Δράμας- Γράφει ο Τηλέμαχος Τσελεπίδης

          Θεόφιλος Αθανασιάδης (1889-1941)

          Φλογερός πατριώτης,

   ανθρωπιστής και οραματιστής

         μιας σύγχρονης και ευτυχισμένης Δράμας

Γράφει ο Τηλέμαχος Τσελεπίδης

Η Δράμα ευτύχησε να έχει  πολλούς «ξένους» πολίτες, οι οποίοι πολιτογράφησαν Δραμινοί και έγιναν πιο Δραμινοί από τους εκ γενετής Δραμινούς.  Ο Ηπειρώτης Θεόφιλος Αθανασιάδης, που ήρθε ως εκπαιδευτικός καθηγητής το 1913 στην περιοχή μας, αγάπησε  τόσο πολύ τον όμορφο τόπο μας, ώστε όταν  κατά την πρόσφατη κατοχή των Βουλγάρων έφτασε στο δίλημμα  να φύγει με ασφάλεια σώζοντας τη ζωή του ή να μείνει και να προασπίσει τη Δράμα και τους Δραμινούς συμπατριώτες του διακινδυνεύοντας τη ζωή του, πήρε το ρίσκο του κινδύνου και του ένδοξου θανάτου.

Ο Θεόφιλος  Αθανασιάδης γεννήθηκε στο μικρό ορεινό χωριό Καστανώνα Ζαγορίου της επαρχίας Δωδώνης, σε υψόμετρο 1030 μ. με 55 κατοίκους κατά την απογραφή του 1961. Σήμερα το χωριό, 48 χλμ. ΒΑ των Ιωαννίνων, έχει 144 κατοίκους κι είναι διαμέρισμα του δήμου Ανατολικού Ζαγορίου. Προερχόταν από πατριαρχική οικογένεια με αναπτυγμένη πνευματική παράδοση. Πήρε πτυχίο απ’ την περίφημη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων  κι είχε εντυπωσιακές γνώσεις ιστορίας και αρχαίας κλασσικής φιλολογίας. Το 1908 μπαίνει στη Φιλοσοφική Σχολή  του Πανεπιστημίου Αθηνών με καθηγητές τους Ν. Χατζηδάκη Ν. Πολίτη και Σ. Λάμπρου και ρουφάει τη γνώση και τη σοφία των διάσημων καθηγητών του. Όμως οικονομικοί λόγοι τον αναγκάζουν να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να φύγει δάσκαλος στο μεγάλο χωριό Βεσνίκο, το σημερινό Μόνοικο της περιοχής Σερρών κι αργότερα τοποθετείται καθηγητής στο Πράβι, με τη μέριμνα του αείμνηστου μητροπολίτη Ελευθερούπολης Γερμανού Σακελλαρίδη (1909-1916), τον οποίο επίσκοπο οι κομιτατζήδες αφού άγρια, τον απαγχόνισαν σε δέντρο τον Ιούλιο του 1916 κοντά στο χωριό Δάτο (Μπερεκετλή).

THEOFILOS ATHANASIADIS

Ο Θ. Α. ένθερμος πατριώτης, έμφορτος με εθνικά ιδανικά, ρομαντικός και ιδεαλιστής, από νέο παιδί πηγαίνει εθελοντής στο σώμα των Γαριβαλδινών υπό τον αξιωματικό Αλέξανδρο Ρώμα (1863-1914), ήρωα του Δρίσκου, για να πολεμήσει στην Ήπειρο κατά των Τούρκων. Είναι παρόν στη  μάχη του Δρίσκου, 15 χιλιόμετρα έξω από τα Γιάννενα στις 28.11.1912 πλάι στον ποιητή της «λήθης», το λοχαγό Λορέντζο Μαβίλη. Πολεμούν εναντίον ασυγκρίτως υπέρτερων τουρκικών στρατευμάτων κι εκεί μια σφαίρα βρίσκει στο πρόσωπο τον επτανήσιο εθνεγέρτη ποιητή και τον αφήνει νεκρό. Ο Θεόφιλος Αθανασιάδης, παρόν στο δράμα, συνέχισε να πολεμάει και  στις 21.2.13 μπαίνει απελευθερωτής στα Γιάννενα.

