Home > Αρθρα > Υπόθεση Ντεπ- Χερντ: Πολύ πιο διδακτική από όσο νομίζεις… – Του Γιώργου Φιλτσόγλου, Νομικού

Υπόθεση Ντεπ- Χερντ: Πολύ πιο διδακτική από όσο νομίζεις… – Του Γιώργου Φιλτσόγλου, Νομικού

Υπόθεση Ντεπ- Χερντ: Πολύ πιο

διδακτική από όσο νομίζεις…

 

Του Γιώργου Φιλτσόγλου, Νομικού

Πολύ μεγάλη δημοσιότητα έχει λάβει τον τελευταίο καιρό η δικαστική διαμάχη ανάμεσα στους διάσημους αστέρες Τζόνυ Ντεπ και Άμπερ Χερντ. Την ετυμηγορία του σώματος των ενόρκων, που έκρινε σε πρώτο βαθμό την υπόθεση υπολογίζεται πως παρακολούθησαν σε ζωντανή μετάδοση τουλάχιστον 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι, μέσω του YouTube. Αφού έγινε γνωστή η απόφαση, αρκετά άτομα – και στη δική μας χώρα – έκαναν λόγο για θρίαμβο του κ. Ντεπ. Υποστήριξαν ότι ο γνωστός ηθοποιός δικαιώθηκε κόντρα στο ρεύμα της εποχής απέναντι σε μια κακοποιητική και άκρως χειριστική σύντροφο, που τον βασάνιζε, τον παρενοχλούσε και του κατέστρεψε την καριέρα. Μάλιστα, ορισμένα πρόσωπα, με αφορμή την υπόθεση αυτή, βρήκαν ευκαιρία να εκτονώσουν τα αντιφεμινιστικά τους αισθήματα και να επεκτείνουν την συζήτηση στο κίνημα #metoo, που το τελευταίο διάστημα έχει φουντώσει και στην Ελλάδα. Φτάσαμε στο σημείο να διαβάζουμε σχόλια ισοπεδωτικά, θεωρίες ότι η συζυγική βία προέρχεται εξίσου και από τα 2 φύλα και ότι η υπόθεση αυτή άνοιξε τον δρόμο της εξιλέωσης. Τι ισχύει όμως στην πραγματικότητα;

Πριν καταλήξουμε στα συμπεράσματά μας, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε ένα μικρό ιστορικό της υπόθεσης. Συγκεκριμένα, παρά την εντύπωση που έχει επικρατήσει, η δικαστική διαμάχη αφορούσε υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμισης εκ μέρους της κ. Χερντ, μέσω δημοσιεύματος, στο οποίο υπήρχαν ισχυρισμοί περί συγκεκριμένων κακοποιητικών συμπεριφορών του κ. Ντεπ. Ο γνωστός ηθοποιός δικαιώθηκε στους ισχυρισμούς του ως προς κάποια σημεία του άρθρου, ενώ ταυτόχρονα η πρώην σύζυγός του υποχρεώθηκε να τον αποζημιώσει με ένα ποσό της τάξης των 15 εκατομμυρίων. Ωστόσο, και η Α. Χερντ είχε καταθέσει αντίθετη μήνυση για δυσφήμιση κατά του Ντεπ, από την οποία δικαιώθηκε για ένα ποσό της τάξης των 2 εκατομμυρίων. Επομένως, αμφότεροι οι πρώην σύζυγοι είχαν εν μέρει δίκαιο και εν μέρει άδικο, με τον Τζ. Ντεπ απλώς να γίνεται κατά 13 εκατομμύρια πλουσιότερος. Στην ουσία δεν επρόκειτο για δικαστήριο σχετικό με υπόθεση κακοποίησης, δηλαδή δεν κρίθηκε άμεσα αν κάποιος από τους συζύγους ήταν βίαιος, αλλά έμμεσα προκειμένου να κριθεί το βάσιμο της δυσφήμισης.