Στη Δράμα εγκαθίσταται, αμέσως μετά τους βαλκανικούς πολέμους, μαζί με πάρα πολλούς άλλους συμπατριώτες του. Η πόλη μας γίνεται, αυτή την εποχή, μεγάλο οικονομικό, διοικητικό, πνευματικό και εθνικό κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής με πανελλήνια ακτινοβολία και στην οποία περιλαμβάνεται κι ο νομός Καβάλας με τη Θάσο. Με πρωτεργάτη το διπλωμάτη μητροπολίτη Αγαθάγγελο τον Μάγνη και πολλούς αξιόλογους στρατιωτικούς ηγέτες, οι οποίοι με σημαντικές μονάδες στρατού ως έδρα Γενικής Διοίκησης της Ανατολικής Μακεδονίας είχαν τη Δράμα, θεμελιώνεται και αναπτύσσεται  στην πόλη εθνική, πολιτιστική  και οικονομική αναγέννηση.

Το Μάρτη του 1914 διορίζεται εκπαιδευτικός και διδάσκει στο ημιγυμνάσιο της Δράμας επί της οδού Ηφαιστίωνος. Άριστος χειριστής του γραπτού και του προφορικού λόγου κι επίλεκτο ηθικό στοιχείο, κατακτά σύντομα τη συμπάθεια των συναδέλφων του και του Δραμινού λαού οι οποίοι θα τον αγκαλιάσουν ανυπόκριτα.  Κι αυτός θα δώσει, σ’ αντάλλαγμα, τη θέρμη της ψυχής του. Όταν τον Αύγουστο του 1916 μπήκαν οι Βούλγαροι στη Δράμα κι ο κόσμος εγκατέλειπε πανικόβλητος την πόλη, αυτός θα σταθεί πλάι στους εναπομείναντες Δραμινούς πατριώτες του και θα διδάσκει κρυφά στο γυναικωνίτη της μητρόπολης στα ελληνόπουλα που απέμειναν χωρίς σχολεία και δασκάλους. Τον Ιούλιο του 1917 οι Βούλγαροι τον πιάνουν και τον εξορίζουν στα εξοντωτικά στρατόπεδα της Βουλγαρίας.

Χάρη στην ψυχική του αντοχή, επέζησε των βασάνων και μετά δυο χρόνια ψυχικής και σωματικής ταλαιπωρίας, μέσο Κοσσόβου, έφτασε στη Δράμα, πραγματικά ένα σωματικό ράκος. Όμως με ψυχικό σθένος ακόμη πιο ακλόνητο και εθνική αδαπάνητη τρυφερότητα θα συμπαρασταθεί και θα αγκαλιάσει τα Δραμινά νιάτα. Την τραγωδία του ελληνισμού της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης στα κάτεργα της Βουλγαρίας, Κίτσοβο, Καρνιμπάτ, Σιούμεν, Βιδίνιο, κλπ  περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα σε προσωπική του επιστολή την οποία απέστειλε στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Συγκέντρωσε όλους τους ομήρους και ίδρυσε Σύλλογο Ομήρων Δράμας στον οποίο και προέδρευε. Ύστερα συνέστησε ειδική επιτροπή έρευνας  για να ανευρεθούν και επιστραφούν στους γονείς τους όλα τα ελληνόπουλα τα οποία άρπαξαν οι επιδρομείς Βούλγαροι από την αγκαλιά των μανάδων τους για να τα κάνουν γενιτσάρους, ενώ  ζήτησε και από την Πολιτεία να έρθει αρωγός στα θύματα της εθνικής τραγωδίας και να περιθάλψει τις οικογένειες οι οποίες έμειναν απορφανισμένες.

Η Πολιτεία πρόθυμα ανταποκρίθηκε. Ο πρωθυπουργός της χώρας έστειλε αμέσως τον στρατηγό Αινεία Μαζαράκη  ο οποίος μετά από έρευνα έφερε πίσω στην Ελλάδα δυο χιλιάδες παιδιά τα οποία είχαν απαγάγει οι Βούλγαροι επιδρομείς. Πολλά από τα παιδιά αυτά μπήκαν σε κρατικά ιδρύματα της Δράμας και των Σερρών. Ο Σύλλογος Ομήρων Ανατολικής Μακεδονίας μετέφερε στη Βουλή των Ελλήνων το δράμα της Μακεδονίας και τις βουλγαρικές θηριωδίες.

Τον Μάιο του 1923 αναλαμβάνει ως Δήμαρχος Δράμας. Κατά την ολιγόμηνο παρουσία του στα κοινά, παρέδωσε τον δήμο, τέλη του 1924 νοικυρεμένο. Οι Δραμινοί βρήκαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, την παροιμιώδη εργατικότητά του, την τόλμη, τη διαλλακτικότητα, την ειρηνοποιό δράση και τους μεγάλους οραματισμούς του για την πόλη. Ήταν μια πληθωρική προσωπικότητα που με τον πειστικό του λόγο, την γλαφυρή του πέννα και τις επαφές του, περνούσε μηνύματα, έκανε έργα και κέρδιζε συμπάθειες.