Σε ποιο συμπέρασμα θα πρέπει να μας οδηγήσει αυτή η δικαστική κρίση; Ασφαλώς θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η Α. Χερντ υπήρξε κακοποιητική προς τον σύντροφο της. Ωστόσο το γεγονός αυτό δεν αναιρεί πως και ο Τζ. Ντεπ υπήρξε κακοποιητικός προς τη σύντροφό του. Η κακοποίηση προερχόταν και από τις δύο πλευρές. Έγινε εμφανές πως το διάσημο ζευγάρι είχε μια άκρως τοξική σχέση, με την βία να διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο. Η απαξίωση, η λεκτική βία, η προσπάθεια χειρισμού και ψυχολογικού εκβιασμού αποτελούσαν στοιχεία της καθημερινότητας του διάσημου ζευγαριού, με τον αλκοολισμό, τη χρήση ουσιών και τον ναρκισσισμό να συμπληρώνουν το παζλ της βλαπτικής συμβίωσης.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα της τοξικής σχέσης δύο πολύ διάσημων, πλην όμως με πληθώρα προβλημάτων, συζύγων μπορούμε να καταλάβουμε πως δεν αποτελεί τον κανόνα στις σύγχρονες κοινωνίες. Αντίθετα από όσα ορισμένοι υποστήριξαν μετά την υπόθεση, η κακοποίηση και η εν γένει απαξιωτική συμπεριφορά στρέφονται κατά κύριο λόγο κατά των γυναικών. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται αφενός από τις υποθέσεις γυναικοκτονιών και βίας κατά γυναικών, που κατά καιρούς έρχονται στη δημοσιότητα και αφετέρου από τις στατιστικές, τα επίσημα στοιχεία της αστυνομίας και των δικαστηρίων. Μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε πως η στατιστική είναι πολύ πιο αξιόπιστη και πρόσφορη για εξαγωγή συμπερασμάτων από μια υπόθεση διάσημου ζευγαριού, όπου ο κάθε σύζυγος θεωρούσε τον εαυτό του απόλυτο κυρίαρχο της σχέσης. Δυστυχώς, όσο ακόμα στην κοινωνία μας επικρατούν οι στερεοτυπικές αντιλήψεις και οι ανισότητες, η στατιστική θα γίνεται κάθε στιγμή και πιο αναμφισβήτητη.

Η υπόθεση Ντεπ- Χερντ, παρόλα αυτά, δεν έφερε στο προσκήνιο μόνο το θέμα της κακοποίησης και των έμφυλων ανισοτήτων. Ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα, που για άλλη μια φορά αναδεικνύεται είναι η σύγχρονη “ανθρωποφαγία”. Φυσικά δεν κάνουμε χρήση της λέξης με την κυριολεκτική της έννοια, αλλά με την μεταφορική της, που εξελίσσεται σε εξίσου φρικτή. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για το φαινόμενο κατά το οποίο ένας άνθρωπος περιμένει υπομονετικά μέχρι ο “διπλανός” του να βρεθεί σε ευάλωτη θέση και τότε ορμάει να τον… εξευτελίσει. Η εξάπλωση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της κοινωνίας της πληροφορίας έδωσαν την δυνατότητα στους απλούς πολίτες να μαθαίνουν σε πρώτο χρόνο για τη ζωή των διασήμων και να διατυπώνουν ηλεκτρονικά τη γνώμη τους. Συναφώς, η κάλυψη του διαδικτύου έχει δημιουργήσει μια σφαίρα προστασίας για κάθε χρήστη, και, συνεπώς, πολλά άτομα χωρίς κανέναν ενδοιασμό διατυπώνουν κακεντρεχή σχόλια και ασκούν δριμεία κριτική. Μοναδικός σκοπούς τους είναι η απαξίωση του άλλου, όταν βρίσκεται στην πιο ευάλωτη του στιγμή. Παρακολουθούν επίσης την ζωή και τις προσωπικές υποθέσεις των διασήμων, διασκεδάζοντας στη θέα του εξευτελισμού τους, αναζητώντας όλο και περισσότερη διαμάχη, περισσότερη βία, όλο και περισσότερο “αίμα”. Δεν είναι αυτό άραγε ανθρωποφαγία;

Ένα ακόμη ζήτημα, που θα πρέπει να μας προβληματίσει με αφορμή την υπόθεση του διάσημου πρώην ζευγαριού, είναι ο ρόλος των δικηγόρων της κάθε πλευράς. Είναι αδιαμφισβήτητο και ευρέως αποδεκτό, πως ο κάθε δικηγόρος θα πρέπει να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του εντολέα του και να επιδιώξει με κάθε νόμιμο μέσο μια ευνοϊκή δικαστική απόφαση. Ωστόσο, συχνά παρατηρούμε πως σε δικαστικές διαμάχες μεταξύ συζύγων, όπως και η υπόθεση Ντεπ – Χερντ, παραβλέπεται κάθε έννοια ηθικής και αξιοπρέπειας. Στοχεύοντας στη νίκη, οι δικηγόροι καλλιεργούν κλίμα ακραίας αντιπαράθεσης και βγάζουν στη φόρα πολύ προσωπικά ζητήματα των διαδίκων. Ό,τι κατά τη διάρκεια της συμβίωσης θεωρούνταν θετικό, ή απλώς χαριτωμένο, κατά τη διάρκεια της δίκης μετατρέπεται σε ανυπόφορο ελάττωμα. Για παράδειγμα, οι σύζυγοι, που ενδιαφέρονται για τους συντρόφους τους μετατρέπονται σε καταπιεστικοί, οι σύζυγοι, που δίνουν ελευθερίες στο άλλο μέρος μετατρέπονται σε αδιάφοροι, ενώ όσοι προτιμούν το σπίτι γίνονται αντικοινωνικοί. Δικηγόροι και διάδικοι επιδίδονται σε μια διαδικασία αναζήτησης κάθε στοιχείου, που θα προκαλέσει αρνητική εντύπωση για τον αντίδικο, εκμηδενίζοντας ουσιαστικά κάθε συμβιβαστική διάθεση και οδηγώντας τις σχέσεις μεταξύ των πρώην συζύγων στα άκρα.

Αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό το κλίμα διαμάχης τελικώς ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες εξεύρεσης της καλύτερης αμοιβαία λύσης. Επομένως, ιδιαίτερα στις διαφορές οικογενειακού δικαίου είναι απαραίτητη μια αλλαγή κουλτούρας προσέγγισης. Πιο αναλυτικά, οι δικηγόροι επιβάλλεται να υποστηρίζουν πρωτίστως τις εναλλακτικές συμβιβαστικές οδούς, όπως η διαμεσολάβηση και το συναινετικό διαζύγιο. Χρειάζεται να εξηγήσουν στους εντολείς, πόσα πλεονεκτήματα έχει ο συμβιβασμός έναντι της δικαστικής αντιπαράθεσης, ιδίως όταν υπάρχουν ανήλικα τέκνα. Παράλληλα, από την πλευρά τους οι πρώην σύζυγοι θα πρέπει να αντιληφθούν ότι οι συμβιβαστικές μέθοδοι επίλυσης των οικογενειακών διαφορών είναι οι λιγότερο ψυχοφθόροι, δαπανηροί και χρονοβόροι. Οι ίδιοι οι εντολείς θα πρέπει να αποτρέπουν τους δικηγόρους τους από κάθε προσπάθεια εξευτελισμού του ατόμου, με το οποίο μοιράστηκαν κάποιο διάστημα του βίου τους. Φυσικά από τη συμβιβαστική επίλυση θα πρέπει να εξαιρούνται οι υποθέσεις κακοποίησης και ενδοοικογενειακής βίας. Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως, απαιτείται ένα όριο, σχετικά λεπτομέρειες της συμβίωσης των πρώην συντρόφων, που έρχονται στο φως.

Δυστυχώς, όσο γραφόντουσαν αυτές οι γραμμές, μια ακόμα στυγερή υπόθεση γυναικοκτονίας, και μάλιστα στην περιοχή μας, ήρθε στο φως της δημοσιότητας. Μια ακόμα γυναίκα, από την οποία αφαιρέθηκε το θεμελιώδες δικαίωμα, να αποφασίζει για την προσωπική της ζωή. Ας ελπίσουμε σύντομα να σιγήσουν όλες οι φωνές, που ακόμα αμφισβητούν την έμφυλη διάσταση της βίας…