Μετά το Δήμο απασχολείται με τη δημοσιογραφία. Στις 25.10.26 αναλαμβάνει την καθημερινή εφημερίδα «Θάρρος, την οποία αναβαθμίζει με μια ποικιλία θεμάτων, διευρύνοντας παράλληλα το αναγνωστικό της κοινό. Η δημοσιογραφική του δραστηριότητα επεκτείνεται. Διευθύνει κατά καιρούς κι άλλες εφημερίδες, όπως την «Ελευθερία», όταν πρωτοήρθε στη Δράμα ως επισκέπτης, τις Δραμινές εφημερίδες «Νέστος», την «Σάλπιγγα» και τον «Ελεύθερο Κήρυκα». Μέσα από τα γραπτά του περνούσε την ιστορία, την επικαιρότητα και τον πολιτισμό του τόπου.

Τότε τον καλούν οι έμποροι και οι επαγγελματίες της Δράμας να αναλάβει ως μάνατζερ την Διεύθυνση του Επιμελητηρίου Δράμας. Την εποχή της δικής του διεύθυνσης, το Επιμελητήριο της Δράμας, γνωρίζει δόξες και κύρος. Με την οικονομική ενίσχυση του Επιμελητηρίου εκδίδει ένα μηνιαίο ημερολόγιο στο οποίο περιλαμβάνει όλες τις οικονομικές και λοιπές δραστηριότητες από όλη την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.

Η άδολη και ανυπόκριτη καρδιά του τον οδηγούν στο να προσβλέπει πρωτίστως, σε κάθε του κίνηση, σε κάθε του ενέργεια, στο να έχει ως προτεραιότητα την εξυπηρέτηση των αναξιοπαθούντων συμπατριωτών του Δραμινών. Έτσι κάθε ίδρυμα κοινωνικής αντίληψης που πραγματοποιείται στη Δράμα, έχει ως πρωτοπόρο και συμπαραστάτη του, τον ίδιο.

Και πάλι όμως οι Βούλγαροι θα ξανάρθουν στη Δράμα το 1941 ως επιδρομείς. Ύπουλα κι αδιάντροπα. Διαλύουν τις ελληνικές αρχές και εγκαθιστούν τυραννία και τρόμο. Ο Θεόφιλος Αθανασιάδης γίνεται το κόκκινο πανί για τους κατοχικούς τυράννους  και οι φίλοι του τον προτρέπουν να φύγει από την πόλη για να μη κινδυνεύσει η ζωή του. Ούτε πτοείται, ούτε θέλει να φύγει.

Κι αντί να περιορίσει τις δραστηριότητές του, ο θερμός πατριώτης, οργανώνει ομάδες εμψύχωσης και βοήθειας του ελληνικού πληθυσμού. Συνιστούσε σε όλους υπομονή και καρτερία, ώστε να ανεβάζει το ηθικό του λαού. Από τους θερμόαιμους ζητούσε αυτοσυγκράτηση, γιατί ο εχθρός, έλεγε, ήταν ύπουλος, ήταν αδίστακτος κι αδυσώπητος.

Όταν κάποιοι του μίλησαν για κίνημα κι αντίσταση, στάθμισε την κατάσταση και συνέστησε ψυχραιμία. Μυρίστηκε την παγίδα των Βουλγάρων και συμβούλευσε τους βιαστικούς να μη κινηθεί κανένας, γιατί οι τότε συνθήκες δεν ήταν ώριμες και η καταστροφή του τόπου θα ήταν μοιραία κι αναπότρεπτη. Και δεν διαψεύσθηκε.

Το πρωί της Δευτέρας, 29 Σεπτεμβρίου 1941, δυο Βούλγαροι στρατιώτες χτύπησαν την πόρτα του στην οδό Τρικούπη 2. Άνοιξε η γριά μητέρα του. Μπήκαν μέσα. Τον έπιασαν, του έδεσαν τα χέρια με συρματόσχοινο και τον μετέφεραν στους στρατώνες. Εκεί τον βασάνισαν όσο κανένα άλλο, κόβοντας και τα δυο του δάχτυλα. Το απόγευμα τον μετέφεραν, μαζί με άλλους κρατουμένους στα πευκάκια του Κορυλόβου κι εκεί, τους τουφέκισαν όλους.

Κάποιοι, οι οποίοι επέζησαν, διηγούνται. Ήταν κάτι παραπάνω από ήρωας ο Θεόφιλος Αθανασιάδης. Ήταν η ψυχή της Ελλάδας και τα ιδανικά του Έθνους. Παρά τα πολλά βασανιστήρια και τους ακρωτηριασμούς, διατηρούσε ακέραιο το θάρρος και την πίστη του στην πατρίδα. Ήταν το σύμβολο της αγωνιζόμενης φυλής μας, μέσα στην καρδιά των πιο μαύρων ημερών του έθνους μας. Ήταν ο  αγέρωχος Ηπειρώτης ο οποίος έκρυβε μέσα του όλη τη μεγαλοσύνη του καταδυναστευόμενου Δραμινού λαού, σε μια εποχή όπου ο πόνος και η δυστυχία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ζωή, δεν αντιπροσώπευαν τίποτε για τους κατοχικούς Βουλγάρους επιδρομείς.

Η ζωή  του υπήρξε αδιάκοπα δημιουργική. Το 1928 κυκλοφόρησε την «Οικονομική Στατιστική του Νομού Δράμας 1927». Ένα βιβλίο με πλούσια πληροφοριακά στοιχεία για τη Δράμα. Αργότερα κυκλοφορεί «Το Ημερολόγιο Δράμας 1930» και μετά το «Ημερολόγιο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης 1931». Αμφότερα, τα παραπάνω, τυπώθηκαν στο τυπογραφείο των Θόδωρου Κυριαζόπουλου και Πεντζίκη στη Δράμα. Κείμενά του υπάρχουν διάσπαρτα σε έντυπα της εποχής, αλλά και στην μεγάλη εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού. Τα θέματα που τον απασχόλησαν ήταν φιλολογικά, λαογραφικά, κοινωνιολογικά, οικονομικού περιεχομένου και κυρίως ιστορικά και στατιστικά.

Ήταν ένας διαυγής καθρέπτης της πνευματικής και οικονομικής ζωντάνιας της πληγωμένης περιοχής μας. Τα βιβλία του επαίνεσαν με κολακευτικά λόγια ο μητροπολίτης Δράμας Αγαθάγγελος που ήταν τότε στις 08.06.28 τοποθετημένος στο Φανάρι, ο νομάρχης Καβάλας Εμμανουήλ Λουκάκης, ο υποστράτηγος στη Στρατιωτική Διοίκηση Μιλτιάδης Κοιμήσης, πολλοί Αγιορείτες της Μεγίστης Λαύρας και λοιποί πνευματικοί άνδρες και δημοσιογράφοι της βόρειας Ελλάδας.

Ο μεγάλος μας συμπατριώτης, ήταν άξιος ηγέτης και ήρωας του Δραμινού ελληνισμού. Ο Θεόφιλος Αθανασιάδης αποτελεί, για τους ανώνυμους Δραμινούς πολίτες, μια παρακαταθήκη της εθνικής μας συνείδησης και πηγή αστείρευτη ηθικών και εθνικών αξιών.

Το δημοτικό Συμβούλιο και η Δημοτική αρχή της πόλης, τιμώντας τον άξιο Ηπειρώτη και συμπατριώτη μας, πρώην δήμαρχο Δράμας Θεόφιλο Αθανασιάδη, ζήτησε η προτομή του να καθαριστεί από την φθορά του χρόνου και να μεταφερθεί σε περίοπτη θέση στην πόλη κατάλληλα διαμορφωμένη. Έτσι αφού παρέδωσαν και καθάρισε ο Δοξατινός γλύπτης Στέφανος Βίντος την προτομή του, στη συνέχεια την μετέφεραν από τον κλειστό χώρο του μνημείου των σφαγιασθέντων στο κέντρο της πόλης, στην οδό στην οποία και δόθηκε το όνομά του, στον κεντρικό χώρο των ταξί.  Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στο Δήμαρχό μας κ. Θωμά Μαργαρίτη και σε όλο το Δημοτικό Συμβούλιο, διότι, στη μιζέρια  και την έκπτωση αξιών κι αρχών της εποχής που ζούμε, η αυτονόητη τιμή σε όσους πατριώτες κι εθνικούς αγωνιστές πραγματικά την αξίζουν, αντανακλάται και στους σοβαρούς πολιτικούς άνδρες του τόπου, οι οποίοι τολμούν κι επιβραβεύουν τους άξιους της πατρίδας. Αλλά και στους δωρητές της προτομής αξίζουν συγχαρητήρια. Τον Ροταριανό Όμιλο Δράμας, ο οποίος χάρισε στο δήμο, πριν από πολλά χρόνια, την προτομή του μεγάλου ανδρός, η οποία και είχε τοποθετηθεί πλάι στο μνημείο των αγρίως δολοφονημένων συμπατριωτών μας από τους Βουλγάρους κατακτητές.